Όσο περισσότερο χρόνο μοιράζομαι με το βουνό, τόσο πιο συχνά θέλω να επιστρέφω, τόσο πιο έντονα νιώθω να με καλεί. Γι’ αυτό, κι αυτό το Σαββατοκύριακο, βρίσκω το σακίδιό μου στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου και την καρδιά μου γεμάτη ανυπομονησία να ταξιδεύει με προορισμό την καρδιά της Ρούμελης. Ενώ η άνοιξη βρίσκεται στη δική της κορύφωση, προσεγγίζω την πέτρινη σιλουέτα της Οίτης, γνωστή για τα ατελείωτα λουλουδιασμένα λιβάδια, τις πηγές που ξεδιψούν πεζοπόρους και τη θαυμαστή άγρια ζωή που βρίσκει καταφύγιο στον δρυμό αυτό.

13

Όρος Οίτη: Νάρκισσοι και ρυάκια

Η Οίτη, πέρα από μυθική -εκεί λέγεται πως έσβησε ο Ηρακλής- είναι και ένας τόπος απέραντης φυσικής ομορφιάς, εκείνης της σπάνιας και ποικιλόμορφης, που απλώνεται πλουσιοπάροχα δίχως όρια. Καταρράκτες, εποχικές λίμνες, πυκνή δασοκάλυψη, λουλούδια που φύονται αποκλειστικά σε τούτο το χώμα, αγριοβότανα, πανίδα που απειλείται, μορφολογία που διαφοροποιείται και θέες που χαράζονται στις μνήμες των εξερευνητών.

Το πρωινό εμφανίζεται πάνω από τις ροδόχρυσες πλαγιές του ορεινού όγκου, κι εγώ, δένοντας τα ορειβατικά μποτάκια μου, ετοιμάζομαι να περιηγηθώ στην ατελείωτη ομορφιά της φύσης. Κάθε βήμα φέρνει και ένα νέο άρωμα – έχω μάθει να ξεχωρίζω ορισμένα- παρατηρώ τους κρόκους με τα λιλά τους πέταλα και την πορτοκαλιά κηλίδα, ενώ οι λευκοί νάρκισσοι πρωταγωνιστούν, χρωματίζοντας τις πράσινες πλαγιές, και τα μικρά χαμομήλια ξεπηδούν από το χώμα.

Το μονοπάτι και η κορυφή Πυργάκι

Η περιήγησή μας ξεκινά από το καταφύγιο της Οίτης, σε ένα καλά σηματοδοτημένο μονοπάτι διάρκειας περίπου 1-1,5 ώρας. Αφού περπατήσαμε κατά μήκος του δρόμου για λίγα λεπτά, ανηφορίσαμε δεξιά, κερδίζοντας γρήγορα ύψος μέσα απ’ το ελατόδασος. Τα βήματά μας αφήνουν ίχνη στο νωπό χώμα – απόδειξη του χθεσινού ψιλόβροχου. Στο σακίδιο έχω όσα χρειάζομαι: μερικά ρούχα σε στρώσεις για τις εναλλαγές του καιρού, αντηλιακό, ένα ελαφρύ αντιανεμικό και το γαλάζιο μου σημειωματάριο. Μέσα από τα σκιερά μονοπάτια, η διαδρομή ανηφορίζει ανάμεσα σε κορμούς δέντρων, με την υφή του βουνού να εναλλάσσεται συνεχώς καθώς προχωρώ: ψηλά έλατα, θαμνώδης βλάστηση και ξέφωτα.

Η Οίτη μοιάζει να ξεχωρίζει από τα βουνά που την περικλείουν -Βαρδούσια, Γκιώνα- με μια αύρα ήρεμη, όμως, είναι ορισμένες όψεις της με κοφτερό ανάγλυφο που αποτυπώνουν αναμφισβήτητα την αγριότητα των ρουμελιώτικων βουνών. Το πέτρωμά της εμφανίζει φλύσχη, που επιτρέπει την ανάπτυξη της ιδιαίτερης, πλούσιας βλάστησης της περιοχής και την παρουσία των αμέτρητων πηγών που αναβλύζουν από το έδαφος, δημιουργώντας άλλοτε ποτάμια και άλλοτε μικρές λίμνες. Ένας βοτανολογικός παράδεισος και από τα τελευταία οχυρά της φύσης, ο Εθνικός αυτός Δρυμός μας προσφέρει ό,τι αναζητούσαμε αυτό το Σαββατοκύριακο.

