Το Τουρκμενιστάν είναι η πιο μυστηριώδης, απόκοσμη και αινιγματική χώρα της Κεντρικής Ασίας, μία χώρα που επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις. Στους περισσότερους είναι γνωστή για τη λαμπερή της πρωτεύουσα, τη λευκή Ασγκαμπάτ, την απέραντη στέπα και τις αυταρχικές κυβερνήσεις της. Αυτό όμως που εντυπωσιάζει όσους την επισκέπτονται είναι η χαώδης αντίθεση ανάμεσα στο σύγχρονο όραμα της υπερβολής και την υστέρηση των διαχρονικών ερήμων της.

42

Γη των νομάδων της στέπας, με την ονομασία Τουρκμενία παλαιότερα, Τουρκμενιστάν μετέπειτα ως Σοβιετική Δημοκρατία, πέρασε στην ανεξαρτησία το 1991 και τη σύγχρονη εποχή ως η πιο απομονωμένη και ανεξερεύνητη χώρα της Κεντρικής Ασίας. Και ναι σίγουρα δεν είναι μια συνηθισμένη χώρα. Παρόλα αυτά, είναι μια χώρα με πανάρχαιες ρίζες, σταυροδρόμι πολλών πολιτισμών και κοιτίδα πνευματικότητας λόγω της στρατηγικής θέσης της κατά μήκος του «Δρόμου του Μεταξιού». Ένας τόπος με ιστορικό πλούτο, πολιτιστική παράδοση και ανέγγιχτη φυσική ομορφιά που αποπνέει μια απέραντη γαλήνη.

Για μας είναι κι ένας τόπος, από όπου πέρασαν Έλληνες κι άφησαν ισχυρό αποτύπωμα.

Τουρκμενιστάν σημαίνει « Γη των Τουρκομάνων» μιας συνομοσπονδίας τουρκόφωνων Ογούζικων φυλών που μετακινήθηκαν από τη Μογγολία στη σημερινή Κεντρική Ασία τον 8ο αιώνα. Με πληθυσμό περίπου 7 εκατομμύρια κατοίκους και συνολική έκταση 488.100 τετρ. χιλιόμετρα, το Τουρκμενιστάν είναι μια αραιοκατοικημένη χώρα, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας καταλαμβάνεται από την έρημο Καρακούμ και τη στέπα. Ωστόσο είναι πλούσια σε αποθέματα αερίου. Η χώρα συνορεύει με το Καζακστάν και το Ουζμπεκιστάν στα βορειοδυτικά και βορειοανατολικά, το Ιράν και το Αφγανιστάν στα νοτιοδυτικά και νοτιοανατολικά αντίστοιχα, ενώ στα δυτικά βρέχεται από την Κασπία θάλασσα.

«Έλα Παναγία μου. Τι θα πας να κάνεις εκεί»; Η πρώτη αντίδραση φίλων και συγγενών, όταν έμαθαν για το ταξίδι. Για τις γιορτές Νοβρούζ αντέτεινα. Στην πραγματικότητα οι γιορτές Νοβρούζ ήταν μια πολύχρωμη πινελιά στον μονόχρωμο καμβά της απέραντης στέπας. Κι εκεί ήθελα να πατήσω, πάνω στο γυμνό χώμα της. Εκεί όπου πατούν οι δρομάδες της ερήμου και τα άλογα ράτσας Αχάλ Τεκέ, τα καμάρια του Τουρκμενιστάν. Κι ήθελα ακόμα με οδηγό τη φαντασία μου να αγγίξω έναν αληθινά αρχαίο πολιτισμό, με πόλεις φθαρμένες που λιώνει ο χρόνος κι ο καιρός, να περπατήσω σε μονοπάτια και δρόμους που περπάτησαν Έλληνες.

Η προσγείωση

Η προσγείωση στο αεροδρόμιο της Ασγκαμπάτ και η είσοδος σε ένα πολυτελές κτηριακό συγκρότημα με όψη γερακιού έτοιμου να πετάξει, ήταν η πρώτη έκπληξη. Το γεράκι είναι ένα από τα εθνικά σύμβολα, στην πορεία θα δούμε κι άλλα κι είναι επίσης σύμβολο και λογότυπο των Τουρκμενικών αερογραμμών. Λάμψη, αναμονή και μοναξιά. Παίζει να ΄μαστε και οι μοναδικοί ξένοι ταξιδιώτες που έφθασαν στη χώρα. Αίθουσες άδειες, γραφειοκρατία και πήγαινε-έλα για το πολυπόθητο Entry travel pass και το «υποχρεωτικό» κόβιντ τέστ, το οποίο τελικά δεν έγινε, αν και το αντίτιμο καταβλήθηκε. Και η πρώτη ψυχρολουσία, no photo. Ε, εντάξει μια δύο φωτογραφίες πρόλαβα και τις τράβηξα, χωρίς να γίνω αντιληπτή, ώσπου επιτέλους ύστερα από ένα δίωρο οδηγούμαστε προς την έξοδο. Στο κέντρο της τελευταίας αίθουσας των αφίξεων δεσπόζει η φωτογραφία του 44χρονου Σερντάρ Μπερντιμουχαμέντοφ, σημερινού ηγέτη της χώρας. Είναι η πρώτη μας γνωριμία με τον νέο πρόεδρο, από την επομένη θα τον βλέπουμε παντού στο δρόμο μας. Σε ταμπέλες και προσόψεις κτηρίων, ακόμα και πάνω σε χαλιά στα μουσεία. Στη χώρα είναι εμφανής η προεδρική προσωπολατρεία και μηνύματα τύπου «Δόξα σε σένα ήρωά μας Σερνταρεμύ» σε λίγο θα πάψουν να μας εκπλήσσουν.

