Ο ήλιος προσπαθούσε να διαπεράσει τα απαλά σύννεφα που αγκάλιαζαν τις κορυφές του Ταϋγέτου όταν φτάσαμε. Μια ανοιξιάτικη πρωινή αύρα μας υποδέχτηκε καθώς αφήναμε πίσω μας τον περιφερειακό της Καλαμάτας και η άσφαλτος ξεδιπλωνόταν προς την καρδιά της Δυτικής Μάνης. Το αυτοκίνητο ανηφόριζε με κάθε στροφή να αποκαλύπτει και μια διαφορετική οπτική του μεσσηνιακού τοπίου, ένα συνδυασμό ελαιώνων, πέτρας και ιστορίας.
Η ελαφριά συννεφιά προσέδιδε στο τοπίο μια μυστηριώδη ομορφιά, με τις αποχρώσεις του γκρίζου και του πράσινου να συνθέτουν έναν μοναδικό καμβά. Μερικές ψιχάλες βροχής κάποια στιγμή χόρεψαν στο παρμπρίζ μας, αλλά σύντομα σταμάτησαν, αφήνοντας πίσω τους μια δροσερή φρεσκάδα και το χαρακτηριστικό άρωμα της βρεγμένης γης που ανακατεύεται με τις ευωδιές της άνοιξης -μια εμπειρία που καθιστά την επίσκεψη στην περιοχή μαγευτική ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών.
Ο Νίκος Μανιατέας μάς περίμενε ήδη στην πλατεία του Βορείου. Ένας άνθρωπος που, όσο τον γνωρίζω, μιλάει πάντα με πάθος για το χωριό του και τις ομορφιές του. Μας υποδέχτηκε με το πλατύ του χαμόγελο και την αστείρευτη καλή του διάθεση. «Καλώς ορίσατε στον τόπο μου», μας χαιρέτησε, απλώνοντας τα χέρια του σε μια κίνηση που αγκάλιαζε νοερά ολόκληρο το χωριό. Ασχολείται με την εστίαση στην Καλαμάτα, διαθέτοντας το εστιατόριο Κ29, αλλά η ψυχή του παραμένει δεμένη με το χωριό του. Κάθε πρωί, μας εξηγεί, διανύει την απόσταση από την πόλη μέχρι εδώ για να φροντίσει τα κτήματά του, σε μια καθημερινή τελετουργία που συνδέει το παρόν με το παρελθόν.
Το Αρχοντικό του Μπέη και η τέχνη της γαλόπιτας
Το καφενείο «Αρχοντικό του Μπέη» στο Βόρειο μάς υποδέχτηκε με τη ζεστασιά που μόνο τα γνήσια χωριάτικα στέκια ξέρουν να προσφέρουν. Η Παναγιώτα, ιδιοκτήτρια του καφενείου, το οποίο διατηρεί μαζί με τον σύζυγό της, μας καλωσόρισε ενώ τα χέρια της κινούνταν με μια πρωτόγονη σοφία πάνω από τα υλικά της γαλόπιτας που ετοίμαζε.
«Ο καφές σας θα είναι έτοιμος σε λίγο», μας είπε, ρίχνοντας ένα βλέμμα στο μείγμα που ανακάτευε. «Και η γαλόπιτα θα μπει στο φούρνο όσο εσείς θα ανακαλύπτετε το χωριό μας». Με κινήσεις μεθοδικές, που μαρτυρούσαν χρόνια εμπειρίας, έριχνε τα υλικά στο μείγμα: γάλα, αυγά, σιμιγδάλι -η παραδοσιακή γλυκιά πίτα της Μεσσηνίας, χωρίς φύλλο. Κάθε κίνηση έμοιαζε χορογραφημένη, μια σιωπηλή μεταβίβαση γνώσης από γενιά σε γενιά.
Ο ρυθμός της ζωής στο ορεινό χωριό
«Ξέρετε, η ζωή εδώ έχει τους δικούς της ρυθμούς», μας εξομολογήθηκε η Παναγιώτα καθώς έβαζε το ταψί στο φούρνο. «Έχει τις δυσκολίες της, αλλά έχει και μια ομορφιά που δεν τη βρίσκεις αλλού. Το πρωί φροντίζουμε τις μέλισσες, μετά τις ελιές μας, και το απόγευμα εδώ στο μαγαζί. Κάθε βράδυ γεμίζει από φωνές, γέλια και ιστορίες συνοδευμένες με τσίπουρο και μεζέδες». Στο πλαϊνό τραπέζι, ο Θεόδωρος, ένας κάτοικος με ρυτιδωμένο πρόσωπο που έμοιαζε χαραγμένο από τον ίδιο τον χρόνο, αφουγκραζόταν τη συζήτησή μας. Με μια απλή χειρονομία τον προσκαλέσαμε στην παρέα μας. «Όταν ήμουν παιδί», άρχισε να αφηγείται, «το χωριό έσφυζε από ζωή. Οι πηγές του, μάς έδιναν το πολυτιμότερο αγαθό, το νερό, που κινούσε τους νερόμυλους. Οχτώ στη σειρά ήταν, μια πραγματική βιομηχανία για την εποχή». Τα λόγια του έβγαιναν αργά, σταθμισμένα, σαν να ξετύλιγε ένα νήμα ιστορίας που κινδύνευε να χαθεί.
