Αν μπορούσε μια μόνο φράση να συμπυκνώσει τη μοναδική ενέργεια και τις χιλιάδες εικόνες που συνθέτουν την ουσία του Μαρακές, αυτή ίσως να είναι «μια γιορτή για όλες τις αισθήσεις». Αμέτρητα χρώματα που πάλλονται κάτω από το εκτυφλωτικό μαροκινό φως, ήχοι που σε κατακλύζουν από παντού, μυρωδιές που μπλέκονται και σε ζαλίζουν, εξωτικές γεύσεις και πλούσια τοπικά εδέσματα που η γεύση βιάζεται να εξερευνήσει και ακόμη περισσότερα στοιχεία -από τα φίνα μετάξια και τα δέρματα στις αγορές ως τα ανάγλυφα ξυλόγλυπτα και κεραμικά στους τοίχους- που θες να ανιχνεύσεις αγγίζοντάς τα.
Οι εμπειρίες για τους επισκέπτες δεκάδες, ετερόκλιτες συχνά, ασυνήθιστες πολλές φορές, μαγευτικές τις περισσότερες. Ανάμεσά τους και μάλιστα κορυφαία για όσους βρεθούν στο Μαρόκο, η επίσκεψη σε έναν από τους διασημότερους και σίγουρα πιο εντυπωσιακούς κήπους στον κόσμο, τον Jardin Majorelle, μια αξέχαστη αστική όαση που όπως και το ίδιο το Μαρακές παντρεύει με έναν πολύ ξεχωριστό τρόπο την κοσμοπολίτικη αύρα με την αίσθηση του εξωτικού της βορειοαφρικανικής πρωτεύουσας. Και που αντίθετα απ΄ ότι θα περίμενε κανείς από έναν κήπο, μένει ανεξίτηλος στη μνήμη όχι για τις αποχρώσεις του πράσινου, αλλά για τον κυρίαρχο κι εκρηκτικό συνδυασμό έντονου μπλε και φωτεινού κίτρινου.
Ιστορία -δημιουργικότητα -καλλιτεχνική έμπνευση
Συνυφασμένη με εκείνη δύο σπουδαίων Γάλλων καλλιτεχνών, η ιστορία του Κήπου Majorelle αποτυπώνει τη δημιουργική ενέργεια του Μαρακές ως κομβικό σημείο της έμπνευσης και της σταδιοδρομίας σημαντικών καλλιτεχνών του 20ού αιώνα, ενώ συμπληρώνει φέτος 101 χρόνια ύπαρξης. Ήταν ο ζωγράφος Jacques Majorelle ο εμπνευστής και δημιουργός του, ο οποίος αφού το 1919 μετακόμισε μόνιμα στο Μαρακές γοητευμένος από τα χρώματα και το φως της πόλης, αγόρασε μετά από τέσσερα χρόνια ένα κομμάτι της γης σε κεντρικό σημείο και ξεκίνησε να διαμορφώνει τον κήπο που έμελλε έναν αιώνα αργότερα να προσελκύει επισκέπτες από όλο τον κόσμο.
Αφού ολοκλήρωσε το χτίσιμο μιας βίλας και του studio του, ο Majorelle προμηθεύτηκε φυτά από όλο τον κόσμο για να φυτέψει στον κήπο του. Κάκτοι, μπαμπού, βουκαμβίλες, μπανανιές και κοκοφοίνικες στριμώχνονταν ανάμεσα σε γιασεμιά, νούφαρα και γιγάντια παχύφυτα όπως η αλόη κι η αγαύη. Το νερό, το οποίο αποτελεί ιερό στοιχείο για το Ισλάμ, έπαιζε επίσης κυρίαρχο ρόλο στο σχεδιασμό των κήπων, καθώς ο καλλιτέχνης πρόσθεσε σε αυτούς δεξαμενές και λίμνες συνδεόμενες μεταξύ τους με φιδωτά μονοπάτια που σκίαζαν τα μεγάλα δέντρα. Αποφασισμένος δε να αιχμαλωτίσει και να αποτυπώσει το μαροκινό φως που τόσο τον είχε συνεπάρει, δημιούργησε τη δική του ζωηρή απόχρωση, το «μπλε του Majorelle», χρησιμοποιώντας το μαζί με άλλα έντονα χρώματα σε τοίχους και τεράστιες πήλινες γλάστρες, δημιουργώντας έντονο κοντράστ με την πυκνή καταπράσινη βλάστηση.