Σύντομα φτάνουμε στα 1.575 μ., στην κορυφή Πυργάκι, με μια θέα που ατενίζει τις αιχμηρές κορυφογραμμές των Βαρδουσίων, της Γκιώνας -ή αλλιώς «Ασέληνον Όρος»-, του Παρνασσού και του Μαλιακού. Ο αέρας στα ψηλά είναι αλλιώτικος, μοιάζει με αγχολυτικό. Η καθαρή ατμόσφαιρα και τα μηδαμινά σύννεφα μας επιτρέπουν να παρατηρήσουμε με ευκρίνεια κάθε στοιχείο του ορίζοντα.

Μία λιτή «γιορτή»

Λίγες στιγμές ηρεμίας αργότερα, αποφασίσαμε να επιστρέψουμε προς το καταφύγιο, για να στήσουμε μια μικρή γιορτή στο δάσος που βρίσκεται απέναντί του. Δεν χρειάστηκαν πολλά: ένα ξέφωτο με τη χλόη να φωτίζεται απ’ τον ήλιο, μερικοί κορμοί δέντρων για καθίσματα, καλή παρέα και διάθεση. Ήταν η στιγμή για το πικ νικ μας. Το καρό τραπεζομάντηλο απλωμένο στο γρασίδι και όσα χωρούσαν στα σακίδιά μας, μαζί με χαρτοπετσέτες και μια σακούλα σκουπιδιών. Γιατί στη φύση η φιλοξενία προϋποθέτει σεβασμό κι εγώ δεν ήθελα να αφήσω πίσω ούτε ψίχουλο. Μοιραστήκαμε λίγη από τη λεμονάδα, που διατηρούσε ακόμη τη δροσιά της στο παγούρι, παξιμάδια χαρουπιού, μερικά κομμάτια γραβιέρας και δύο τυλιγμένα τοστ σε μια χαρτοπετσέτα.

Εκεί, καθισμένοι στο γρασίδι, με τα πόδια γυμνά από τις μπότες και τη σιωπή να τυλίγει το τοπίο, κάθε μπουκιά έμοιαζε διαφορετική, πιο γευστική. Εδώ, τη μουσική αντικαθιστούν οι ήχοι των πουλιών, οι ελαφριοί αέρηδες και οι κινήσεις των διάφορων φυλλωμάτων που μας περικλείουν. Ξάπλωσα για λίγο με τα μάτια στραμμένα στα κλαδιά, αφήνοντας τα παιχνιδίσματα του ήλιου να ηρεμήσουν το πρόσωπό μου -να, μόνο μερικά απλά πράγματα χρειάζονται για να κάνουν τη στιγμή πολύτιμη. Όταν έφτασε η ώρα της επιστροφής, η διαδρομή είχε κάτι διαφορετικό. Δεν ήμουν πια ανυπόμονη. Ένιωθα μια γλυκιά πληρότητα. Κρατούσα τη δεμένη σακούλα με τα σκουπίδια και την ανάμνηση της λιτής μας γιορτής, όσο σκεφτόμουν πως ίσως τελικά αυτή να είναι η αμοιβή όσων «περπατούν»: να γίνουν μέρος του τόπου, έστω και για λίγες ώρες.

Διαβάστε ακόμα:

Τα χωριά της Οίτης: Ήρεμα, καταπράσινα, γραφικά

Εξερευνώντας την Οίτη: Aυτοκινητάδες εκτός δρόμου, πεζοπορίες και ορεινά χωριά

Μια μέρα στο πάρκο της Παύλιανης – Γέφυρες με μουσική, κούνιες και αιώρες στα έλατα