Είναι από τις περιπτώσεις εκείνες που το πάθος και το μεράκι ενός ανθρώπου μπορούν να αλλάξουν την εικόνα ενός χωριού που μέχρι πρότινος ο ταξιδιώτης το προσπερνούσε αδιάφορα. Στα Κάτω Πορόια Σερρών, μια γυναίκα, με οδηγό την αγάπη για το χωριό και την τέχνη, κατάφερε να το μετατρέψει σε ένα Open Air Museum, δίνοντας και πάλι χρώμα στις όψεις των παλαιών μαγαζιών που, εδώ και πολλά χρόνια, είχαν βάλει λουκέτο. Και δεν έμεινε μόνο εκεί. Οι αισθητικές παρεμβάσεις στην κεντρική πλατεία, με αρωματικά φυτά και πολύχρωμες κατασκευές, καθώς και ένα εντυπωσιακό λαογραφικό μουσείο που έστησε από το μηδέν, συγκεντρώνοντας και διασώζοντας αυθεντικά αντικείμενα του τόπου, κάνουν τον επισκέπτη να ταξιδέψει πίσω στον χρόνο και να δει με άλλο μάτι ένα μικρό χωριό που συνεχίζει να επιμένει.

16

Στους πρόποδες του Μπέλλες

Η αλήθεια είναι ότι τα Κάτω Πορόια, στους πρόποδες του καταπράσινου Μπέλλες, με λιγότερους από 450 κατοίκους σήμερα, βρίσκονται στη «σκιά» των φημισμένων Άνω Ποροίων, που απέχουν λιγότερο από τρία χιλιόμετρα βορειοανατολικά τους. Είναι από τις περιπτώσεις εκείνες όπου οι επισκέπτες της περιοχής τα διασχίζουν, για να ανηφορίσουν στα φημισμένα Άνω Πορόια, αλλά ελάχιστοι σταματούν σε αυτά.

Η εικόνα αυτή τείνει να αλλάξει, χάρη σε μια γυναίκα η οποία μεταμορφώνει το χωριό σε υπαίθριο έργο τέχνης και μνήμης, πετυχαίνοντας να κινήσει το ενδιαφέρον των διερχόμενων επισκεπτών. Πλέον, όλο και περισσότεροι επισκέπτες σταματούν για να γνωρίσουν το μικρό αυτό «διαμαντάκι» της περιοχής, πνιγμένο στα αιωνόβια πλατάνια και στη σκιά του επιβλητικού Μπέλλες, της οροσειράς που αποτελεί φυσικό σύνορο με τη γειτονική Βουλγαρία.

Η Ελένη Καραφλούδη είναι η γυναίκα αυτή που, τα τελευταία χρόνια, με πολύ πείσμα και πάθος, κατάφερε να μεταμορφώσει το κέντρο του χωριού, κάνοντάς το σημείο αναφοράς. Αρχικά, ξεκίνησε να ζωγραφίζει, με τη βοήθεια της καλής της φίλης Κλεονίκης Ζωίδου, τις όψεις των στάσεων λεωφορείων. Το αποτέλεσμα εντυπωσίασε, συγκινώντας τους παλαιότερους, ενώ άρχισε να προκαλεί και το ενδιαφέρον των επισκεπτών. Πολύ σύντομα, η παρέμβαση επεκτάθηκε και στις προσόψεις των παλιών καταστημάτων, που, εδώ και χρόνια, έχουν πάψει να λειτουργούν, όπως συμβαίνει σε δεκάδες χωριά της ελληνικής υπαίθρου. Παντοπωλείο, νεωτερισμοί, κρεοπωλείο, οβελιστήριο. Οι ξεθωριασμένες όψεις απέκτησαν ξανά «φωνή» και οι τοιχογραφίες έδωσαν νέα ζωή στα κτήρια, θυμίζοντας εποχές τις οποίες οι νεότεροι δεν έχουν ζήσει.

«Η μία τοιχογραφία έφερνε την άλλη», λέει χαρακτηριστικά η Ελένη. «Στην προσπάθεια αυτή, είχαμε συμμάχους τους ιδιοκτήτες και κληρονόμους των κτιρίων, οι οποίοι -έστω και έτσι- είδαν τα παλιά, ξεχασμένα ακίνητα να παίρνουν ξανά ζωή. Για πολλούς από αυτούς, ήταν συγκινητικό να βλέπουν το μαγαζί του παππού ή του πατέρα τους να “αναπνέει” ξανά, μέσα από τα χρώματα και τις μνήμες».

Σήμερα, περπατώντας στο κέντρο του χωριού, ο επισκέπτης έχει την αίσθηση ότι ο χρόνος γυρίζει πίσω. Έξω από το παλιό κομμωτήριο, φιγουράρει η κομμώτρια με τις πελάτισσές της. Στο πρώην σιδεράδικο, ο μάστορας είναι εν ώρα εργασίας. Το παλιό μπακάλικο και το περίπτερο ξαναπαίρνουν μορφή, ενώ οι φιγούρες του καφενείου συζητούν, πίνουν, γελούν πάνω στον σοβά. Η εικόνα λειτουργεί ως σκηνικό που προσκαλεί τον επισκέπτη να γίνει μέρος της. Μια εμπειρία που προσφέρει την αίσθηση της συμμετοχής στο παρελθόν.

