Το πρωινό φως διαχέεται απαλά μέσα από τα παράθυρα του σπιτιού στην Ίκλαινα, φωτίζοντας μια κουζίνα που κυριαρχεί στον χώρο σαν καρδιά που χτυπάει. Εδώ, ανάμεσα σε κρεμασμένα δεματάκια βοτάνων και σειρές από βάζα με τοπικά προϊόντα, η Νατάσα Λαμπρινοπούλου μας υποδέχεται με ένα χαμόγελο που μαρτυρά την ηρεμία όσων βρήκαν τον δρόμο τους.
Δεκαπέντε χρόνια πριν, αυτή η γυναίκα με τις σταθερές κινήσεις και το διαπεραστικό βλέμμα στεκόταν σε δικαστικές αίθουσες στον Πειραιά και την Αθήνα, ασκώντας το επάγγελμα της δικαστικού. Σπούδασε νομική στην Κομοτηνή και στη συνέχεια πήγε στη σχολή δικαστών. Κόρη αγροκτηνοτρόφου από τον Μαραθώνα, η Νατάσα είχε κληρονομήσει από τον πατέρα της -που εξέτρεφε αγελάδες- την αγάπη για τη γη και τα αυθεντικά προϊόντα της.
«Η δικαστική αίθουσα ήταν κάτι που ζούσα καθημερινά», θυμάται, χτενίζοντας με τα δάχτυλά της κάποια φρέσκα φύλλα δυόσμου. «Αλλά το 2010, κατάλαβα ότι χρειαζόμουν κάτι διαφορετικό». Η απόφαση ήρθε ξαφνικά, όπως συμβαίνει με όλες τις μεγάλες αλλαγές. Μαζί με τον σύζυγό της, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την Αθήνα για την Ίκλαινα της Μεσσηνίας. Εκεί, ανάμεσα σε ελαιόδεντρα και θάλασσα, η Νατάσα ανακάλυψε μια άλλη διάσταση του εαυτού της.
Το «Τέρψη» και η ανακάλυψη των ριζών
Το 2015, σχεδόν πέντε χρόνια μετά τη μετακόμισή της, η Νατάσα έκανε το τολμηρό βήμα: άνοιξε το εστιατόριο «Τέρψη». Το όνομα δεν ήταν τυχαίο -αναφερόταν στη μούσα της ηδονής και της χαράς, κάτι που η ίδια είχε βρει στο μαγείρεμα. «Δεν ήταν απλώς ένα εστιατόριο», εξηγεί, ενώ ανοίγει ένα βάζο με αρωματικό ελαιόλαδο. «Ήταν ένα ταξίδι ανακάλυψης των μεσσηνιακών προϊόντων και των παραδοσιακών συνταγών».
Για σχεδόν μια δεκαετία, η Νατάσα εμβάθυνε στην έρευνα των τοπικών γεύσεων. Επισκεπτόταν παραγωγούς, μάθαινε για παλιές καλλιεργητικές μεθόδους, ανακάλυπτε ξεχασμένες συνταγές. Το «Τέρψη» έγινε προορισμός για όσους αναζητούσαν αυθεντικές γεύσεις, ένα μέρος όπου η σύνδεση μεταξύ τόπου και τροφής γινόταν αισθητή σε κάθε μπουκιά.
Η επιτυχία ήταν συντριπτική. Μέχρι το καλοκαίρι του 2024, το εστιατόριο είχε χτίσει φήμη που ξεπερνούσε τα όρια της Μεσσηνίας. Ωστόσο, στο τέλος εκείνης της χρονιάς, η Νατάσα πήρε μια ακόμη αιφνίδια απόφαση: έκλεισε το «Τέρψη».
Η συνάντηση με την Τέτη
Στην πορεία αυτή, η Νατάσα δεν ήταν μόνη. Η φίλη της, Τέτη Σταθοπούλου, γεννημένη στη Φρανκφούρτη αλλά με ρίζες βαθιά ελληνικές, έφερε στη συνεργασία τους τη διεθνή της εμπειρία και το επικοινωνιακό της ταλέντο. Η ιστορία της Τέτης είναι η ιστορία πολλών Ελλήνων της διασποράς: από τη Γερμανία στους παππούδες στην Ελλάδα, στη συνέχεια στο Σικάγο με την οικογένεια, και αργότερα στη Βενεζουέλα, όπου έμαθε τις πωλήσεις και την οργάνωση events. Μιλώντας άπταιστα ελληνικά, αγγλικά και ισπανικά, η Τέτη έγινε η γέφυρα μεταξύ της κουζίνας της Νατάσας και του κοινού.
