Ο Κώστας Βαρώτσος έκλεισε το Greece Talks 2025 που πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 14 Νοεμβρίου, με μια συζήτηση που επανέφερε στο προσκήνιο τον ρόλο της τέχνης στη δημόσια σφαίρα και στη συλλογική ταυτότητα. Στη συζήτησή του με την culture editor, Τίνα Μανδηλαρά, μίλησε για τη σχέση τόπου και δημιουργίας, για τη διαδρομή των έργων του σε Ελλάδα και εξωτερικό και για το πώς η τέχνη μπορεί να γίνει φωνή μιας ολόκληρης κοινωνίας. Μέσα από τις τοποθετήσεις του αναδείχθηκαν οι αγωνίες, οι μεταβάσεις και οι πολιτισμικές ισορροπίες που διαμορφώνουν τόσο τα έργα όσο και την εποχή.

8

Ανέφερε μεταξύ άλλων: «Το θέμα είναι πώς μπορεί η τέχνη να γίνει διεθνής. Πώς ένα έργο που δημιουργείται σε έναν συγκεκριμένο τόπο μπορεί να αποκτήσει διεθνή υπόσταση. Το πώς λειτουργεί ένα έργο μέσα σε έναν δημόσιο χώρο παραμένει μυστήριο. Δεν ξέρουμε γιατί η Μόνα Λίζα έγινε διάσημη. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες και μπορεί να δημιουργηθεί ολόκληρη μυθολογία γύρω από ένα έργο. Κατά τη γνώμη μου, το πραγματικά διεθνές έργο είναι αυτό που παραμένει τοπικό, επειδή βγαίνει μέσα από μια πολιτισμική διαστρωμάτωση. Όταν ένα έργο καταφέρει να εκφράσει μία κοινωνία, γίνεται αυτόματα και διεθνές, γιατί είναι η φωνή αυτής της κοινωνίας στον πλανήτη. Βλέπουμε ότι τα μεγάλα κινήματα της τέχνης ήταν πάντοτε συνδεδεμένα με τον τόπο που τα γέννησε. Στη συνέχεια, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Τα περισσότερα έργα μου γεννιούνται σε έντονες καταστάσεις. Τότε υπήρχε μια διαφορετική Ελλάδα από τη σημερινή. Ένιωθα ότι η χώρα μάζευε τα κομμάτια της. Η Ελλάδα είναι ένα σύνολο θραυσμάτων που κάθε τόσο επιχειρεί να ξανασταθεί, να πάρει μια νέα ταχύτητα. Ένα έργο, ανάλογα με την εποχή που ζούμε, παίρνει άλλον ρόλο. Ο κόσμος της πόλης αγκάλιασε τον «Δρομέα» και ταυτίστηκε μαζί του, γιατί αισθανόταν σαν αυτόν. Το σύστημα της τέχνης, επειδή το έργο δεν είχε αναφορά σε κάποιο διεθνές κίνημα, επιτέθηκε. Όταν δεν καταλαβαίνεις κάτι, το φοβάσαι και επιτίθεσαι. Τώρα τα έχουμε βρει με το σύστημα της τέχνης. Ο πολιτισμός πάντα μαζεύει τα κομμάτια του. Από την ίδρυση του νεότερου ελληνικού κράτους υπάρχει μια διαρκής αγωνία αυτοπροσδιορισμού. Έπρεπε να επαναπροσδιοριστούμε πολιτισμικά, να δούμε ποιοι είμαστε, πού πατάμε και πού πάμε. Αυτό το βλέπουμε στη γενιά του ’30 αλλά και σε όλες τις επόμενες γενιές. Η ταυτότητα είναι πολύ σημαντική».