Ο σημερινός πρόεδρος κυβερνά από το 2022 υπό τη σκιά του πρώην προέδρου και πατέρα του Γκουρμπανγκούλι Μπερντιμουχαμέντοφ, ο οποίος σήμερα είναι «Αρχηγός του Τουρκμενικού Έθνους» και επικεφαλής ενός πανίσχυρου Ανώτατου Συμβουλίου που καθορίζει τις κατευθύνσεις της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής της χώρας.

Ασγκαμπάτ, η πόλη της αγάπης

Και να ΄μαστε στην Ασγκαμπάτ την λαμπερή πρωτεύουσα, την «πόλη της αγάπης» ή έστω «την πόλη που οικοδομήθηκε με αγάπη», αλλά και υπερβολική πολυτέλεια. Βρίσκεται στο νότο, 25 χιλιόμετρα από τα σύνορα με το Ιράν και είναι κάτοχος τουλάχιστον 5 ρεκόρ Γκίνες. Ένα από αυτά αφορά στην υψηλότερη πυκνότητα κτηρίων που έχουν κατασκευαστεί από λευκό μάρμαρο. Στη λευκή πρωτεύουσα των Τουρκμένων ακόμη και τα κράσπεδα είναι από μάρμαρο. Ωστόσο, δεν είναι μόνο η λευκή απόχρωση που την κάνει να ξεχωρίζει. Είναι και τα φαραωνικού τύπου μνημεία της, λευκά κι αυτά με χρυσά φινιρίσματα, οι πανύψηλοι πύργοι και τα ογκώδη χρυσά αγάλματα. Λευκές και οι στάσεις των λεωφορείων, οι φανοστάτες, οι σηματοδότες, λευκά και τα λιγοστά αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στους δρόμους. Όλα πεντακάθαρα, σκουπιδάκι δεν βλέπεις.

Η Archabil είναι η κεντρικότερη αρτηρία της πόλης. Κατά μήκος της βρίσκονται τα περισσότερα υπουργεία, οι δημόσιες υπηρεσίες και τα πολυτελή συγκροτήματα κατοικιών. Μέγαρα λαμπερά, μα τα περισσότερα άψυχα. Διαβάτη και περιπατητή δεν βλέπεις να κυκλοφορεί στους κεντρικούς δρόμους. Κι είναι αυτό που προκαλεί τη δεύτερη μεγαλύτερη έκπληξη. Η σύγχρονη Ασγκαμπάτ είναι μια πόλη που περιμένει να κατοικηθεί ή οικοδομήθηκε απλώς για επίδειξη; Ναι κάποιοι άνθρωποι, ηλικιωμένοι οι περισσότεροι, κυκλοφορούν τα πρωινά, είναι οι οδοκαθαριστές που κρατούν καθαρή την πόλη. Βλέπουμε και μερικές κοπελιές, είναι φοιτήτριες, φορούν ομοιόμορφες κόκκινες στολές και κατευθύνονται βιαστικά προς τις σχολές τους.

Περισσότεροι έχω την αίσθηση είναι και οι πωλητές απ’ τους επισκέπτες σε κάποια από τα εμπορικά κέντρα και τα παζάρια της. Στην πόλη σύμφωνα με την απογραφή διαμένουν ένα εκατομμύριο κάτοικοι. Μα πού βρίσκονται όλοι αυτοί οι άνθρωποι; Στις δουλειές τους απαντά η Μαράλ, η ξεναγός από το τοπικό γραφείο. Η νεαρή όμορφη κοπέλα με το παραδοσιακό μακρύ φόρεμα θα μας συνοδεύει όλες τις μέρες. Σε ένα ταξίδι με εγκεκριμένο εκ των προτέρων πρόγραμμα, χωρίς την παραμικρή απόκλιση.

Γιατί ναι μεν η χώρα θέλει τουρίστες, αλλά τουρίστες που θα ακολουθούν τους κανόνες της. Στη μονοκομματική χώρα των Μπερντιμουχαμέντοφ, πατέρα και γιου καθώς και του πρώην μεγαλομανούς Νιγιαζόφ εκτός από την προσωπολατρεία, επικρατεί πειθαρχία, κρατικός παρεμβατισμός και έλεγχος των πάντων. Ο πρόεδρος αποφασίζει ακόμη και για τη λειτουργία του θερμοστάτη στο σπίτι κάθε πολίτη. Οι κάμερες σε σημαδεύουν από παντού και το διαδίκτυο είναι μπλοκαρισμένο. Όσο κι αν επιμείνεις δεν θα καταφέρεις να συνδεθείς.

