Στην Ελλάδα, οι τόποι που δεν μένουν καθηλωμένοι στο παρελθόν αλλά συνεχίζουν να αφηγούνται την ιστορία τους στο παρόν, διαθέτουν σημεία όπου η αρχαία μνήμη δεν φυλακίζεται πίσω από φράχτες και πινακίδες, αλλά ξεχύνεται στις αυλές καλλιτεχνών, στα ατελιέ, στα σύγχρονα μουσεία και στα τραπέζια μικρών γαστρονομικών γωνιών που αντιμετωπίζουν τη γεύση ως κομμάτι πολιτισμού. Αν αναζητάτε μια απόδραση που ισορροπεί ανάμεσα στην ηρεμία των αρχαίων λίθων και τη ζωντάνια της σύγχρονης δημιουργικότητας, αυτοί οι προορισμοί μπορούν να αποτελέσουν μια ιδανική αρχή.
1. Ελευσίνα: Από τα Ελευσίνια Μυστήρια στη σύγχρονη Τέχνη
Η Ελευσίνα, γενέθλια πόλη του Αισχύλου και Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2023, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα τόπου που έχει μάθει να φορά την αρχαία της κληρονομιά σαν δεύτερο δέρμα, χωρίς να μένει εγκλωβισμένος σε αυτήν. Ο Αρχαιολογικός Χώρος, όπου τελούνταν τα Ελευσίνια Μυστήρια, διατηρεί την επιβλητικότητά του, όμως η ζωντάνια της πόλης τα τελευταία χρόνια χτυπά στους παλιούς βιομηχανικούς χώρους που έχουν μετατραπεί σε σκηνές για εκθέσεις, παραστάσεις και φεστιβάλ.
Μερικά από τα σημαντικότερα ευρήματα και μνημεία της Ελευσίνας είναι η Ιερά Αυλή, το σημείο όπου κατέληγε η Ιερά Οδός, ο ναός της Προπυλαίας Αρτέμιδος, τα Μεγάλα και Μικρά Προπύλαια, το Τελεστήριο που αποδίδεται στον Ικτίνο, το Μυκηναϊκό Μέγαρο και το Καλλίχορον Φρέαρ. Εκεί, σύμφωνα με τον μύθο, κάθισε η θεά Δήμητρα για να ξαποστάσει αναζητώντας την Περσεφόνη που είχε απαχθεί από τον Πλούτωνα. Επισκεφθείτε, επίσης, το Μουσείο Ιστορίας και Λαογραφίας του Συλλόγου Μικρασιατών Ελευσίνας: ο τόπος, σε κάθε ιστορική περίοδο, παρέμενε ζωντανός. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι κοντινές παραλίες, που απλώνονται ως τα Μέγαρα και την Κινέτα.
Στις 25, 26 και 27 Σεπτεμβρίου η Ελευσίνα θα φιλοξενήσει το 3ο Διεθνές Συμπόσιο «Για μια Νέα Ελευσίνα», με τίτλο Επαναγοητεύοντας τον Κόσμο. Παράλληλα, κάθε καλοκαίρι η πόλη διοργανώνει και φιλοξενεί το φεστιβάλ-θεσμό «Αισχύλεια», από τα τέλη Αυγούστου έως τα μέσα Σεπτεμβρίου.
Για φαγητό στην Ελευσίνα, μια ανάσα από τον Αρχαιολογικό Χώρο βρίσκεται το «Αιγαίο», λιτό ψαροφαγικό εστιατόριο, ξακουστό για την ψαρόσουπά του και τους μεζέδες του: φρέσκο χταπόδι, καραβίδες στα κάρβουνα, λακέρδα και τσίρο. Μια στάση αξίζει και στο οικογενειακό οινοποιείο Παπανικολάου, στο κέντρο της πόλης. Εκεί θα δοκιμάσετε ετικέτες που παράγονται από σταφύλια σε συνεργασία με αμπελουργούς της ορεινής Κορινθίας, της Θήβας και της Νεμέας.
