Υπάρχουν χωριά που αντιστέκονται στη λήθη. Το Δολό, αμφιθεατρικά τοποθετημένο στα 800 μέτρα υψόμετρο, στην καρδιά του Πωγωνίου, είναι ένα από αυτά. Πέτρινα καλντερίμια ξεδιπλώνονται ανάμεσα σε σπίτια χτισμένα με σχιστόπλακες, ενώ το φαράγγι του Κουβαρά σχίζει τον ορίζοντα σαν μια γεωλογική μνήμη αιώνων. Εδώ, στη σκιά του Κουτσόκρανου, όπου η ηλιοφάνεια είναι σπάνια και οι χειμώνες σκληροί, η ζωή πάλεψε πάντα να βρει την ισορροπία της.
Το όνομα του χωριού προδίδει τη γεωγραφία του. «Dol» στα σλαβικά σημαίνει κοιλότητα, χαμηλός τόπος, και πράγματι, ο οικισμός κρύβεται στην αγκαλιά του βουνού, προστατευμένος από τους βόρειους ανέμους. Η ιστορία του γράφτηκε με αντοχή και πείσμα: από την πανώλη που το αποδεκάτισε στα μέσα του 14ου αιώνα, μέχρι τα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας όπου έγινε τσιφλίκι του Αλή Πασά. Η πιο σημαντική στιγμή ήρθε το 1856, όταν οι κάτοικοι συγκέντρωσαν 10.000 χρυσές λίρες και εξαγόρασαν τη γη τους, μετατρέποντας το χωριό σε κεφαλοχώρι. Ακολούθησε μια περίοδος ακμής, ανεγέρθηκαν αρχοντικά, σχολεία γέμισαν με μαθητές, και άρχισαν να καλλιεργούν μεταξοσκώληκες, γεμίζοντας τα σπίτια με αργαλειούς και μεταξωτά υφαντά.
Στην κεντρική πλατεία, ο ναός του Αγίου Νικολάου, που ολοκληρώθηκε το 1814, δεσπόζει σαν μνημείο επιβίωσης. Τα μικρά παράθυρά του, σαν πολεμίστρες, θυμίζουν εποχές που η πίστη χρειαζόταν και προστασία. Κοντά του, τα σχολικά κτήρια που χτίστηκαν σε τρεις διαδοχικές φάσεις, (1824, 1848, 1880) μαρτυρούν την αγάπη της κοινότητας για την παιδεία, ακόμα και σε χρόνια δύσκολα.
Το φαράγγι και τα γεφύρια
Το φαράγγι του Κουβαρά, με το μήκος του να ξεπερνά τα πέντε χιλιόμετρα, αποτελεί τον «φυσικό πνεύμονα» της περιοχής. Βελανιδιές, οξιές, πλατάνια και αγριοκερασιές σκεπάζουν τις πλαγιές, δημιουργώντας καταφύγιο για σπάνια αρπακτικά πτηνά. Στο βάθος της χαράδρας, τρέχει ο ποταμός Κουβαράς, που για αιώνες υπήρξε και εμπόδιο και πηγή ζωής. Δύο πέτρινα γεφύρια συνδέουν τις όχθες του, έργα λαϊκής τεχνικής που κουβαλούν και τις δικές τους ιστορίες. Το Γεφύρι της Νονούλως, χτισμένο το 1908, πήρε το όνομά του από μια φτωχή γυναίκα που αποταμίευσε μια ζωή χρήματα για να φτιάξει το γεφύρι, ή όπως θέλει η δεύτερη εκδοχή της παράδοσης, από τις 5.000 τουρκικές λίρες που βρέθηκαν κρυμμένες στο σπίτι της μετά τον θάνατό της. Το Γεφύρι του Κουβαρά, με το άνοιγμα των 15 μέτρων, ακολούθησε το 1927, χτισμένο από το μπουλούκι του Πυρσογιαννίτη πρωτομάστορα Πασχάλη Ζούνη, με εράνους ξενιτεμένων από την Αμερική.
Όταν η αντίσταση έχει όνομα
Σήμερα, οι μόνιμοι κάτοικοι μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Ωστόσο, το Δολό δεν έχει παραδοθεί. Η αντίσταση έχει όνομα: Kostaras Farm. Εκεί όπου κάποτε ήταν ένα αρχοντικό του 1884, σήμερα λειτουργεί μια αγροτουριστική μονάδα που αποτελεί κοιτίδα διάσωσης της γαστρονομικής ιστορίας, ένας χώρος όπου παραδοσιακές συνταγές αναβιώνουν με σεβασμό, και η σχέση ανθρώπου και γης διατηρείται ζωντανή.