Το βράδυ πάντως η Ασγκαμπάτ αλλάζει πρόσωπο, μεταμορφώνεται, γίνεται ακόμη πιο φωτεινή, πολύχρωμη, υπέρλαμπρη. Τη μονοχρωμία διαδέχεται η πολυχρωμία με τη βοήθεια του ηλεκτρικού ρεύματος. Αλλά αυτό είναι το μόνο που δεν μας εκπλήσσει. Με δύο πρόσωπα άλλωστε εμφανίζεται η ίδια η χώρα. Πλούτος και λάμψη στην πρωτεύουσα, φτώχεια και ταπεινότητα στην περιφέρεια. Σε κάποιες περιοχές και η εγκατάλειψη.

Τα μνημεία και τα ρεκόρ Γκίνες

Αποκαλυπτική είναι και η περιήγηση σε ορισμένα από τα ογκώδη μνημεία. Πρώτη στάση στο Πάρκο και το Μνημείο της Ανεξαρτησίας ύψους 118 μέτρων. Κατασκευάστηκε το 2001 για να συμβολίσει την ανεξαρτησία σε μια τοποθεσία συνολικής έκτασης 84.500 τ.μ. Πλαισιώνεται από εκατοντάδες δέντρα, σιντριβάνια με καταρράκτες και μπρούτζινα αγάλματα ηρώων και ηγεμόνων του έθνους. Στο κέντρο του δεσπόζει το χρυσό άγαλμα του Νιγιαζόφ του πρώτου προέδρου μετά από την ανεξαρτησία, του επονομαζόμενου Τουρκμενμπασί (Ηγέτη όλων των Τουρκμένων). Ένα δεύτερο επιβλητικό άγαλμα του Νιγιαζόφ, περιστρεφόμενο αυτή τη φορά για να ακτινοβολεί κάτω από τον ήλιο, έχει τοποθετηθεί στην κορυφή της Αψίδας Ουδετερότητας. Βρίσκεται στις παρυφές της πόλης και το ύψος της φθάνει τα 95 μέτρα.

Το Μνημείο του Συντάγματος, μια τεράστια μαρμάρινη στήλη που μοιάζει να ξιφουλκεί με τα σύννεφα, κατασκευάστηκε το 2011 για να τιμήσει την 20η επέτειο του Συντάγματος. Έχει ύψος 185 μέτρα, είναι το δεύτερο υψηλότερο στη χώρα κι έχει διακοσμηθεί με μοτίβα χαλιών. Το Πολιτιστικό και Ψυχαγωγικό Κέντρο Alem με ύψος 47,6 μέτρα λειτουργεί από το 2012 και φιλοξενεί τη μεγαλύτερη περιστρεφόμενη ρόδα Λούνα Παρκ στον κόσμο. Εντυπωσιακό είναι και το Προεδρικό Μέγαρο με τους χρυσίζοντες τρούλους, το Εθνικό θέατρο, το Μέγαρο για την τέλεση των γάμων και το Στάδιο που έχει διακοσμηθεί με μαρμάρινα κεφάλια αλόγων.

Στο Πάρκο της Ανεξαρτησίας έχει στηθεί ένα ακόμα παράξενο μνημείο. Αναπαριστά το «Ρουχναμά» το «βιβλίο της ψυχής» που έγραψε ο Νιγιαζόφ. Στη διάρκεια της προεδρίας του το βιβλίο καθιερώθηκε ως διδακτέα ύλη σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης αλλά και εξεταστέα ύλη για την απόκτηση άδειας οδήγησης. Το μέτρο κατήργησε ο Γκουρμπανγκούλι Μπερντιμουχαμέντοφ, ο οποίος και τον διαδέχθηκε μετά από το θάνατό του το 2006.

Μεγαλειώδη και ογκώδη, αλλά σκουρόχρωμα είναι και τα μνημεία που υψώνονται στο Πάρκο Μνήμης Halk Hakydasy. Είναι αφιερωμένα στη μνήμη πεσόντων σε κρίσιμες μάχες στην ιστορία του έθνους καθώς και σε εκείνους που χάθηκαν από το σεισμό του 1948 που κατέστρεψε την πόλη. Η αρχιτεκτονική της Ασγκαμπάτ έχει υπαγορευτεί από τις ιδιάζουσες προσωπικότητες και τις πολιτικές φιλοδοξίες των ηγετών της χώρας. Η πολιτική «ενός έθνους, ενός ηγέτη, ενός λαού» καταδεικνύεται και από την εμμονή τους να κυνηγούν τα βραβεία Γκίνες για να είναι η πόλη τους και η χώρα νούμερο ένα στον κόσμο. Σήμερα, η Ασγκαμπάτ συγκεντρώνει τουλάχιστον πέντε πρωτιές στο βιβλίο Γκίνες.

Για την μεγαλύτερη ρόδα Λούνα Παρκ, στο Πολιτιστικό Κέντρο Alem, την μεγαλύτερη δομή σε σχήμα αστεριού στον κόσμο, μια γυάλινη κατασκευή που καλύπτει συνολική έκταση 3240 τ.μ. στον Πύργο του Ραδιοτηλεοπτικού Κέντρου, τον μεγαλύτερο αριθμό σιντριβανιών σε δημόσιους χώρους, την υψηλότερη συγκέντρωση κτηρίων σε λευκό μάρμαρο και το μεγαλύτερο χαλί μήκους 300 τ.μ. Και δεν σταματά εδώ. Τα ιδιότυπα χόμπι των ηγετών του Τουρκμενιστάν συνεχώς διευρύνονται. Η χώρα πρόκειται σύντομα να οργανώσει καλλιστεία αλόγων για να επιδείξει στην διεθνή κοινότητα την ανωτερότητα και την ομορφιά των αλόγων της. Σύμβολο ελευθερίας και ανεξαρτησίας το άλογο ράτσας Αχάλ Τεκέ, είναι από τις σπάνιες ράτσες αλόγων που διακρίνονται για την αντοχή τους. Θεωρείται ανεκτίμητος θησαυρός για το Τουρκμενιστάν και η απόκτησή του κοστίζει αρκετές χιλιάδες δολάρια.

