Τα δύο χωριά των Τζουμέρκων που ξεχωρίζουν για την ιστορία και την αρχιτεκτονική τους, το Συρράκο και οι Καλαρρύτες, θα σας γοητεύσουν από την πρώτη στιγμή που θα τα αντικρίσετε.
Η συναρπαστική ιστορία του Συρράκου
Χωριό κτηνοτρόφων, αλλά και φημισμένων ραφτάδων που έκαναν άλλοτε εμπόριο στο εξωτερικό, το Συρράκο είναι ένα αριστούργημα αρχιτεκτονικής, με τα πέτρινα σπίτια του κτισμένα μέσα σε ένα πανόραμα από βουνοκορφές πάνω από τη χαράδρα του Καλαρρύτικου ποταμού. Ο πρώτος οικισμός θεωρείται ότι δημιουργήθηκε τον 15ο αιώνα και το 1480 μαζί με τα άλλα ορεινά χωριά της περιοχής το Συρράκο υποτάχτηκε στους Τούρκους, έχοντας όμως εξασφαλίσει προνομιακή φορολογική μεταχείριση που του επέτρεψε να ευημερήσει στη συνέχεια.
Η κτηνοτροφία έγινε αρχικά η κύρια ενασχόληση των κατοίκων και στα κτηνοτροφικά προϊόντα από τα δεκάδες χιλιάδες αιγοπρόβατα που έβοσκαν στις πλαγιές και τα οροπέδια, στηρίχτηκε στη συνέχεια η βιοτεχνία και στο εμπόριο μάλλινων υφασμάτων. Από το 1750 και μετά οι Συρρακιώτες έμποροι κατέκλυσαν τις αγορές της Ευρώπης και δημιούργησαν ένα μεγάλο εμπορικό δίκτυο από την Ισπανία μέχρι τη Ρωσία και οι κάπες, ολόμαλλες, μαλακωμένες στις νεροτριβές και πλήρως αδιάβροχες χρησιμοποιήθηκαν -σύμφωνα με τη δημοφιλή προφορική παράδοση- έως και από τον στρατό του Μεγάλου Ναπολέοντα, πριν την εκστρατεία στη Ρωσία.
Στις αρχές του 19ου αιώνα ο πλούτος αλλά και η μόρφωση των κατοίκων στο Συρράκο και τους Καλαρρύτες εξέπληξαν τους Ευρωπαίους περιηγητές στην Ήπειρο: «Στο Συρράκο και στους Καλαρρύτες μπορούσε κανείς να πληροφορηθεί για τις τιμές των χρηματιστηρίων των μεγαλυτέρων πόλεων της Ευρώπης. Οι ταξιδεμένοι Βλάχοι μιλούσαν πολλές γλώσσες και διατηρούσαν μεγάλες βιβλιοθήκες», έγραφε τότε ο Pouqueville.
Στην επανάσταση του 1821 τα χωριά επαναστάτησαν κατά των Τούρκων και εκείνοι τα κατέστρεψαν εκ θεμελίων. Αργότερα οι κάτοικοι επέστρεψαν και τα ξαναέκτισαν. Το 1912 ήρθε η απελευθέρωση. Η βιομηχανική επανάσταση ωστόσο έπληξε το εμπόριο κάπας και οι έμποροι έφυγαν για τα πεδινά όπου ασχολήθηκαν με άλλες δραστηριότητες, χωρίς όμως να ξεχάσουν ποτέ την ιδιαίτερη πατρίδα τους. Σταδιακά εγκαταλείφθηκαν και πολλά βοσκοτόπια με αποτέλεσμα την παρακμή του Συρράκου, ειδικά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έπειτα. Για μια ακόμη φορά όμως το Συρράκο αναγεννήθηκε -κάτι που θα διαπιστώσετε από την πρώτη στιγμή που θα το αντικρίσετε.