Η πλατεία του χωριού έχει επίσης μεταμορφωθεί σε έναν ζωντανό και δημιουργικό χώρο, γεμάτο χρώματα, φροντίδα και αγάπη για το περιβάλλον. Ανάμεσα σε λουλούδια, φυτά και αρωματικά, ξεχωρίζουν ευφάνταστες και αναπάντεχες κατασκευές, όπως μια αναποδογυρισμένη ομπρέλα που μετατράπηκε σε παρτέρι, δέντρα που «ντύθηκαν» με πολύχρωμα πλεκτά, ενώ κρεμαστά φυτά αιωρούνται κάτω από σκέπαστρα ή χειροποίητες γωνιές. Καλλιτεχνικές λεπτομέρειες που αποδεικνύουν ότι το μεράκι και η φαντασία αρκούν για να αλλάξουν την εικόνα του δημόσιου χώρου. Πλέον, η πλατεία του χωριού είναι τόπος στάσης και χαλάρωσης, που ειδικά την άνοιξη και το καλοκαίρι πλημμυρίζει με χρώματα και αρώματα.

Κιβωτός ιστορίας και μνήμης

Με πολλή αγάπη στήθηκε και το μικρό λαογραφικό μουσείο του χωριού. Ένας χώρος που κατάφερε να συγκεντρώσει αυθεντικά αντικείμενα από αποθήκες, πατάρια, αλλά ακόμη και από κάδους απορριμμάτων. Εκεί όπου η μνήμη κινδύνευε να χαθεί σιωπηλά. «Δεν μπορούσα να βλέπω όλα αυτά τα αντικείμενα να χάνονται, σαν να σβήνονται οι άνθρωποι που τα χρησιμοποίησαν» λέει με νόημα η Ελένη, συνεχίζοντας: «Έψαξα σε αποθήκες, ρώτησα γείτονες, βρήκα θησαυρούς ακόμα και σε κάδους. Ήθελα να σώσουμε ό,τι προλάβαινε να σωθεί. Το μουσείο είναι ένα ευχαριστώ στους παλιούς και μια ιστορία για τους νέους».

Μέσα από τα εκθέματα του μουσείου, παρουσιάζονται η καθημερινή ζωή και οι βασικές ασχολίες των κατοίκων των Κάτω Ποροΐων, όπως ήταν παλαιότερα. Ξεχωρίζουν οι θεματικές γωνιές, όπως εκείνη του χασάπη και του κουρέα, με αυθεντικά έπιπλα και αντικείμενα της εποχής, τα οποία διασώθηκαν, καθαρίστηκαν και αναδείχθηκαν με σεβασμό. Συγκίνηση προκαλεί και η αναπαράσταση της παλιάς σχολικής αίθουσας, με ξύλινα θρανία, μαθητές ντυμένους με τις κλασικές ποδιές και τη δασκάλα όρθια μπροστά στον πίνακα.

Το μουσείο λειτουργεί ως κιβωτός της ιστορίας και της παράδοσης και συγκαταλέγεται σήμερα στα πλέον αξιόλογα της περιοχής, με τη συλλογή του να εμπλουτίζεται συνεχώς, χάρη στην εμπιστοσύνη των ντόπιων και την αγάπη της δημιουργού του (Πληροφορίες: 6972901730). Συμπαραστάτη στην προσπάθειά της, η Ελένη έχει τον δραστήριο Πολιτιστικό Σύλλογο των Κάτω Ποροίων, αλλά και κατοίκους που της προσφέρουν υλικά για το έργο της. Ανήσυχο πνεύμα, η ίδια σχεδιάζει τις επόμενες παρεμβάσεις της, που στόχο έχουν να ομορφύνουν το χωριό και να φέρουν περισσότερο κόσμο.

Στα λόγια της διακρίνεις εύκολα την αγάπη και το πάθος για το χωριό που γεννήθηκε, άφησε πολύ μικρή και επέστρεψε πριν από εννέα περίπου χρόνια, αφού έζησε στην Αυστραλία, εργάστηκε ως αεροσυνοδός και έκανε οικογένεια.

Η Ελένη είναι από τους ανθρώπους που με ένα πινέλο, ένα παλιό αντικείμενο -που άλλοι θα πετούσαν- με πολλά λουλούδια, κατάφερε να αλλάξει τον τρόπο που βλέπει κανείς τον τόπο της. Τι αποδεικνύει αυτό ; Πως υπάρχουν περιπτώσεις που δεν χρειάζονται μεγάλα έργα και λόγια, αλλά μεράκι, πίστη και ανθρώπους που δεν παραιτούνται.

Διαβάστε ακόμα:

Άνω Πορόια: Ιδανικός τόπος για να ζεις

Σέρρες: Μαγειρεύοντας στη σκιά του Μπέλλες

Οι Σέρρες του Βασίλη Λέκκα