Τα μουσεία

Και για τα παραδοσιακά τους χαλιά υπερηφανεύονται οι Τουρκμένοι, αλλά αυτά είναι ήδη διάσημα. Εντυπωσιακά, ειδικά τα νομαδικά και καλής ποιότητας. Σε πολλά από αυτά διακρίνονται τα σύμβολα- μοτίβα που αντιστοιχούν στις πέντε φυλές του έθνους. Στο Μουσείο του Χαλιού καταγράφεται η εθνογένεση, αλλά και οι προσπάθειες και οι αγώνες των γυναικών να κατοχυρώσουν μέσα από τους συνεταιρισμούς την πανάρχαια υφαντική τέχνη τους. Στο Εθνικό Μουσείο Ιστορίας ήρθε η σειρά μας να νιώσουμε υπερήφανοι, αναγνωρίζοντας ανάμεσα σε χιλιάδες εκθέματα, πολλά με ελληνιστικές επιρροές, καθώς και ελληνικά νομίσματα. Από τα πιο χαρακτηριστικά τα υπέροχα Ρυτά από ελεφαντόδοντο, δοχεία σπονδών διακοσμημένα με φτερωτά πλάσματα και Έλληνες θεούς, η κεφαλή με το κράνος του Πάρθου πολεμιστή που δείχνει ξεκάθαρα την ελληνική του καταγωγή, καθώς και τα εδώλια της προϊστορικής εποχής που μοιάζουν με κυκλαδίτικα.

Η Γιορτή Νοβρούζ

Κι ήρθε η ώρα για το Νοβρούζ. Μια πανάρχαια γιορτή που έλκει την καταγωγή της από την Περσία και τον ζωροαστρισμό. Το όνομά της σημαίνει «Πρωτοχρονιά» στα φαρσί, καθώς για τους αρχαίους Πέρσες σηματοδοτούσε την πρώτη ημέρα του νέου έτους. Το Νοβρούζ γιορτάζεται κάθε χρόνο σε όλες τις χώρες της Κεντρικής Ασίας την ημέρα της εαρινής ισημερίας για να καλωσορίσει την Άνοιξη, την Αναγέννηση, την Ζωή. Με τα παραδοσιακά καλπάκια και την ευχή «Νοβρούζ Μομπαράκ» (Ευλογημένο Νοβρούζ) φθάσαμε στο χώρο της γιορτής υπό την συνοδεία αξιωματούχου του υπουργείου Πολιτισμού. Μαζί με εμάς δύο ακόμα ολιγάριθμα γκρουπ ξένων ταξιδιωτών. Στην κοιλάδα Αχάλ στα περίχωρα της Ασγκαμπάτ έχει στηθεί ένα αυθεντικό Τουρκμένικο χωριό από γιούρτες. Στο κέντρο του χωριού εκτυλίσσονται ποικίλα θεατρικά δρώμενα, με αναπαραστάσεις και εικόνες από την παράδοση, την κουλτούρα και την καθημερινότητα των νομάδων της στέπας, με παραδοσιακούς χορούς, τραγουδιστές-αφηγητές και πανάρχαιες μελωδίες. Γυναίκες, άνδρες, παιδιά, συμμετέχουν στα δρώμενα, ντυμένοι με τις παραδοσιακές φορεσιές, δίνοντας ζωντάνια, χρώμα και κέφι στην ιδιαίτερη αυτή γιορτή.

Πολλά είναι και τα εκθέματα, χειροποίητα αντικείμενα, όργανα, νομαδικές στολές, κάπες και χαλιά έργα τέχνης. Ακόμα και οι καμήλες, οι δρομάδες της ερήμου φέρουν στη ράχη τους πολύχρωμα υφαντά. Απολαύσαμε τους χορούς και τα τραγούδια και αποτυπώσαμε άπειρες εικόνες από την ζωή των νομάδων, την φροντίδα των ζώων, την κατασκευή των παραδοσιακών ενδυμάτων και μουσικών οργάνων, την χλωρίδα και την πανίδα της περιοχής. Χαρήκαμε την ζεστή φιλοξενία, ανταποδώσαμε τα χαμόγελα κι αγνοώντας τα βλέμματα των ανδρών της ασφάλειας με τα μαύρα κοστούμια, δοκιμάσαμε τα παραδοσιακά πιάτα τους. Φαγητά και ψωμί ψήνονταν επί τόπου στα ταμντίρ, τους πήλινους φούρνους και τα καζάνια. Γευστικότατο το ρύζι Πλοφ, το παραδοσιακό ψωμί, οι τηγανίτες Σάμσα, το Κισμίς, η κρέμα από πετιμέζι και τα άλλα τοπικά γλυκίσματα. Φύγαμε με κεράσματα, αναμνηστικά, χαμόγελα και γλυκά συναισθήματα. Οι Τουρκμένοι, άνθρωποι πειθαρχημένοι από τις καιρικές συνθήκες και επιφυλακτικοί, όταν σε νιώσουν δίπλα τους δεν διστάζουν να σε σφίξουν στην αγκαλιά τους.