Το σπίτι-μουσείο του ποιητή Κώστα Κρυστάλλη
Το Συρράκο είναι πατρίδα πολλών επιφανών ανδρών όπως ο πρωθυπουργός Ιωάννης Κωλέττης και ο ποιητής Κώστας Κρυστάλλης, το πατρικό το οποίου έγινε μουσείο και βιβλιοθήκη. Ο Κώστας Κρυστάλλης γεννήθηκε εκεί το 1868, έφυγε κυνηγημένος από τους Τούρκους και πέθανε στην Άρτα μόλις 26 χρονών από φυματίωση χωρίς να καταφέρει ποτέ επιστρέψει. Στα ποιήματα του περιγράφει με ολοζώντανες εικόνες τη ζωή των Βλάχων ποιμένων -διάσημη συλλογή ποιημάτων του είναι, μάλιστα, «Ο τραγουδιστής το χωριού και της στάνης» που ξεχειλίζει από νοσταλγία για το αγαπημένο του χωριό.
Κατά την επίσκεψή σας στο σπίτι του που λειτουργεί ως Λαογραφικό Μουσείο θα δείτε πώς ήταν ένα χαρακτηριστικό οίκημα του χωριού με τις πολεμίστρες του και τη χαρακτηριστική διαρρύθμιση. Εκεί υπάρχουν προσωπικά αντικείμενα του ποιητή μαζί με χιλιάδες άλλα που δώρισαν οι Συρρακιώτες -όπως εργαλεία και σκεύη για τυροκομία, φωτογραφίες, οικοσκευή, χειροποίητες φορεσιές από μετάξι, αυθεντικές κάπες, πίνακες ζωγραφικής και άλλα. Λειτουργεί επίσης δανειστική βιβλιοθήκη που δημιουργήθηκε από δωρεές των χωριανών. Η προτομή του ποιητή δεσπόζει στον εξωτερικό χώρο.
Η αρχιτεκτονική ταυτότητα των Καλαρρυτών
Η απότομη πλαγιά όπου είναι κτισμένο το χωριό έχει ως αποτέλεσμα τα πρώτα σπίτια στην κορυφή να απέχουν από τα τελευταία που βρίσκονται στο χείλος της χαράδρας, περισσότερα από 500 μέτρα. Συγκροτείται γύρω από την κεντρική πλατεία, που συγκεντρώνει όλες τις δραστηριότητες. Διαφοροποίηση από άλλα τυπικά ηπειρώτικα ορεινά χωριά, είναι ότι η ενοριακή εκκλησία βρίσκεται λίγο πιο μακριά από το κέντρο του: ο ναός του Αγίου Νικολάου κτίστηκε τον 15ο αιώνα, πυρπολήθηκε το 1821 και τα σημερινά ξυλόγλυπτα (τέμπλο, άμβωνας και δεσποτικό) κατασκευάστηκαν το 1845 από μετσοβίτη τεχνίτη. Ο κεντρικός πολυέλαιος δημιουργήθηκε στην Τεργέστη και δωρίσθηκε από την οικογένεια Νέσση τον 19ο αιώνα. Τα δύο πλαϊνά κλίτη είναι αφιερωμένα στον Άγιο Χαράλαμπο στους Αγίους Πάντες.
Η καλαρρυτινή κατοικία, όπως άλλωστε όλες στον ηπειρώτικο χώρο, όταν ήταν διώροφη ή τριώροφη, τρίχωρη ή τετράχωρη, είχε στο ισόγειο (κατώγι) όλους τους βοηθητικούς χώρους: αποθήκες, μαγειρείο και αρκετές φορές την επαγγελματική στέγη με το εργαστήριο υφαντικής ή ασημουργίας. Στα κατώγια, που ενίοτε κυλούν νερά, όλα ήταν φτιαγμένα από πέτρα. Στον όροφο (ανώγι) βρίσκονταν τα δωμάτια: το χειμερινό (οντάς) με το τζάκι και με πλατιά μπάσια καλυμμένα με μάλλινα υφαντά και το καλοκαιρινό (ο χωτζιαρές). Τα ταβάνια, όπως και το πάτωμα του ανωγιού ήταν πάντα ξύλινα. Στα αρχοντικά υπήρχαν ροζέτες στο κέντρο του ταβανιού, συνήθως με αναπαράσταση φύλλων ακάνθου.
