Παραδοσιακά, κρατάω τρεις με τέσσερις ημέρες στο τέλος κάθε ταξιδιού με τη μοτοσικλέτα για τα λεγόμενα «μπάνια του λαού», για «σβήσιμο» μετά τα ατελείωτα χιλιόμετρα στους δύο τροχούς.

20

Στο συγκεκριμένο ταξίδι, η επιστροφή από τη Σκανδιναβία με έφερε στις ακτές της Βαλτικής, μετά από δεκάωρο ταξίδι εν πλω από το λιμάνι της Karlskrona, στο νοτιότερο άκρο της Σουηδίας, με προορισμό την Gdynia, το εμπορικό και πολιτιστικό λιμάνι της βόρειας Πολωνίας.

Η διαδρομή μέχρι τον κόλπο του Sopot

Η «υποδοχή» δεν θύμιζε σε τίποτα ένα θερμό καλωσόρισμα, αφού ταξίδι με τη μηχανή χωρίς βροχή δεν νοείται. Μουντός καιρός, μαύρα σύννεφα, ψιλόβροχο και μετά δυνατή βροχή, με τα αδιάβροχα να παίρνουν τη θέση τους πάνω από τη στολή του αναβάτη.

Μέσα από το μουσκεμένο «visor» του κράνους, δεν πρόλαβα να δω και πολλά πράγματα από το ναυτικό παρελθόν της Gdynia, παρά μόνο ότι στη διαδρομή των 9 χιλιομέτρων μέχρι το Sopot, οδηγούσα παράλληλα με ένα τρένο που επίσης είχε τον ίδιο προορισμό με εμένα.

Αφήνοντας τη βροχερή πόλη, που εκτός από πλοία φιλοξενεί και το ετήσιο φεστιβάλ κινηματογράφου της Πολωνίας, μετά από σχεδόν 18 λεπτά οδήγησης, ξεπρόβαλε το κοσμοπολίτικο στολίδι της «Ριβιέρας του Βορρά». Ένα κομμάτι γης πάνω στην αμμουδιά, βγαλμένο από άλλη εποχή, με τα αρχοντικά και μεγαλοπρεπή κτήρια να γίνονται ένα με το καταπράσινο τοπίο και τα αυτοκίνητα να δίνουν τη θέση τους στα ποδήλατα, τα πατίνια και τους πεζούς.

«Εδώ θα κάνουμε τα μπάνια μας», αναφώνησα όταν πάρκαρα τη μοτοσικλέτα στην είσοδο του ξενοδοχείου με άρωμα Άπω Ανατολής (Hotel Zhong Hua), με απρόσκοπτη θέα στον κόλπο του Sopot, άμεση πρόσβαση στην παραλία και μια ατελείωτη ατμόσφαιρα «feng-shui» σε κάθε σου βήμα.

Αυτή η θετική ενέργεια είναι διάχυτη σε κάθε σοκάκι του Sopot. Η πρώτη διερευνητική βόλτα στο παραθαλάσσιο στολίδι της Πολωνίας -που επέλεγε μέχρι και η Άνγκελα Μέρκελ για τις διακοπές της- είναι μια πραγματική αποκάλυψη: από το περπάτημα στον μεγαλύτερο ξύλινο μώλο της Ευρώπης, το Pier του Sopot (650 μέτρα), όπου για περισσότερο από μισό χιλιόμετρο βαδίζεις πάνω από το νερό και πληρώνεις «διόδια» για να φτάσεις μέχρι τον φάρο και να βγάλεις μια σέλφι με φόντο το «πειρατικό» ξύλινο πλοιάριο που σε ξεναγεί από θαλάσσης σε ολόκληρη την ακτογραμμή.

Στην καρδιά του Sopot για μουσική, αρχιτεκτονική και πολυτέλεια

Ωστόσο, η καρδιά του Sopot χτυπά στον πεζόδρομο «Monte Cassino», ο οποίος ζωντανεύει όλο το 24ωρο με μουσικές, γεύσεις, αρώματα και ευρωπαϊκή φινέτσα. Όλα αυτά γίνονται ένα με τη μοναδική αρχιτεκτονική μιας άλλης εποχής.