«Η Τέτη είναι αυτή που έκανε τη σύνδεση με τους ανθρώπους», λέει η Νατάσα, ενώ η φίλη της χαμογελάει και συνεχίζει να προετοιμάζει τα υλικά. «Στο “Τέρψη”, είχε αναλάβει όλη την επικοινωνία με τους πελάτες, το σέρβις, την ατμόσφαιρα».
Μια πρωινή συνταγή, μια ζωντανή παράδοση
Σήμερα, στην κουζίνα του σπιτιού στην Ίκλαινα, οι δύο γυναίκες μας ταξιδεύουν στον κόσμο των μεσσηνιακών γεύσεων. Η Τέτη έχει ήδη μαζέψει φρέσκα βότανα από την αυλή -δυόσμο, ρίγανη, δενδρολίβανο- που αρωματίζουν τον χώρο με τη φυσική τους ουσία. «Όταν χρειαζόμαστε μυρωδικά, βγαίνουμε απλώς έξω», λέει γελώντας η Νατάσα, δείχνοντας προς την αυλή όπου μικροί θάμνοι, κρύβουν θησαυρούς γεύσης.
Το πιάτο που ετοιμάζουν είναι απλό στη σύλληψη, πολύπλοκο στην ιστορία του: καγιανάς με παστό και τριμμένη ντομάτα. «Αυτό είναι ένα έδεσμα που αξίζει πραγματικά να δοκιμάσει κανείς όταν βρεθεί στην περιοχή», εξηγεί η Νατάσα, ενώ τα χέρια της κινούνται με χάρη και ακρίβεια. Παράλληλα, δημιουργούν μια τοπική σαλάτα που είναι ποίημα χρωμάτων και γεύσεων: φέτες πορτοκαλιού που λάμπουν σαν μικροί ήλιοι, μαύρες ελιές Καλαμών που κρύβουν όλη τη γεύση της μεσογειακής γης, και λευκά τεμάχια κρεμμυδιού που δίνουν την αναγκαία πικάντικη νότα. Το ψωμί που συνοδεύει όλα αυτά είναι προσμένιο, ζυμωμένο με τον παραδοσιακό τρόπο, χρυσό και τραγανό.
Το μέλλον σε pop-up εμφανίσεις
Αν και το «Τέρψη» έκλεισε, η περιπέτεια συνεχίζεται. Οι δύο φίλες σχεδιάζουν pop-up εμφανίσεις σε εστιατόρια της περιοχής και private cooking events σε κατοικίες. Η ιδέα είναι απλή: να φέρουν την αυθεντική μεσσηνιακή κουζίνα κοντά στους ανθρώπους, όπου κι αν βρίσκονται. «Το φαγητό, τα προϊόντα, γενικότερα η εμπλοκή μας στον χώρο της εστίασης είναι για εμάς κάτι πάρα πολύ σημαντικό», λέει η Νατάσα, και η φωνή της γεμίζει συγκίνηση. «Δεν είναι απλώς δουλειά. Είναι τρόπος ζωής».
Καθώς ο ήλιος ανεβαίνει ψηλότερα και γεμίζει την κουζίνα με χρυσό φως, κατανοούμε ότι η ιστορία της Νατάσας Λαμπρινοπούλου είναι κάτι περισσότερο από μια επαγγελματική μετάβαση. Είναι η αφήγηση μιας επιστροφής -στις ρίζες, στη γη, στην απλότητα των αυθεντικών γεύσεων. Από τα δικαστήρια στην κουζίνα, από την πόλη στην επαρχία, από τη νομική στη γαστρονομία, η πορεία της είναι μια υπενθύμιση ότι οι πιο σημαντικές αλλαγές στη ζωή μας έρχονται όταν αρχίσουμε να ακούμε πραγματικά τον εαυτό μας.
Και εκεί, στην Ίκλαινα, ανάμεσα στα αρώματα των βοτάνων και τις γεύσεις της παράδοσης, η Νατάσα συνεχίζει να γράφει την ιστορία της -μια ιστορία που μυρίζει ελαιόλαδο και δυόσμο, που γεύεται αυθεντικότητα και που κρύβει σε κάθε της σελίδα την αγάπη για τη γη που την υιοθέτησε.
Διαβάστε ακόμα:
Αποστολή του Travel.gr στη Μεσσηνία: Oι ταξιδιωτικές αρετές της Κορώνης
Ένα ταξίδι στην αυθεντική Ελλάδα: Οδοιπορικό στις Γαϊτσές, στην αγκαλιά του Ταϋγέτου