Η έντονη κλίση του εδάφους που καταλήγει απότομα στην χαράδρα του Καλαρρύτικου, υποχρέωνε τους κατοίκους να κατασκευάζουν καλλιεργήσιμη γη με ξερολιθιά. Η ύδρευση εξασφαλίζεται και σήμερα από τις πηγές και είναι χαρακτηριστικός ο ήχος των νερών που τρέχουν από τις πολλές βρύσες, στεγασμένες ή όχι, φτιαγμένες από πέτρα. Καθεμιά φημίζεται για το ιδιαίτερο νερό που προσφέρει, χωνευτικό, βαρύ ή κατάλληλο για μαγείρεμα οσπρίων. Τα νερά τρέχουν κάτω από 26 τοξωτά γεφυράκια που ενώνονται με τα πέτρινα καλντερίμια, εξασφαλίζοντας έτσι τις μετακινήσεις των κατοίκων και τις μεταφορές.
Η μονή Κηπίνας
Κτίστηκε το 1212 και απέχει 6,5 χλμ. από τους Καλαρρύτες. Αντικρίζοντάς της φωλιασμένη μέσα σε κάθετα βράχια θα εντυπωσιαστείτε, ωστόσο δεν μπορείτε να δείτε πολλά στο εσωτερικό της καθώς μόνο δύο χώροι είναι προσβάσιμοι. Μπορείτε ωστόσο να αγοράσετε εικόνες ζωγραφισμένες από νέους αγιογράφους.
Οι μάστορες των Πραμάντων
Από τις αρχές του 18ου αι. οι Πραμαντιώτες (όπως και οι κάτοικοι των Αγνάντων) ασχολούνταν στην πλειονότητά τους με το επάγγελμα του κτίστη με εξαιρετικές επιδόσεις καταφέρνοντας έτσι να επιβιώσουν από τη φτώχεια που μάστιζε τον τόπο τους λόγω της περιορισμένης καλλιεργήσιμης γης. Οι μαστόροι ταξίδευαν οργανωμένοι σε ομάδες ή «μπουλούκια», που σχηματίζονταν από τους πρωτομάστορες ή μπουλουκτζήδες. Έφευγαν συνήθως γύρω στο Πάσχα, και έλειπαν από την άνοιξη ως και το φθινόπωρο. Έχουν αφήσει το αποτύπωμα της τέχνης τους σε σπίτια, σχολεία, γεφύρια, εκκλησίες και παραδοσιακές βρύσες.
Το σπήλαιο της Ανεμότρυπας
Απέχει 3 χλμ. από τα Πράμαντα και ανακαλύφθηκε το 1960. Η τουριστική διαδρομή έχει μήκος 250 μ., υπάρχουν τρία επίπεδα και από το εσωτερικό του διέρχεται ο ποταμός Άραχθος, η βοή του οποίου θα σας συνοδεύει στη διάρκεια της επίσκεψης. Θα δείτε τον Θάλαμο του Ποταμού, τη Μεγάλη Σάλα, η οροφή της οποίας είναι στα 6 μέτρα, το Θάλαμο της Λευκής Λίμνης, σχεδόν 52 μέτρα με πολύχρωμους γεωλογικούς σχηματισμούς που απαρτίζουν τη Διαδρομή του Πλούτου, τον θάλαμο της Ροζ Λίμνης γεμάτο με κλιμακωτές λιθωματικές λεκάνες, που δέχονται τα τρεχούμενα νερά της λίμνης. Στο τελευταίο, πολύ κατηφορικό, τμήμα του σπηλαίου η βοή από τη ροή του ποταμού είναι καθηλωτική.
Η μονή της Αγίας Παρασκευής
Ιδρύθηκε στη θέση παλαιότερου μικρού ναού μεταξύ 1876-78, και βρίσκεται μεταξύ Μελισσουργών-Πραμάντων. Το καθολικό είναι μια μεγάλη τρίκλιτη βασιλική με τέσσερις κολώνες σε κάθε σειρά. Στο τέμπλο υπάρχουν εικόνες ιστορημένες από το 1839, που μεταφέρθηκαν από τη μικρή αρχική εκκλησία της Αγίας Παρασκευής.
Διαβάστε ακόμα:
Σαββατοκύριακο στο καταφύγιο Πραμάντων στα Τζουμέρκα