Πίσω στην πόλη μας περίμενε ένα ακόμα στρωμένο τραπέζι, όπου δεν αποφύγαμε τον πειρασμό να δοκιμάσουμε την κρεατόπιτα Ισλεκλί.

Η Αρχαία Νίσα

Στους πρόποδες των βουνών Κοπέτ Νταγκ, περίπου 18 χιλιόμετρα δυτικά της Ασγκαμπάτ κοντά στα σύνορα με το Ιράν, βρίσκεται ένα μοναδικό μνημείο ιστορίας. Τα ερείπια της αρχαίας Νίσα, πρωτεύουσας της Παρθικής Αυτοκρατορίας (3ος αιώνας π.Χ.). Σκαρφαλωμένη σε ένα οχυρωμένο φυσικό λόφο, κοντά στο σύγχρονο χωριό Bagyr η παλαιά Νίσα πριν από 2000 χρόνια ήταν από τα σημαντικότερα κέντρα πολιτισμού της Κεντρικής Ασίας. Σήμερα αν και η ανασκαφή και αποκατάσταση της παλαιάς πόλης βρίσκεται σε εξέλιξη, τίποτα δεν μαρτυρά την αρχική μεγαλοπρέπεια της Παρθικής πρωτεύουσας και την κοσμοπολίτικη φύση της Παρθικής αυτοκρατορίας. Ωστόσο, τα ευρήματα που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη κατέδειξαν την επιρροή που δέχθηκε η πόλη από τα ελληνιστικά βασίλεια.

Από την περιοχή πέρασε ο Μέγας Αλέξανδρος και η Νίσα υπήρξε μέρος της αυτοκρατορίας του. Μετά τον θάνατό του το φρούριο ενσωματώθηκε στο ελληνιστικό βασίλειο των Σελευκιδών, το οποίο κατέκτησε 100 χρόνια αργότερα ο γενάρχης των Πάρθων Αρσάκης. Στην περιοχή ανακαλύφθηκαν πολλά αρχαία αντικείμενα και τεκμήρια μεταξύ αυτών 2700 πινακίδες από πηλό, έργα τέχνης, ερείπια συνοικιών, πόλεων, ανακτόρων και εκκλησιών. Στο παρθικό βασίλειο τα νομίσματα ήταν γραμμένα στα ελληνικά. Πολλά από τα ευρήματα εκτίθενται στο μουσείο της Ασγκαμπάτ. Ωστόσο, πολύ λίγα είναι αυτά που διασώζονται από το 8 μέτρων πάχους τείχος της με τους 47 πυργίσκους που προστάτευαν το παλάτι, το θησαυροφυλάκιο, τις αποθήκες τροφίμων, τα κελάρια και τους ζωροαστρικούς ναούς. Η Νίσα αντιστάθηκε στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ό,τι δεν κατάφερε επί τρεις αιώνες η Ρώμη, το πέτυχε ο Τζένγκις Χαν με τις ορδές των Μογγόλων. Η αρχαία πόλη έχει περιληφθεί στον κατάλογο με τα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.

Το τζαμί του Τουρκμενμπασί

Επιστρέφοντας στην Ασγκαμπάτ θα κάνουμε μία στάση στο χωριό Gypjak, γενέτειρα του Νιγιαζόφ (Τουρκμενμπασί), όπου έχουν ανεγερθεί το υπέρλαμπρο Τέμενος και το Μαυσωλείο του. Το τέμενος κατασκευάστηκε μεταξύ 2002 και 2004 είναι όλο από μάρμαρο και κόστισε 100 εκατομμύρια δολάρια. Από τα μεγαλύτερα της Κεντρικής Ασίας, διαθέτει έναν ογκώδη τρούλο που πλαισιώνεται από 4 μιναρέδες. Οι μιναρέδες υψώνονται στα 91 μέτρα, για να συμβολίσουν το 1991, το έτος της ανεξαρτησίας. Στο εσωτερικό η τεράστια αίθουσα προσευχής καλύπτεται από ένα ζωγραφισμένο ουράνιο μπλε θόλο. Η έκπληξη εδώ βρίσκεται στους τοίχους του τζαμιού, όπου αναγράφονται φράσεις από το «Ρουχναμά» το βιβλίο του Τουρκμενμπασί, δίπλα σε σούρες από το Κοράνι. Ο πρωτοφανής αυτός συνδυασμός που έρχεται σε αντίθεση με τις παραδοσιακές ισλαμικές πρακτικές, λέγεται πως έχει προκαλέσει τη δυσφορία πολλών ιμάμηδων. Ίσως γι’ αυτό το Τέμενος παρουσιάζει μικρή επισκεψιμότητα. Δίπλα στο Μαυσωλείο αναπαύεται ο Τουρκμενμπασί.