Περιήγηση στις Γαϊτσές: Τρεις οικισμοί, μια ιστορία
Αφήνοντας το μείγμα της γαλόπιτας να ψηθεί, βγήκαμε με τον Νίκο για μια πρώτη γνωριμία με τις Γαϊτσές. Περπατήσαμε στα στενά δρομάκια του χωριού, ανάμεσα σε πέτρινα σπίτια που στέκονταν αγέρωχα στο χείλος του φαραγγιού. Ο Νίκος μάς εξηγούσε πως οι Γαϊτσές στην πραγματικότητα είναι τέσσερις συνοικισμοί-το Βόρειο (παλιά Μπρίντα), το Κέντρο (ή Μπίλιοβα) και το Ανατολικό (ή Νερίντα)- που πλαισιώνουν τον πυρήνα του οικισμού, τη λεγόμενη Χώρα Γαϊτσών. «Εδώ, κοντά στο Βόρειο», μας έδειξε ο Νίκος, «βρίσκεται το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία. Πάμε να το επισκεφθούμε».
Το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία: Ένα παρατηρητήριο με ιστορία
Η ανηφορική διαδρομή προς το μοναστήρι αποζημίωνε με θέα που κόβει την ανάσα. Χτισμένο σε βραχώδη λόφο, σχεδόν 500 μέτρα βορειοανατολικά του Βορείου, το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία φάνταζε σαν φρουρός του τόπου. Η βόρεια πλευρά του σχεδόν κρέμεται πάνω από το ρέμα του Ριντόμου, προσφέροντας μια πανοραμική θέα που τρυπάει την ψυχή.
«Το φαράγγι του Ριντόμου είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά μνημεία της φύσης στην περιοχή», μας εξήγησε ο Νίκος, δείχνοντας το βαθύ χάσμα που απλωνόταν μπροστά μας. «Ξεκινά από τη Νεραϊδοβούνα, σε υψόμετρο 2.000 μέτρων, και καταλήγει στην ακτή της Σάντοβας. Στην αρχαιότητα, σύμφωνα με τον Παυσανία, ήταν γνωστό ως “Χοίρειος Νάπη”, δηλαδή κοιτίδα των χοίρων, καθώς αποτελούσε εξαιρετικό βιότοπο για αγριογούρουνα».
Το φαράγγι του Ριντόμου: Ένα θαύμα της φύσης
Από το ύψος του μοναστηριού, το βλέμμα μας ταξίδευε στα βάθη του φαραγγιού -ένα μωσαϊκό από πολύχρωμα πετρώματα με έντονες πτυχώσεις, κατακόρυφες πλαγιές και εντυπωσιακούς βράχους. «Σε κάποια σημεία», συνέχισε ο Νίκος, «το φαράγγι γίνεται τόσο στενό που δύο άνθρωποι μπορούν να αγγίξουν ταυτόχρονα τις απέναντι πλευρές. Και τα τοιχώματα φτάνουν τα 60 μέτρα ύψος». «Το μοναστήρι αυτό έχει μια πλούσια ιστορία», εξήγησε ο Νίκος καθώς μπαίναμε στον περίβολο. «Χρησιμοποιήθηκε ως παρατηρητήριο τόσο κατά τη διάρκεια του Ελληνοτουρκικού όσο και του Ελληνογερμανικού πολέμου. Η θέση του είναι στρατηγική».
Τοιχογραφίες και τέμπλα: Η τέχνη του ιερού χώρου
Στο εσωτερικό του ναού, το βλέμμα μας καθηλώθηκε από τις τοιχογραφίες του 17ου αιώνα και το περίτεχνο ξυλόγλυπτο τέμπλο του 18ου αιώνα. Η τοιχογραφία του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στη βόρεια πλευρά, κοντά στο τέμπλο, ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακή -τρομακτική και επιβλητική, με ένα από τα θύματά του να σπαρταρά κάτω από τις μπότες του. «Απέναντι, βλέπετε τον Προφήτη Ηλία μέσα στο πύρινο άρμα του», μας έδειξε ο Νίκος. «Και στο κέντρο, η Αγία Ελένη και ο Άγιος Κωνσταντίνος κρατούν έναν σταυρό, μαζί με τους αποστόλους Πέτρο και Παύλο, τους ιδρυτές της εκκλησίας».
Περιπλανηθήκαμε στον χώρο, αγγίζοντας τους αρχαίους τοίχους που είχαν αντέξει στον χρόνο, αλλά όχι χωρίς πληγές. «Δυστυχώς σήμερα σώζονται μόνο η εκκλησία, ορισμένοι από τους τοίχους των κελιών και ένα κομμάτι από τα αρχαία τείχη. Γύρω στο 1820, το μοναστήρι εγκαταλείφθηκε μετά από κρατική απόφαση. Οι μοναχοί μετατέθηκαν και πολλές από τις γύρω εκτάσεις πουλήθηκαν».