Συναντήσαμε τον Φόρη Κωσταρά έξω από το τυροκομείο, αεικίνητο, με χέρια που κουβαλούν ατελειώτες ώρες δουλειάς. Είναι η ψυχή αυτού του τόπου, ένας άνθρωπος που μιλάει για το μαλλί των προβάτων, για τα προϊόντα, για τις παραδοσιακές συνταγές, και για πολλά ακόμη, με την ίδια στοργή που κάποιος άλλος θα μιλούσε για τα παιδιά του. Για χρόνια, η Μαριάννα, η σύζυγός του, ήταν η κινητήριος δύναμη. Έχει φύγει πια, αλλά η παρουσία της έχει αφήσει το ισχυρό αποτύπωμά της παντού.
Από τη φάρμα στο πιάτο
Στον προαύλιο χώρο, μια πιστή αναπαράσταση σαρακατσάνικης καλύβας στέκεται σαν βιωματικό μουσείο, υπενθύμιση της νομαδικής κτηνοτροφικής παράδοσης που διαμόρφωσε την Ήπειρο. Συναντήσαμε τον Χρήστο Κωσταρά που ανακάτευε τα στέμφυλα. Μας οδήγησε στα δωμάτια του ξενώνα, χώρους όπου το πέτρινο τοιχίο συναντά το ξύλο των οροφών, όπου κάθε γωνιά φέρει το βάρος της ιστορίας χωρίς να χάνει τη σύγχρονη άνεσή της.
Αργότερα, καθίσαμε δίπλα στον παππού, έναν άνδρα πάνω από 90 ετών, με μάτια που φωτίζονται όταν μιλάει για το χθες. Μας διηγήθηκε για τα πανηγύρια που γέμιζαν την πλατεία, για τους γάμους που κρατούσαν μέρες, για τις γυναίκες που κουβαλούσαν νερό από τον Κουβαρά με βαρέλες στην πλάτη, ανεβαίνοντας τις απότομες πλαγιές. «Δεν υπήρχε νερό στο χωριό», είπε, «αλλά υπήρχε ζωή». Μας μίλησε και για το πολυφωνικό τραγούδι που συνόδευε κάθε στιγμή, από τις αγροτικές εργασίες μέχρι τον πόνο της ξενιτιάς που μάστιζε την περιοχή.
Στο εστιατόριο του Kostaras Farm, η φιλοσοφία είναι απλή: ό,τι φτάνει στο πιάτο έχει βιωθεί πριν καταναλωθεί. Το αρνί έχει βοσκήσει στις βελανιδιές της περιοχής, η φέτα προέρχεται από το γάλα των προβάτων που βλέπεις από το παράθυρο, τα χόρτα μαζεύτηκαν το πρωί από τις πλαγιές. Εδώ, η γαστρονομία είναι μνήμη, σύνδεση με το τοπίο και πολιτιστική αντίσταση.
Το μαλλί ως κληρονομιά
Η δέσμευση της οικογένειας Κωσταρά στην αναβίωση της πολιτιστικής κληρονομιάς μετατρέπεται σε συνεχές έργο πολιτισμού. Κάθε καλοκαίρι, το Δολό φιλοξενεί το Φεστιβάλ Μαλλιού, μια τριήμερη γιορτή αφιερωμένη στην επεξεργασία του μαλλιού, από την κουρά μέχρι τη βαφή με φυσικά φυτικά χρώματα. Εργαστήρια ύφανσης και κεντητικής φέρνουν χειροτέχνες από όλη την Ευρώπη. Καθώς φεύγαμε, το Δολό μάς αποχαιρέτησε με την ίδια ζεστασιά που μάς υποδέχτηκε. Και καταλάβαμε ότι η επιβίωση ενός τόπου δεν μετριέται μόνο σε αριθμούς. Μετριέται στη θέληση ανθρώπων σαν τον Φόρη και τον Χρήστο να συνεχίζουν να παράγουν, να φιλοξενούν, να θυμούνται. Σε χωριά σαν το Δολό, η παράδοση είναι κυρίως πράξη στο παρόν.
Τηλ: 26570 31396, Χρήστος Κωσταράς: 6944431485
Διαβάστε ακόμα:
Ανεξερεύνητοι Τόποι: Το Γεφύρι του Γκρέτσι, το κρυμμένο «θαύμα» του Πωγωνίου
Αποστολή στο Πωγώνι: Απολαμβάνοντας τα αληθινά χρώματα της Φύσης σε έναν ανέγγιχτο τόπο