Μερβ: Αλεξάνδρεια η Μαργιανή

Την επομένη αφήσαμε πίσω μας την Ασγκαμπάτ, κατευθυνθήκαμε νοτιοανατολικά, κινούμενοι παράλληλα με το «Δρόμο του Μεταξιού». Τον δρόμο των εμπορικών, πολιτισμικών και ιστορικών ταξιδιών του παρελθόντος. Πατήσαμε στα βήματα του Αλεξάνδρου των μεγάλων εκστρατειών και εξερευνήσεων, ώσπου φθάσαμε στη Μάρυ και από εκεί στη Μερβ, στην Αλεξάνδρεια την Μαργιανή. Ο δρόμος προς τη Μάρυ περνά μέσα από τη μακρόστενη κοιλάδα Αχάλ. Ημιέρημος και στέπα εναλλάσσονται με καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Στην περιοχή δίνει ζωή το κανάλι του Καρακούμ που διασχίζει την ομώνυμη έρημο. Στο νότο η οροσειρά Κοπέτ Ντάγκ σημαδεύει τα σύνορα της χώρας με το Ιράν και το Αφγανιστάν, διαφεντεύει το απέραντο αλμυρό τοπίο.

Η Μάρυ είναι μια μεγαλούπολη κοντά στα σύνορα με το Ουζμπεκιστάν και το Αφγανιστάν. Πολύβουη και λειτουργική είναι μια καλή βάση λόγω γειτνίασης για να επισκεφθείς την αρχαία Μερβ. Πόλη- κόμβο στον ιστορικό δρόμο του Μεταξιού και από τις αρχαιότερες της Κεντρικής Ασίας. Η πιο ζωντανή και αποκαλυπτική μαρτυρία της ανάμειξης των πολιτισμών και της εξέλιξης των ανθρώπινων κοινωνιών στην ευρύτερη περιοχή. Η εξερεύνηση του τεράστιου αρχαιολογικού χώρου που έχει εγγραφεί στον κατάλογο με τα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, είναι ένα μαγευτικό ταξίδι στο χρόνο. Ανάμεσα σε φθαρμένες, λιωμένες πόλεις, τεράστια τείχη και φρούρια που κάποτε ήταν απόρθητα. Όσοι έχουν επισκεφθεί την Χίβα και την Μπουχάρα, μπορούν να φανταστούν καλύτερα το μέγεθος της πόλης. Για την ακρίβεια των πόλεων, καθώς πέντε ήταν οι πόλεις που χτίστηκαν εδώ, η μια δίπλα στην άλλη σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.

Η παλαιότερη ήταν ένα φρούριο των Αχαιμενιδών που κατέλαβε το 330 π.Χ. ο Αλέξανδρος για να ιδρύσει μια ακόμα πόλη. Την Αλεξάνδρεια την Μαργιανή, την μετέπειτα Σελεύκεια και Αντιόχεια κατά την μακρά περίοδο ακμής των ελληνιστικών βασιλείων. Ίχνη της αποκαλύφθηκαν στο βόρειο τμήμα του αρχαιολογικού χώρου. Το Erk Kala, το φρούριο των Μακεδόνων υψώνεται σήμερα τουλάχιστον 30 μέτρα πάνω από το έδαφος. Σκαρφαλώνοντας στην κορυφή βλέπουμε να σχηματίζεται μια μεγάλων διαστάσεων κυκλική καλντέρα. Δεν είναι δημιούργημα της φύσης. Είναι ανθρώπων δημιούργημα, ένα οχυρό πανίσχυρο με αρχαίο χωμάτινο τοίχωμα που αντιστέκεται στις διαβρώσεις αιώνων. Εδώ σε αυτό το λόφο που εμφανίζεται σαν μια άμορφη, αν και μεγαλειώδης μάζα γης, βρέθηκαν λείψανα που αποκαλύπτουν την καθημερινή ζωή της αρχαίας πόλης. Από την κορυφή του Erk Kala έχουμε άπλετη θέα στην γύρω περιοχή, στη νεότερη ελληνιστική πόλη Gyaur Kala και στην όαση που διέσχιζε κάποτε ο ποταμός Μουργκάμπ.

Μπορούμε να θαυμάσουμε τα επιτεύγματα κι άλλων πολιτισμών, να φανταστούμε τις πολυσύχναστες πολύχρωμες πόλεις και τα παζάρια της εποχής του «Δρόμου του Μεταξιού» και να εκτιμήσουμε τα αρχιτεκτονικά επιτεύγματα της ισλαμικής περιόδου. Ανάμεσα σε αυτά τα οχυρά του 6ου -9ου αιώνα το μεγάλο και το μικρό Kyz Kala τα οποία είναι χαρακτηριστικά δείγματα των λεγόμενων «κυματοειδών κτηρίων» και το Μαυσωλείο του Σουλτάνου Σαντζάρ (12ος αιώνας) που βρίσκεται στο Sultan Kala, στην καρδιά της πόλης.

Πέρα από τα αρχιτεκτονικά της θαύματα η Μερβ υπήρξε κέντρο μάθησης, διάσημο για τις βιβλιοθήκες της, τα αστεροσκοπεία και τα κέντρα θρησκευτικής εκπαίδευσης και προσέλκυσε μελετητές, επιστήμονες και φιλοσόφους από όλο τον κόσμο. Η επίσκεψη στο χώρο επιφύλασσε και άλλες ευχάριστες εκπλήξεις, όπως η συνάντηση με μια οικογένεια από την Μάρυ που έφθασε εδώ για προσκύνημα. Μοιραστήκαμε αγκαλιές, χαμόγελα, συναισθήματα. Λίγο νωρίτερα είχαμε μια ακόμη αναπάντεχη συνάντηση με ένα κοπάδι καμήλες, τις οποίες οι σύγχρονοι μηχανόβιοι καμηλιέρηδες οδηγούσαν πίσω στο στάβλο τους.