Καθώς ο κήπος απαιτούσε σημαντικά ποσά για τη συντήρησή του, ο Majorelle ήταν ο πρώτος που αποφάσισε να τον ανοίξει για το κοινό το 1947. Ωστόσο, μετά το διαζύγιό του το 1956, ξεκίνησε τη σταδιακή πώληση των εκτάσεων και με το θάνατό του το 1962, ο κήπος περιέπεσε σε εγκατάλειψη. Ευτυχώς όχι για πάντα, αφού τέσσερα χρόνια αργότερα ένας άλλος Γάλλος εμπνευσμένος καλλιτέχνης, ο πρωτοπόρος σχεδιαστής μόδας Yves Saint Laurent, μαγεμένος από την ομορφιά και τη μαγεία του εξωτικού, πολυσυλλεκτικού Μαρακές, αγόρασε στη μαροκινή πόλη την πρώτη του κατοικία, όπου περνούσε όλο και περισσότερο χρόνο με τον σύντροφό του Pierre Berger. Όταν δε διαπίστωσαν το 1980, ότι ο «μικρός και μυστηριώδης Κήπος Majorelle που τα χρώματά του θύμιζαν πίνακα του Henri Matisse και προσέφερε ένα καταφύγιο για απομόνωση από τη φασαρία της πόλης» όπως τον χαρακτήριζαν, κινδύνευε να ανοικοδομηθεί, τον αγόρασαν αμέσως και τάχθηκαν υπέρ της διατήρησής του.
Μαζί με τον κήπο που διατήρησαν στην αρχική του μορφή όσον αφορά το ύφος, τη διαρρύθμιση και τα χρώματα, το ζευγάρι ανακαίνισε το σπίτι του Majorelle -πλέον Villa Oasis-, όπως το είχε ονειρευτεί ο Saint Laurent μετατράπηκε σε ένα ιδιωτικό σύμπαν στην καρδιά του Μαρακές, μια πανδαισία χρωμάτων και μοτίβων όπου μόνο οι προνομιούχοι καλεσμένοι τους είχαν πρόσβαση. Το δε στούντιο του ζωγράφου στέγασε το Μουσείο Βερβέρων, ρόλο που διατηρεί ως τις μέρες μας.
101 χρόνια μετά
Μπορεί στο πέρασμα των χρόνων και με τη γιγάντωση της φήμης των κήπων να μην διατηρούν το χαρακτήρα ενός καταφύγιου γαλήνης, αφού οι επισκέπτες φτάνουν τους 900.000 ετησίως, δεν έχουν χάσει ‘όμως τίποτα από την εξωτική ομορφιά τους. Αποτελώντας ακόμη ένα σκηνικό εκρηκτικών χρωμάτων, με τα θεόρατα πλέον μπαμπού και τους τεράστιους κάκτους να πλαισιώνουν την κεντρική λίμνη που στολίζεται με νούφαρα και τις μικρές δεξαμενές με τα χρυσόψαρα, και με τα αραβικού ύφους σιντριβάνια που ντύνονται με τυρκουάζ πλακίδια, κάνουν εύκολα αντιληπτό γιατί συνεπήραν τόσο τους προκατόχους τους.
Το μπλε και το κίτρινο πάντα σε πρωταγωνιστικό ρόλο, εκτός από φόντο για τα 300 είδη φυτών, κυριαρχούν και στο art deco πρώην στούντιο και νυν Musée Berbère, όπου συνεχίζεται η επίσκεψη θαυμάζοντας μια ενδιαφέρουσα συλλογή 600 χειροτεχνημάτων -από ξυλόγλυπτα και αντικείμενα μεταλλουργίας ως παραδοσιακές τοπικές φορεσιές- που δείχνουν γιατί οι Μαροκινοί είναι σπουδαίοι τεχνίτες. Πλάι στους εντυπωσιακούς κήπους λειτουργούν επίσης café, βιβλιοθήκη και ένα ιδιαίτερα καλαίσθητο κατάστημα δώρων, ενώ το 2017 το Μουσείο Yves Saint Laurent του Μαρακές εγκαινιάστηκε λίγα μόλις μέτρα από τον ιστορικό κήπο που τόσο αγάπησε ο μεγάλος σχεδιαστής.
Με ατμόσφαιρα που σε μεταφέρει στην πασαρέλα των περίφημων επιδείξεών του που έγραψαν ιστορία στη μόδα, με βιτρίνες όπου εκτίθενται αυθεντικά σχέδια και χειρόγραφες σημειώσεις του, με κοσμήματα που συγκρίνονται με έργα τέχνης και καθόρισαν το μαξιμαλιστικό στυλ του και κυρίως με πολλές από τις εκθαμβωτικές, ανεπανάληπτες δημιουργίες που αποδεικνύουν το ιδιοφυές ταλέντο του, ο επισκέπτης περνά από το ονειρικό σύμπαν του κήπου στον εμπνευσμένο κόσμο του τελευταίου ιδιοκτήτη τους. Αναμφίβολα μια εμπειρία μοναδική, που αφήνει ανεξίτηλες εντυπώσεις όπως και το ίδιο το Μαρακές.
Διαβάστε ακόμα:
4 εμπειρίες που αποδεικνύουν ότι το κεντρικό Μαρόκο είναι ένας ονειρεμένος προορισμός
Μαρακές: Η θρυλική «Κόκκινη Πόλη» του Μαρόκου
8 εντυπωσιακά ριάντ του Μαρακές: Εξωτισμός, πολυτέλεια και τοπικό χρώμα