Εντυπωσιακά σπίτια που συνδυάζουν την παραδοσιακή αρχιτεκτονική με τον νεοκλασικισμό και στοιχεία της οθωμανικής εποχής. Μουσεία και χώροι πολιτισμού. Παλιές εκκλησίες. Λιθόστρωτα σοκάκια και σταυροδρόμια με τις λεγόμενες «φαλτσογωνίες», ώστε να χωρούσαν παλαιότερα να περάσουν τα κάρα και αργότερα τα αυτοκίνητα.
Λουλουδιασμένοι κήποι με ιδιωτικά παρεκκλήσια. Παραδοσιακά καφενεία και μπακάλικα. Ζαχαροπλαστεία, μπαρ, μεζεδοπωλεία, εστιατόρια, καταστήματα κάθε είδους. Η Παλιά Πόλη της Ξάνθης είναι γεμάτη χρώματα, γεύσεις και πολυδιάστατες εικόνες. Από το 1976 έχει χαρακτηριστεί Προστατευόμενος Οικισμός και προσκαλεί τον επισκέπτη να χαθεί μέσα στον μικρόκοσμό της, ακολουθώντας τα βήματα των πολιτισμών που άφησαν εδώ το διαχρονικό στίγμα τους.
Όπως είναι γνωστό, η παραγωγή και εμπορία καπνού υπήρξε ο βασικός μοχλός για την εντυπωσιακή άνθιση της πόλης από τον 19ο αιώνα έως και τις αρχές του 20ού. Γι’ αυτό αξίζει να αφιερώσετε χρόνο και να δείτε τις επιβλητικές παλιές καπναποθήκες, μια ακόμη πολύτιμη κληρονομιά της Ξάνθης.
Ο καπνός ωφέλησε σοβαρά την Ξάνθη
Τα εδάφη της περιοχής της Ξάνθης ήταν ιδανικά για την καλλιέργεια αρωματικού και εξαιρετικής ποιότητας καπνού. Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη από τον 18ο αιώνα οι ποικιλίες αυτές θεωρούνταν από τις καλύτερες στον κόσμο, με αποτέλεσμα οι τιμές τους να φτάνουν στα ύψη. Τα καπνά μεταφέρονταν στα λιμάνια του Πόρτο Λάγος και της Καβάλας για να καταλήξουν στην Κωνσταντινούπολη και σε πόλεις του εξωτερικού.
Για την Ξάνθη, η Belle Époque ήταν η περίοδος από το 1860 μέχρι το 1913, όταν γνώρισε τη μεγαλύτερη οικονομική της ανάπτυξη χάρη στον καπνό. Οι μεγαλόπρεπες κατοικίες των εμπόρων, τα μαγαζιά και οι καπναποθήκες στέκουν μέχρι σήμερα ως μάρτυρες του πλούτου εκείνων των Ρωμιών που διέθεταν τον κοσμοπολιτισμό, αλλά και τη δυνατότητα να κινούνται στο διεθνές περιβάλλον. Αντίθετα, οι Οθωμανοί περιορίζονταν κυρίως στις χειρωνακτικές εργασίες της καλλιέργειας και επεξεργασίας του καπνού. Μετά το 1860, η Ξάνθη αναδείχθηκε σε διοικητικό και οικονομικό κέντρο της περιοχής, υποσκελίζοντας τη γειτονική Γενισέα, η οποία επίσης παρήγαγε καπνό.
Η αρχιτεκτονική των καπναποθηκών
Τα καπνομάγαζα ή καπναποθήκες χτίζονταν συνήθως κοντά στον σιδηροδρομικό σταθμό ή σε πεδινά σημεία. Εκεί η γη ήταν φθηνή, ενώ υπήρχαν και οι κατάλληλες συνθήκες, όπως η υγρασία που χρειάζονταν τα καπνά στη διάρκεια της αποθήκευσής τους, ώστε να μην ξεραίνονται τα φύλλα. Αρχικά ήταν μονώροφα με τετράρριχτη στέγη. Σύντομα, όμως, απέκτησαν και άλλους ορόφους, ημιυπόγεια και στέγες διαφορετικών τύπων. Ήταν κατασκευασμένες από πέτρα και τα πατώματά τους ήταν ξύλινα. Μεγάλα παράθυρα επέτρεπαν στο εσωτερικό να φωτίζεται και να αερίζεται.