Στη συνέχεια πρόσθεσε: «Όταν πρέπει να κάνεις μια δουλειά σε έναν τόπο, πρέπει να αντιληφθείς την πολιτισμική του υπόσταση. Δεν σημαίνει ότι επειδή κάνεις ένα είδος δουλειάς μπορείς να εφαρμόσεις το ίδιο έργο παντού. Αυτό το έμαθα στην Ελλάδα, το συνέχισα στην Κύπρο και το εφάρμοσα σε όλο τον κόσμο, στην Ιταλία, στην Ελβετία, στην Αμερική. Έχουμε δυναμικούς ξενοδόχους και εμπνευσμένους ανθρώπους στον τουρισμό. Ήταν εκείνοι που είχαν καταλάβει ότι ο πολιτισμός και η πρωτογενής παραγωγή είναι το μυστικό της επιτυχίας του τουριστικού προϊόντος. Δεν είναι η πονηριά που μπορεί να γοητεύσει, αλλά η δουλειά και η πρωτογενής σκέψη. Η ταύτιση με διαφορετικούς πολιτισμούς είναι μια τρομερή όσμωση. Όταν έκανα έργα στο εξωτερικό, έμενα πολύ καιρό. Έπρεπε να βρω έναν τρόπο να δω τον εαυτό μου και ταυτόχρονα να γίνω μέρος του τοπίου.

Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κοιτάξει ο τουρισμός είναι να γίνει μέρος του τόπου. Στο Τορίνο, με τον Δήμαρχο, καταφέραμε να οργανώσουμε έναν συντονισμό με τους κατοίκους. Τους έδειξα τη δουλειά μου, κάναμε ένα workshop, δούλεψα μαζί τους για να καταλάβω την κουλτούρα του τόπου. Τους έφερα τρεις ιδέες και διάλεξαν εκείνοι το έργο. Το ίδιο έγινε και στη Λουκέρνη της Ελβετίας με το έργο «Energy». Ένα έργο 140 μέτρων μήκους και 30 μέτρων ύψους, που εκφράζει την Ελβετία. Εκεί το πρόβλημα είναι ότι για να φτάσεις από το ένα σημείο στο άλλο πρέπει να περάσεις βουνά τεσσάρων χιλιάδων μέτρων και όταν φτάσεις στην άλλη μεριά μιλούν άλλη γλώσσα. Είναι άλλος πολιτισμός που όμως ισορροπεί. Προσπάθησα να αντιληφθώ αυτή την κρυφή ένταση, να αποκωδικοποιήσω την Ελβετία. Άλλες φορές τα καταφέρνω περισσότερο, άλλες λιγότερο, αλλά αυτός είναι ο στόχος πάντα.

Η βιομηχανία του τουρισμού πρέπει να έχει πρωτογενή παρουσία και όχι μιμητισμό. Όταν μου είπε ο υπουργός ότι υπάρχουν 126 ονόματα νεκρών, είχα αμέσως την ιδέα για το μνημείο. Τα ονόματα έγιναν υλικό. Το έργο συνδέθηκε με την ύπαρξη της Ελλάδας και αυτό ήταν πολύ σημαντικό για μένα. Το δούλεψα με πάθος, γνωρίζοντας ότι η ολοκλήρωση θα γίνει μαζί με το κτίριο. Είναι ένα μεγάλο project, το κτίριο και το μνημείο ως ενιαίο σύνολο. Ήταν πρωτοφανές για μένα ότι ο στρατός έκανε πολιτισμική πρόταση. Ήξερα άλλους χώρους, αλλά ο στρατός βγήκε δυνατά μέσα στην πόλη και στο κράτος. Πιστεύω ότι είναι μια θαρραλέα και ειρηνευτική κίνηση, γιατί η τέχνη είναι αυτή που περνά τα σύνορα. Ο στόχος του έργου είναι, περπατώντας μέσα στον χώρο του μνημείου, να καταλάβεις τη σημασία της ειρήνης.

Η τέχνη δείχνει την πραγματικότητα με διαφορετικούς τρόπους. Υπάρχουν εκατό καλλιτέχνες που δείχνουν την πραγματικότητα με εκατό διαφορετικούς τρόπους. Αυτό βοηθάει στην ανάγνωση της πραγματικότητας με τον καλύτερο τρόπο. Τα μεγάλα κινήματα του προηγούμενου αιώνα, όπως ο κυβισμός και ο φουτουρισμός, μιλούσαν για το ίδιο πράγμα αλλά με διαφορετικές εικόνες και διαφορετική αντιμετώπιση της πραγματικότητας. Αυτό λέγεται πολιτισμός. Αυτό λέγεται αντίληψη του πολιτισμικού φαινομένου».