2. Κάρυστος: Πολύτιμη παρακαταθήκη πολιτισμού στη Νότια Εύβοια
Γνωρίζατε ότι ο βασιλιάς Όθωνας είχε αναθέσει στον Βαυαρό αρχιτέκτονα Μίρμπεχ τον πολεοδομικό σχεδιασμό της Καρύστου, με αποτέλεσμα να αποκαλείται αρχικά Οθωνούπολις; Ως «Κάρυστος» εμφανίστηκε στους χάρτες μετά το 1862. Στην αρχαιότητα, πάντως, η πόλη ήταν φημισμένη για το καρύστειο μάρμαρό της. Το Αρχαιολογικό Μουσείο στεγάζεται στο Γιοκάλειο Ίδρυμα, απέναντι από το Μπούρτζι, και εκτός από αξιόλογα εκθέματα φιλοξενεί και τα ευρήματα από τα μυστηριώδη Δρακόσπιτα της Όχης και των Στύρων.
Τι είναι όμως τα Δρακόσπιτα; Πρόκειται για παράξενα μεγαλιθικά κτίσματα που στέκουν σε μεγάλο υψόμετρο στην ευρύτερη περιοχή της Καρύστου, χτισμένα χωρίς θεμέλια ή συνδετικά υλικά για να συγκρατούν τις τεράστιες πλάκες τους. Μέχρι σήμερα οι αρχαιολόγοι αναρωτιούνται αν τα επιβλητικά αυτά οικοδομήματα χρησίμευαν ως κατοικίες, αγροικίες, τόποι λατρείας, καταφύγια, φυλάκια ή ακόμη και ως αστεροσκοπεία. Αν επισκεφθείτε το Λαογραφικό Μουσείο, θα παρατηρήσετε το αρχοντικό της οικογένειας Μοσχονά, όπου στεγάζεται. Στο εσωτερικό του εκτίθενται, μεταξύ άλλων, τοπικές ενδυμασίες, ενώ ξεχωρίζει η αναπαράσταση ενός παραδοσιακού καρυστινού σπιτιού. Στην πόλη, οι περίπατοι στην κεντρική πλατεία και στους γύρω δρόμους αποκαλύπτουν νεοκλασικά κτίρια, με πιο εντυπωσιακό το Δημαρχείο, μνημείο του 19ου αιώνα, χτισμένο με μάρμαρο και πλάκα Καρύστου.
Στην Alchemy Gallery παρουσιάζονται εκθέσεις εικαστικών δημιουργών από την Κάρυστο αλλά και από άλλες περιοχές, ενώ παράλληλα πραγματοποιούνται μαθήματα ζωγραφικής και κεραμικής για μικρούς και μεγάλους. Για φαγητό, η Κάρυστος διαθέτει έναν σταθερό προορισμό: το εστιατόριο «Γευσίπλους». Εκεί ο σεφ Γιάννης Μπαξεβάνης έχει διαμορφώσει ένα μενού εμπνευσμένο από την ελληνική κουζίνα, συνδυασμένη με γαστρονομικές ιδέες της Μεσογείου: πιάτα με κρέας, ψάρι και χόρτα δένουν σε γεύσεις ισορροπημένες και αυθεντικές.
3. Θήβα: Ιστορία, φύση, γεύση τρία σε ένα
Η Θήβα υπήρξε ισχυρή δύναμη στον αρχαίο κόσμο, με κορύφωση την εποχή των Μυκηναίων, αφήνοντας ανεξίτηλο το αποτύπωμά της στην ιστορία. Σήμερα, μόλις μία ώρα από την Αθήνα, συνδυάζει ιστορία, πολιτισμό, φύση και δραστηριότητες, αποτελώντας ιδανικό προορισμό για κοντινή εκδρομή. Θεωρείται γενέτειρα του Ηρακλή, του Διονύσου, του Επαμεινώνδα, του ποιητή Πινδάρου, αλλά και του μυθικού Οιδίποδα και της Αντιγόνης, ενώ στην αρχαιότητα συνδεόταν με τη λατρεία του Άρη. Αξιοθέατα όπως η Κρήνη του Οιδίποδα στη συνοικία Αγίων Θεοδώρων (ανεγέρθηκε το 1902), ο παλιός υδρόμυλος κοντά στον Ισμηνό ποταμό, το μυκηναϊκό ανάκτορο (Καδμείο) με τις πήλινες πινακίδες της Γραμμικής Β΄, ο πεζόδρομος του Επαμεινώνδα με το χάλκινο άγαλμα του στρατηγού, καθώς και η πλατεία του ναού του Αγίου Ιωάννη του Καλοκτένη με το άγαλμα του Πινδάρου, κρατούν ζωντανή την ιστορική μνήμη της πόλης.