Στον δρόμο της επιστροφής προς τη Μάρυ, η σκέψη μου τρέχει στον Βίκτωρα Σαρηγιαννίδη. Ο Ελληνορώσος αρχαιολόγος ήταν αυτός που έφερε στο φως το Γκονούρ Τεπέ. Έναν προϊστορικό οικισμό της Μαργιανής (2η-3η χιλιετία π.Χ.), λίγα χιλιόμετρα βορειότερα από εδώ, με αρχαίους τάφους, ναούς, παλάτια και πλούσια ευρήματα. Όμως, το πρόγραμμα και ο χρόνος δεν επέτρεπαν λοξοδρομήσεις.

Η Καρακούμ και ο κρατήρας Νταρβάζα

Το επόμενο πρωινό μας επιφύλασσε μια μακρά δύσκολη ημέρα. Επιστρέψαμε χαράματα στην Ασγκαμπάτ και εκεί επιβιβαστήκαμε σε οχήματα 4Χ4 με προορισμό την έρημο Καρακούμ και τον κρατήρα Νταρβάζα. Ένα από τα αξιοπερίεργα τουριστικά αξιοθέατα της χώρας. Στη διαδρομή ωστόσο μας περίμενε μια ακόμη έκπληξη. Ένα ανύπαρκτο κατεστραμμένο οδόστρωμα. Για να το διανύσουμε χρειαστήκαμε αρκετές ώρες, ατέλειωτα στροβιλίσματα και ζιγκ ζαγκ, ως και μεταπηδήσεις σε χωματόδρομους και παράδρομους. Κι είναι απίστευτο, αλλά αυτό το ατέλειωτο χρέπι, μήκους 550 χλμ. που διέρχεται μέσα από την έρημο, αποτελεί τον κεντρικό οδικό άξονα που συνδέει την λαμπερή πρωτεύουσα με την πόλη Ντασογκούζ στον βορρά, κοντά στα σύνορα με το Ουζμπεκιστάν. Περίπου στα μισά της διαδρομής βρίσκεται ο χωματόδρομος που οδηγεί στην Νταρβάζα.

Διασχίζουμε την Καρακούμ, τρέχει και στροβιλίζεται κι αυτή μαζί μας, αλλάζοντας συνεχώς πρόσωπα. Η «μαύρη έρημος» που μόνον μαύρη δεν είναι. Εκεί που τη βλέπεις ξανθή, και διάφανη σαν πούδρα να πασπαλίζει τους αμμόλοφους, αίφνης αλλάζει, μελαγχολεί, γίνεται γκρίζα κι ύστερα λευκή αλατώδης κάτω από έναν βαρύ ουρανό βροχερό, τυλιγμένο στα σύννεφα. Το τράβελινγκ της φύσης καταγράφει εικόνες Σαχάρας και Κυζίλ Κουμ μαζί, φωτεινές πινελιές στον μονόχρωμο καμβά της στέπας. Μια απέραντη ημιέρημος που καταλαμβάνει το 70% της έκτασης της χώρας.

Στα 200 πρώτα χιλιόμετρα της διαδρομής ένας οικισμός παρεμβάλλεται. Το Yerbent, το χωριό των νομάδων. Ένα συνονθύλευμα από μονόχωρες κατοικίες, παραπήγματα, γιούρτες, σκουριασμένα εργαλεία και ογκώδη αντικείμενα αφημένα στην άμμο. Η άλλη όψη της χώρας. Πόρτες που κλείνουν καθώς πλησιάζουμε κι άλλες που ανοίγουν, άνθρωποι και παιδιά που τρέχουν προς το μέρος μας, χαμογελούν και ποζάρουν στη θέα της κάμερας. Κι είναι αυτές οι παιδικές φωνές ένα χαρούμενο κελαρυστό τιτίβισμα που διατρέχει την απέραντη σιωπή της ερήμου. Η Καρακούμ που φαντάζει ειδυλλιακή στα μάτια μας, πολλές φορές δοκιμάζει με την αγριάδα της τις αντοχές των κατοίκων. Και όμως παρότι μοιάζει απίστευτο, κρύβει μες στον κόρφο της, στα έγκατα της γης, έναν αμύθητο πλούτο.

Αδιάψευστη απόδειξη η Νταρβάζα. Ο κρατήρας με τις πύρινες φλόγες στην καρδιά της ερήμου. Προέκυψε από μια γεώτρηση Σοβιετικών γεωλόγων πριν από μισό αιώνα. Η γεώτρηση χτύπησε υπόγειο σπήλαιο, γεμάτο φυσικό αέριο, το έδαφος υποχώρησε, το αέριο απελευθερώθηκε κι άρχισε να εκτοξεύει δηλητηριώδες μεθάνιο. Για να αναχαιτίσουν τις συνέπειες οι επιστήμονες έβαλαν φωτιά στον κρατήρα που δημιουργήθηκε, πιστεύοντας ό τι το αέριο θα εξαντληθεί σύντομα και η φωτιά θα σβήσει. Διαψεύστηκαν, από τότε ο κρατήρας φλέγεται και αποτελεί έκτοτε ένα από τα τουριστικά αξιοθέατα της χώρας. Νταρβάζα, η επονομαζόμενη και «Πύλη της Κόλασης».

