Ο δρόμος από τα Ιωάννινα προς τα ελληνοαλβανικά σύνορα είναι μια εμπειρία από μόνος του. Η εθνική οδός Ιωαννίνων-Κακαβιάς σε μία περιοχή, που φαίνεται άφθαρτη στο χρόνο. Το φθινοπωρινό τοπίο είναι πράγματι καταπληκτικό: οι αιωνόβιες βελανιδιές που καλύπτουν τεράστιες εκτάσεις παίρνουν μια βαθιά, μεταλλική απόχρωση χαλκού. Ανάμεσά τους, τα σφενδάμια ξεσπούν σε χρωματικές εκρήξεις.
Αυτή η ορατή έκφραση της βαθιάς οικολογικής υγείας της περιοχής, που αριθμεί πάνω από 1.700 είδη φυτών, είναι μόνο η αρχή. Περνώντας από το Καλπάκι, με το επιβλητικό Πολεμικό Μουσείο και το γιγάντιο άγαλμα του στρατιώτη που θυμίζει το έπος του 1940, η διαδρομή αποκτά ιστορικό βάρος.
Λίγο πριν την τελική ανάβαση, μια στάση στη λίμνη Ζαραβίνα είναι υποχρεωτική. Δεκατέσσερα χιλιόμετρα πριν τα σύνορα, αυτός ο «μικροσκοπικός γαλάζιος πολύτιμος λίθος», όπως τον περιγράφουν οι επισκέπτες, ξεπροβάλλει μέσα από το δάσος βελανιδιάς. Προστατευόμενος βιότοπος με κωνικό πυθμένα και βάθος 31 μέτρων, προσφέρει μια στιγμή απόλυτης ηρεμίας.
Η άφιξη στους Δρυμάδες σε αιφνιδιάζει. Το χωριό εμφανίζεται χτισμένο σε υψόμετρο 1.040 μέτρων, στις πλαγιές του όρους Δούσκο, ελάχιστα μέτρα από τα ελληνοαλβανικά σύνορα. Είναι ένας από τους πιο ορεινούς οικισμούς του νομού Ιωαννίνων. Η πρώτη αίσθηση που σε κυριεύει είναι η σιωπή. Τα κτήρια μαρτυρούν ένα παρελθόν γεμάτο ζωή.
Η κλασική ηπειρώτικη αρχιτεκτονική είναι παντού: πέτρινα σχολεία, εντυπωσιακά παρθεναγωγεία και αρρεναγωγεία, περίτεχνες πέτρινες βρύσες στην πλατεία. Αυτά τα κτήρια είναι μάρτυρες ενός παρελθόντος όπου η κοινότητα επένδυε στο μέλλον της. Κανείς δεν χτίζει ένα επιβλητικό πέτρινο σχολείο αν δεν έχει παιδιά και την προσδοκία για περισσότερα. Στην πλατεία, δεσπόζει ο Ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου. Χτίστηκε το 1733, ένας ναός τριακοσίων ετών που πρόσφατα αναστηλώθηκε και στέκει σήμερα ως μάρτυρας της ζωής και της συρρίκνωσης του χωριού.
Το 2001, οι Δρυμάδες είχαν 127 κατοίκους. Στην απογραφή του 2021, οι κάτοικοι είχαν πέσει στους 27. Αλλά η επίσημη στατιστική γίνεται ακόμα πιο σκληρή όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με την πραγματικότητα. Μάταια ψάξαμε να βρούμε κάποιον από τους λιγοστούς κατοίκους, τους μόλις 4 μόνιμους κατοίκους. Η αρχιτεκτονική επένδυση ενός περασμένου αιώνα, σχολεία, ναοί, βρύσες, στέκει πλέον σχεδόν άδεια, ένα κέλυφος που το φρουρούν οι τέσσερις εναπομείναντες ακρίτες.
Αφήνοντας την πλατεία και κατευθυνόμενος προς την άκρη του χωριού, το παρελθόν και το παρόν συγκρούονται με εκκωφαντικό τρόπο. Πολύ κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα βρίσκεται ένα εξωκλήσι, επίσης αφιερωμένο στον Άγιο Νικόλαο. Στεκόμενος εδώ, πατάς κυριολεκτικά πάνω στην Ιστορία. Το ξημέρωμα της 28ης Οκτωβρίου 1940, οι Ιταλοί εισβολείς προσέβαλαν ταυτόχρονα τα ελληνικά φυλάκια. Οι Δρυμάδες ήταν ένα από αυτά. Μαζί με την Κακαβιά, την Καστάνιανη και το Αργυροχώρι, το φυλάκιο των Δρυμάδων ήταν στην πρώτη γραμμή που δέχτηκε την επίθεση. Αυτό το ήσυχο, ορεινό τοπίο ήταν το σημείο μηδέν, η έναρξη του πολέμου. Οι ελληνικές δυνάμεις, βάσει σχεδίου, υποχώρησαν προς το Καλπάκι. Το έπος του ’40 για την Ελλάδα ξεκίνησε ακριβώς σε αυτό το χώμα.