Αν βρεθείτε στη Θήβα, αξίζει να επισκεφθείτε το Αρχαιολογικό Μουσείο, το οποίο ανακαινίστηκε και άνοιξε ξανά το 2016 και θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα της Ελλάδας. Οι δεκαοκτώ ενότητες των συλλογών του καλύπτουν την πορεία της Βοιωτίας από την προϊστορία έως τους μεταβυζαντινούς χρόνους. Δίπλα του δεσπόζει ο Πύργος των Σαιντ Ομέρ, κατάλοιπο του μεσαιωνικού κάστρου. Για όσους αγαπούν τη φύση, δίπλα στην πόλη απλώνεται το πευκόδασος του Μοσχοποδίου, γεμάτο δασικούς δρόμους ιδανικούς για mountain bike, motocross και πεζοπορικά μονοπάτια. Ένα ιδιαίτερο σημείο εκκίνησης για εξερεύνηση είναι το μικρό θέατρο Μοσχοποδίου, όμορφο και σχετικά άγνωστο.
Μετά τις πάσης φύσεως εξερευνήσεις στη Θήβα και τα πέριξ, η πείνα σβήνει ιδανικά στο «Δημοτικόν», που στεγάζεται σε ένα καλαίσθητο νεοκλασικό και σερβίρει κρεατοφαγικά πιάτα υψηλής ποιότητας, με την προβατίνα παϊδάκι που γίνεται σταθερά ανάρπαστη. Το «Τζάκι», επίσης αγαπημένο ντόπιων και επισκεπτών, στρώνει τραπέζια στη φιλόξενη αυλή του και προσφέρει ελληνικές και μεσογειακές συνταγές σε πλούσιες μερίδες.
Πριν φύγετε από τη Θήβα, αξίζει μια στάση στο Κτήμα Κιθαιρώνος του έμπειρου μελισσοκόμου Γιάννη Κόλλια. Το μέλι που θα δοκιμάσετε συμπυκνώνει τα αρώματα της περιοχής: παχύρρευστο, γευστικό, με έλατο και θυμάρι. Και για όσους θέλουν να γνωρίσουν βαθύτερα τη Θήβα, προτού την επισκεφθούν ή αφού έχουν επιστρέψει, υπάρχει μια εξαιρετική πηγή: την άνοιξη του 2024 κυκλοφόρησε στα ελληνικά, σε μετάφραση του Γιάννη Μπλάνα, το βιβλίο του Βρετανού ιστορικού Πολ Κάρτλετζ με τίτλο Θήβα, η ξεχασμένη πόλη της αρχαίας Ελλάδας. Δεν πρόκειται για τυπικό ιστορικό σύγγραμμα, αλλά για ένα συναρπαστικό έργο που φωτίζει άγνωστες πτυχές της ιστορίας και προκαλεί τον αναγνώστη να δει την πόλη με άλλο μάτι.
4-5. Σούνιο-Λαύριο: Αρχαίο κλέος και βιομηχανία συναντώνται δημιουργικά
Κλασική εκδρομή για μπάνιο, φαγητό και χαλάρωση, αλλά και για ιστορική εμβάθυνση. Το Σούνιο παραμένει ένας από τους πιο επιβλητικούς αρχαιολογικούς προορισμούς της Αττικής, χάρη στον Ναό του Ποσειδώνα. Από το νοτιότερο άκρο της χερσονήσου, η θέα στο Αιγαίο είναι συναρπαστική και κάθε μέρα εκεί μοιάζει γεμάτη. Βουτιά στα Λεγρενά, πεζοπορία στο πευκοδάσος και επίσκεψη στον αρχαιολογικό χώρο του ναού· το ηλιοβασίλεμα εδώ αποτελεί εμπειρία που μένει αξέχαστη.