Φθάσαμε στον κρατήρα. Το θέαμα είναι εντυπωσιακό. Η φλεγόμενη άβυσσος μας αποκαλύπτει το άλλο πρόσωπο της ερήμου. Σμιλεμένο με αμέτρητους κόκκους άμμου, έτοιμους να ανοίξουν τα φτερά με το πρώτο φύσημα του αέρα. Σε λίγο αρχίζει να πέφτει η νύχτα, ο άνεμος δίνει το σύνθημα, στροβιλίζεται κι αρχίζει να σέρνει το χορό πάνω από τις φλόγες. Πλησιάζω το πυρακτωμένο στόμιο της «Κόλασης». Η ανάσα του με ζεσταίνει. Η φλογερή λάμψη του, το έντονο τοπίο γύρω, ο σκούρος ουρανός και η σιωπή σκηνοθετούν το απόκοσμο θέαμα. Καταμεσής της ερήμου. Τι νύχτα κι αυτή, μαγική, αξέχαστη.

Η Κούνια Ουργκέντς

Μερικές εικόνες ακόμα κι επιστρέφουμε πάλι στο δρόμο με κατεύθυνση τη Ντασογκούζ στο βορρά. Θα φθάσουμε αργά τη νύχτα και με το πρώτο φως της ημέρας θα οδηγηθούμε ακόμη βορειότερα. Στην Κούνια Ουργκέντς, λίγα χιλιόμετρα μακριά από τα σύνορα. Μια περιοχή, όπου οι κάτοικοι είναι στην πλειοψηφία Ουζμπέκοι. Αγροτική περιφέρεια με πολλές καλλιεργήσιμες εκτάσεις, ζωντανά χωριά, μονόχωρα ταπεινά σπίτια με πράσινες στέγες και χωμάτινους δρόμους. Αυτό όμως που συγκεντρώνει το ενδιαφέρον στην περιοχή είναι τα μνημεία και η πνευματικότητα που αποπνέει η αρχαία πόλη. Κεντρικός σταθμός πάνω στον «Δρόμο του Μεταξιού», η Κούνια Ουργκέντς υπήρξε πόλη πλούσια και ισχυρή κι έδρα του Βασιλείου της Χορεσμίας. Χρονολογείται από τον 6ο και 7ο αιώνα π.Χ.

Η πόλη καταστράφηκε διαδοχικά από τον Τζένγκινς Χαν και τον Ταμερλάνο, ξαναχτίστηκε από την αρχή, στη συνέχεια εγκαταλείφθηκε λόγω της αλλαγής του ρου του ποταμού Ώξου (Αμού Νταριά), αλλά κατοικήθηκε πάλι εκ νέου, μετά από τις παρεμβάσεις του Χανάτου της Χορεσμίας. Λιγοστά είναι σήμερα τα μνημεία που μαρτυρούν το πλούσιο και δυναμικό παρελθόν της. Ανάμεσα σε αυτά το εντυπωσιακό μαυσωλείο Turabek Hanum, με τον περίτεχνα διακοσμημένο θόλο, τα μαυσωλεία Sultan Tekes και Sultan Arslan και ο μιναρές Kultuk Timur, ύψους 62 μέτρων. Θεωρείται ο υψηλότερος της Κεντρικής Ασίας και απεικονίζεται σε χαρτονόμισμα της χώρας. Στην τοποθεσία Kyrk Molla σε ένα χαμηλό λόφο, αποκαλύφθηκαν τα ερείπια μιας πρώιμης ακαδημίας σοφών. Αρκετοί είναι οι προσκυνητές που βλέπουμε να καταφθάνουν εδώ, καθώς η ύπαρξη πολλών τάφων έχει μετατρέψει τον αρχαιολογικό χώρο σε τόπο προσκυνήματος και πνευματικότητας. Η Κούνια Ουργκέντς περιλαμβάνεται στα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.

Ο κύκλος του οδοιπορικού θα κλείσει στην Ασγκαμπάτ. Όπως ακριβώς άρχισε. Αυτή τη φορά με ένα μουσικό αποχαιρετισμό και μια τελευταία ματιά από ψηλά στους φωτεινούς νυχτερινούς δρόμους της πόλης. Φεύγοντας θα πάρω μαζί μου ένα χειροποίητο μικροσκοπικό μουσικό όργανο από λεπτό καλαμάκι. Για να θυμάμαι…Κι ένα φυλακτό με τρία μικρά μπαλάκια από μαλλί καμήλας. Για να μην ξεχάσω…Τις στιγμές, το μοίρασμα, τις αγκαλιές, την ζεστασιά που ένιωσα στην απόκοσμη χώρα της στέπας.

Διαβάστε ακόμα:

Ταξίδι ζωής στο Κιργιστάν, έναν προορισμό περιπέτειας

Κεντρική Αμερική: Οδοιπορικό σε Παναμά-Κόστα Ρίκα-Νικαράγουα

Γουατεμάλα: Στη λίμνη Ατιτλάν με τους Μάγια