Κάνοντας μερικά βήματα από το ηρωικό παρελθόν του ’40, πέφτεις πάνω στο σύγχρονο παράδοξο: το «Τελωνείο Δρυμάδων». Η εικόνα είναι σουρεαλιστική. Κουφάρια σύγχρονων εγκαταστάσεων, κτήρια που χτίστηκαν για να στεγάσουν υπηρεσίες ελέγχου διαβατηρίων, σαπίζουν πλέον αχρησιμοποίητα. Πρόκειται για ένα από τα πιο τρανταχτά παραδείγματα κρατικής και ευρωπαϊκής αδιαφορίας. Η ιστορία αυτού του παραδόξου είναι εξοργιστική. Για την κατασκευή του μεθοριακού σταθμού και των οδικών προσβάσεων ξοδεύτηκαν 15 εκατομμύρια ευρώ από το διασυνοριακό πρόγραμμα Interreg και τη Νομαρχία Ιωαννίνων, συν άλλα 4 εκατομμύρια ευρώ από την αλβανική πλευρά. Ένα έργο συνολικού ύψους 19 εκατομμυρίων ευρώ.
Το έργο ήταν αναγκαιότητα. Σχεδιάστηκε για να διευκολύνει το «πυκνό καθημερινό πήγαινε-έλα» των κατοίκων, και κυρίως των ελληνόφωνων χωριών, που βρίσκονται στην άλλη πλευρά των συνόρων και διατηρούν ισχυρούς δεσμούς με το ελληνικό Πωγώνι. Το αποτέλεσμα; Έγιναν επίσημα εγκαίνια, αλλά ο σταθμός «δεν λειτούργησε ποτέ». Το 2009 τοποθετήθηκαν λυόμενα, δίκτυα και υποδομές, αλλά ένα χρόνο μετά διαμηνύθηκε ότι η Συνθήκη Σένγκεν δεν επέτρεπε τη λειτουργία του. Τελικά, το 2012, καταργήθηκε και επίσημα με Προεδρικό Διάταγμα. Οι ανθρώπινες συνέπειες είναι δυσβάσταχτες. Ηλικιωμένοι ομογενείς αναγκάζονται να κάνουν έναν κύκλο 2-3 ωρών μέσω Κακαβιάς για να φτάσουν στα σπίτια τους, μια απόσταση που μέσω Δρυμάδων θα κάλυπταν στο ένα τέταρτο του χρόνου.
Ίχνη ελπίδας
Έχοντας φτάσει στο ναδίρ της εγκατάλειψης, το ερειπωμένο τελωνείο, τους τέσσερις κατοίκους, αναζητάς σημάδια ζωής. Και τα βρίσκεις, όχι στις αποτυχημένες κρατικές επενδύσεις, αλλά στη φύση και την παράδοση. Από τους Δρυμάδες ξεκινούν τέσσερις μεγάλες διαδρομές, με σημαντικότερη την 6ωρη ανάβαση που οδηγεί στην κορυφή της Νεμέρτσικας, σε υψόμετρο 2.208 μέτρων.
Ακολουθώντας μια πιο εύκολη ορεινή διαδρομή, φτάνεις στο εξωκλήσι της Αγίας Τριάδας, στους πρόποδες της Νεμέρτσικας. Το περπάτημα στο βουνό, μακριά από τα «κουφάρια» του τελωνείου, λειτουργεί ως πράξη κάθαρσης.
Στο γειτονικό Σταυροσκιάδι
Επιστρέφοντας, μπήκαμε στο Σταυροσκιάδι, ένα παραδοσιακό χωριό στα 918 μέτρα υψόμετρο που κρύβεται κάτω από τα πανύψηλα βουνά της περιοχής. Τα χαμηλά, πετρόχτιστα σπίτια με τα κόκκινα κεραμίδια απλώνονται σε έναν πράσινο «αμφίθεατρο», ενώ τα παλιά αρχοντικά με τις σκαλιστές πέτρινες εισόδους και τις μεγάλες περιφράξεις μαρτυρούν μια άλλη εποχή.
Στην πλατεία, πανύψηλα δέντρα σκιάζουν τα πέτρινα καλντερίμια, και από παντού το βλέμμα χάνεται σε απέραντες εκτάσεις πρασίνου. Εδώ, κάθε Αύγουστο στην εορτή της Αγίας Παρασκευής, το χωριό ζωντανεύει με το ημερήσιο πανηγύρι, τοπικά εδέσματα και παραδοσιακή μουσική. Και όταν έρθει ο χειμώνας, οι καμινάδες των λιγοστών σπιτιών που κατοικούνται βγάζουν καπνό που μυρίζει ξύλο και φρεσκομαγειρεμένο φαγητό.
Επιστροφή με άλλο βλέμμα
Ο ήλιος δύει πίσω από τη Νεμέρτσικα καθώς ξεκινάει ο δρόμος της επιστροφής. Τα καταπληκτικά πανέμορφα τοπία είναι ακόμα εκεί, φορτισμένα με νόημα. Αυτές οι πλαγιές είναι η μνήμη του 1940. Ο σύγχρονος δρόμος είναι η ειρωνεία ενός χαμένου ονείρου. Το Πωγώνι, και ειδικά ο ακριτικός οικισμός των Δρυμάδων, είναι ένας τόπος για τον ταξιδιώτη που θέλει να γνωρίσει αυθεντικούς ανθρώπους και τόπους, τους οποίους δεν αλλοίωσε ο τουρισμός. Είναι ένας τόπος που μιλάει, αρκεί να αντέχεις τη σιωπή του.
Διαβάστε ακόμα:
Νοέμβριος στη Λίμνη Ζαραβίνα: Το κρυμμένο διαμάντι της Ηπείρου που αξίζει να ανακαλύψετε