Λίγα χιλιόμετρα πιο μέσα από το Σούνιο, το Λαύριο αποκαλύπτει τις μνήμες του παρελθόντος με γενναιοδωρία σε κάθε επισκέπτη που θέλει να τις ανακαλύψει. Από την παλιά γαλλική σκάλα φόρτωσης μεταλλευμάτων στο λιμάνι και το Ρολόι της Ελληνικής Εταιρείας Μεταλλουργείων, μέχρι το εργοστάσιο της Γαλλικής Εταιρείας που στεγάζει σήμερα το Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου, αλλά και τα νεοκλασικά κτίρια μέσα στα στενά της πόλης, η βιομηχανική κληρονομιά είναι ακόμη ζωντανή.
Η ιστορία της περιοχής, ωστόσο, ξεκινά πολύ νωρίτερα, γύρω στο 3.000 π.Χ., όταν οι κάτοικοι της αρχαιότητας άρχισαν να εξορύσσουν τα αργυρομολυβδούχα μεταλλεύματα. Η λειτουργία των ορυχείων σταμάτησε τον 2ο αιώνα π.Χ. και ξεκίνησε ξανά πολλούς αιώνες αργότερα, το 1864, με την ίδρυση της εταιρείας «Roux–Serpieri–Fressynet C.E.» από τον Ιταλό επιχειρηματία Giambattista Serpieri. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1869, ιδρύθηκε και η Ελληνική Εταιρεία Μεταλλουργείων Λαυρίου: οι δύο εταιρείες διαμόρφωσαν ουσιαστικά την εικόνα της πόλης. Καταστήματα, σχολεία και κατοικίες χτίστηκαν για τους εργαζομένους των ορυχείων, δίνοντας στο Λαύριο χαρακτήρα σύγχρονης βιομηχανικής κοινότητας.
Το τέλος της βιομηχανικής εποχής άρχισε το 1977 και οι εγκαταστάσεις έκλεισαν οριστικά το 1989. Από τότε, η πόλη αναζητά και βρίσκει νέες ταυτότητες, κρατώντας τα ίχνη της ιστορίας ως θεμέλιο για το παρόν της. Ομορφιές δεν λείπουν ούτε έξω από το Λαύριο. Από την πλευρά των Μεσογείων, ο αρχαιολογικός χώρος του Θορικού στον λόφο Βελατούρι προσκαλεί τον επισκέπτη να γνωρίσει έναν από τους αρχαιότερους οικισμούς της Αττικής, που υπήρξε κέντρο επεξεργασίας μετάλλων κατά τον 5ο και 4ο αιώνα π.Χ. Στον ίδιο χώρο βρίσκεται και το θέατρο του Θορικού, το αρχαιότερο σωζόμενο θέατρο στον ελλαδικό χώρο. Η Λαυρεωτική χαρίζει και πολλές παραλίες για δροσιστικές βουτιές: Πούντα Ζέζα, Ποσειδωνία, Ασημάκη, Θορικό και Αγία Μαρίνα, ανάμεσα σε άλλες. Για ψαροφαγικό δείπνο, ο θρυλικός «Ρέρας» αποτελεί σταθερό σημείο αναφοράς. Με ιστορία από το 1945 (μέχρι το 1980 ήταν γνωστός ως «Κρίνος»), συνεχίζει να στρώνει ταπεινά τραπέζια με συνταγές που περνούν από γενιά σε γενιά. Σήμερα, στην τρίτη γενιά της οικογένειας, παραμένει πιστός στη γεύση του παρελθόντος: τηγανητό ψάρι, σκορδαλιά, φάβα, χειροποίητα ντολμαδάκια και φρέσκα χόρτα ολοκληρώνουν τη λαυρεωτική εμπειρία.
Διαβάστε ακόμα;
Μίνι διακοπές στο Σούνιο για να διαρκέσει το καλοκαίρι λίγο ακόμα