Από το «Grand Hotel» -εκεί όπου κάποτε διέμεναν βασιλιάδες και σταρ του κινηματογράφου- που από το 1920, οπότε και ιδρύθηκε, φιλοξένησε διασημότητες όπως η Marlene Dietrich, ο Charles de Gaulle και άλλοι, έως σήμερα, όπου αποτελεί καταφύγιο για όσους επιθυμούν την πολυτέλεια και το στυλ.

Μέχρι το περίφημο «στραβό σπίτι» ή, στην τοπική διάλεκτο, «Krzywy Domek», σαν βγαλμένο από παραμύθι μαγνητίζει τα βλέμματα και τις φωτογραφικές μηχανές, αποτελώντας σημείο αναφοράς και σύμβολο του μοντέρνου Sopot. Μία από τις πιο αναγνωρίσιμες σύγχρονες αρχιτεκτονικές γωνιές της Πολωνίας, σχεδιασμένο με έμπνευση από τον Kasimir, τον Szancer και τον Gaudí.

Η ιστορία του Wojtek και το Sopot Festival

Και κάπου εκεί, να σου και ο αρκούδος ονόματι «Wojtek», ένα μπρούτζινο άγαλμα σε μια γωνιά του κεντρικού πεζόδρομου, σήμα κατατεθέν της Πολωνικής 2ης Στρατιάς κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ιστορία του μοιάζει με παραμύθι, μόνο που είναι πέρα για πέρα αληθινή. Το 1942, Πολωνοί στρατιώτες βρίσκονται στην εξορία, διασχίζοντας το Ιράν. Συναντούν έναν μικρό, ορφανό αρκούδο και τον υιοθετούν. Του δίνουν φαγητό, τον βαφτίζουν στρατιώτη, κουβαλά κιβώτια πυρομαχικών στο μέτωπο και γίνεται σύμβολο θάρρους. Οι στρατιώτες αλλάζουν το έμβλημα της μονάδας τους, πλέον είναι ένας αρκούδος που κρατά οβίδα.

Εννοείται ότι δεν προλαβαίνεις να τα δεις όλα σε μία ημέρα. Άσε που επιβάλλεται -και για ιστορικούς λόγους- να κάνεις και μια βουτιά στα «κατάμαυρα» νερά της Βαλτικής, για να έχεις να λες ότι «το έκανα και αυτό!». Τα 4,5 χιλιόμετρα της ακτογραμμής σου δημιουργούν μια αίσθηση απεραντοσύνης, χωρίς βέβαια τις ατέλειωτες ξαπλώστρες μπροστά στο κύμα, ούτε τα κρυστάλλινα νερά των ελληνικών θαλασσών. Κρυστάλλινα μπορεί να μην είναι, αλλά με σιγουριά είναι κυριολεκτικά «κρύσταλλο», με τη θερμοκρασία μέσα στο νερό να ξεπερνά μετά βίας τους 16 βαθμούς Κελσίου μέσα στο κατακαλόκαιρο.

Αν είστε τυχεροί, μπορεί να πέσετε πάνω και στο περίφημο «Sopot Festival», μια μοναδική μουσική εμπειρία μέσα στο δάσος. Πρόκειται για το κορυφαίο, μακράν, καλοκαιρινό μουσικό event, που διεξάγεται στο Forest Opera, ένα αμφιθέατρο ανάμεσα στα δέντρα, συνολικής χωρητικότητας 5.000 θέσεων.

Tips: Ένα είναι βέβαιο: το βραδάκι, απαραίτητο αξεσουάρ αποτελεί ένα φούτερ, ενώ σας συνιστώ να αποφύγετε την επίσκεψη σε κάποιο τοπικό super market, ειδικά αν έχετε «ευαισθησία» στις χαμηλές τιμές και τις συγκρίσεις.

*Ο Γιάννης Πιτταράς είναι δημοσιογράφος και παρουσιαστής της εκπομπής «Δεκατιανοί».

Διαβάστε ακόμα:

Αλατωρυχείο της Βιελίτσκα: Ένα «αλμυρό» μουσείο στην καρδιά της Πολωνίας

O γαστρονομικός θησαυρός της Πολωνίας: Τα Pierogies και η τέχνη της Syrene

Βαρσοβία – Κρακοβία – Άουσβιτς: Ένα ξεχωριστό ταξίδι στην Πολωνία