Γαλόπιτα και καφές: Οι γεύσεις του τόπου
Καθώς η μέρα περνούσε, επιστρέψαμε στο καφενείο όπου μας περίμενε η φρεσκοψημένη γαλόπιτα της Παναγιώτας. Η γλυκιά της αρωματική γεύση συνοδεύτηκε ιδανικά με τον δεύτερο καφέ της ημέρας. «Μετά, αν έχετε όρεξη», πρότεινε ο Νίκος, «μπορούμε να επισκεφθούμε τον Άγιο Νικόλαο και τους μύλους των Γαϊτσών».
Ο Άγιος Νικόλαος: Ο φάρος του χωριού
Ο ναός του Αγίου Νικολάου, από τον 14ο αιώνα, δεσπόζει στην πλατεία του χωριού. Είναι ένα αρχιτεκτονικό κόσμημα -μονόχωρος τρουλαίος ναός με πεντάπλευρη αψίδα και οκτάπλευρο τρούλο. Το πυργόσχημο τριώροφο λιθόκτιστο κωδωνοστάσιο που προστέθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα στέκεται σαν φάρος του χωριού. Στο εσωτερικό, το ξυλόγλυπτο τέμπλο του 1713 και οι τοιχογραφίες του 19ου αιώνα αφηγούνται τη δική τους ιστορία πίστης και τέχνης.
Νερόμυλοι: Μάρτυρες μιας άλλης εποχής
Ανατολικά από το Βόρειο, ο Νίκος μάς οδήγησε στους περίφημους μύλους των Γαϊτσών -μια εντυπωσιακή συστοιχία οκτώ νερόμυλων που κάποτε λειτουργούσαν με τη δύναμη του νερού από την πηγή Μάννα. «Τα κτίρια των μύλων διακρίνονται ακόμα», μας έδειξε ο Νίκος, «παρόλο που έχουν ερειπωθεί και εν μέρει επιχωθεί από τις εκσκαφές του υπερκείμενου δρόμου».
Ο Βυθός: Το μυστήριο του κρατήρα
Καθώς μιλούσαμε, και μας ανέφεραν ιστορίες από την περιοχή, μάθαμε για το εντυπωσιακό φυσικό φαινόμενο που αξίζει κανείς να επισκεφθεί. «Λίγο έξω από τα τελευταία σπίτια της Χώρας, περίπου 800 μέτρα, υπάρχει ο “Βυθός” ή αλλιώς η “Καλντέρα”. Πρόκειται για έναν τεράστιο κυκλικό κρατήρα στην πλαγιά του βουνού, με διάμετρο περίπου 150 μέτρων και βάθος γύρω στα 50 μέτρα», μας περιέγραψε με θαυμασμό. «Οι επιστήμονες λένε πως δημιουργήθηκε από κατάρρευση οροφής σπηλαίου, αλλά οι τοπικοί μύθοι μιλούν για ένα χωριό που καταστράφηκε ολοσχερώς και άφησε πίσω του αυτό το σημάδι στη γη. Το τοπίο είναι πραγματικά μαγευτικό και προκαλεί δέος σε όποιον το αντικρίζει».
Αποχαιρετισμός με υποσχέσεις επιστροφής
«Ελάτε ξανά το καλοκαίρι, στις 20 Ιουλίου», μας προέτρεψε ο Νίκος καθώς αποχαιρετούσαμε το χωριό. «Τότε γιορτάζουμε τον Προφήτη Ηλία με πανηγύρι που κρατάει όλη τη νύχτα. Και αν έχετε περισσότερο χρόνο, μπορούμε να οργανώσουμε μια πεζοπορία στο φαράγγι του Ριντόμου. Είναι μια εμπειρία που δεν πρέπει να χάσετε».
Στην επιστροφή, καθώς το αυτοκίνητο κατηφόριζε προς την Καλαμάτα και ο ήλιος έριχνε τις τελευταίες του ακτίνες στις κορυφές του Ταϋγέτου, αναλογιστήκαμε πόσο πλούσια ήταν αυτή η μέρα. Οι Γαϊτσές, ένας τόπος που στέκεται στο μεταίχμιο του μύθου και της ιστορίας, μας είχε προσφέρει ένα ταξίδι στο χρόνο και στα μυστικά της ελληνικής υπαίθρου -μια εμπειρία που θα μείνει χαραγμένη στη μνήμη μας για καιρό.
Διαβάστε ακόμα:
Σαββατοκύριακο στην Πύλο -Η χειμερινή γοητεία της παραλιακής Μεσσηνίας
Οι κορυφαίες πολιτιστικές επιλογές στη Μεσσηνιακή Μάνη
Φαράγγι Ριντόμου στη Μεσσηνία: Ένα εντυπωσιακό μνημείο της φύσης