Οι μεγάλες καπναποθήκες χτίστηκαν από το 1860 έως το 1912, όταν σε όλη την πόλη επικρατούσε οικοδομικός οργασμός. Συμβόλιζαν το κύρος των ιδιοκτητών τους και συνδύαζαν παραδοσιακά στοιχεία με την αρχιτεκτονική των κτιρίων που ανεγείρονταν μετά τη Βιομηχανική Επανάσταση στην Αγγλία και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Είχαν επίσης επιρροές από τα ρεύματα του νεοκλασικισμού και του νεορομαντισμού.
Αξίζει να περιηγηθείτε στην περιοχή των καπναποθηκών, στις παρυφές του κέντρου της πόλης, κοντά στην πλατεία Ελευθερίας. Τα σπουδαία αυτά μνημεία βιομηχανικής αρχιτεκτονικής αφηγούνται με γλαφυρό τρόπο την ιστορία του καπνού, έστω κι αν δεν έχουν συντηρηθεί ή επαναχρησιμοποιηθεί όπως θα τους άξιζε.
Σημαντικό παράδειγμα επανάχρησης παλιών καπναποθηκών αποτελεί το Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης, ένας μη κυβερνητικός και μη κερδοσκοπικός φορέας που δραστηριοποιείται στον χώρο του πολιτισμού και της εκπαίδευσης. Ιδρύθηκε το 1998, με πρωτοβουλία της Βιργινίας Τσουδερού, και στεγάζεται σε δύο μεγάλες καπναποθήκες. Η μία από αυτές, η επιβλητική «Π», ήταν η πρώην καπναποθήκη του Οθωμανικού Μονοπωλίου «Ρεζή», η οποία χρονολογείται στα τέλη του 19ου αιώνα.
Το παζλ της Παλιάς Πόλης
Ο πολυπολιτισμικός χαρακτήρας της Ξάνθης έχει αποτυπωθεί στην Παλιά Πόλη, στο βόρειο τμήμα της σύγχρονης πόλης. Ιστορικά, ο χώρος αυτός αντιστοιχούσε στον βυζαντινό οικισμό και αργότερα σε εκείνον της Τουρκοκρατίας, ο οποίος καταστράφηκε ολοκληρωτικά από τους σεισμούς του 1829. Από το 1830 και μετά άρχισε να χτίζεται ο νέος οικισμός, με χαρακτηριστικό του τη θαυμαστή μίξη διαφορετικών αρχιτεκτονικών στοιχείων, που συνδυάστηκαν με τη ντόπια παράδοση.
Η ποικιλομορφία στην αρχιτεκτονική οφείλεται στις διαφορετικές φάσεις ανοικοδόμησης, στα προνόμια που απέκτησαν οι Χριστιανοί από τους Μουσουλμάνους κυρίαρχους της περιοχής και, βέβαια, στις επιρροές που δέχονταν οι καπνέμποροι κατά τα ταξίδια τους στην Ευρώπη. Οι συνοικίες αναπτύχθηκαν γύρω από τις εκκλησίες, οι οποίες χτίστηκαν πάνω σε παλαιότερους βυζαντινούς ναούς. Από το 1860 ξεκίνησε η δεύτερη φάση ανοικοδόμησης της πόλης, που ξέφυγε από τα όρια της βυζαντινής Ξάνθειας και επεκτάθηκε προς τη σημερινή κεντρική πλατεία. Ήταν ίσως η κορυφαία περίοδος οικονομικής ακμής της Ξάνθης.
Οι γειτονιές και τα λιθόστρωτα σοκάκια της Παλιάς Πόλης σφύζουν από ζωή. Όπου κι αν στρέψει κανείς το βλέμμα, κάτι όμορφο θα συναντήσει. Σπίτια με νεοκλασικά και οθωμανικά στοιχεία, με σαχνισιά (ξύλινες προεξοχές στις προσόψεις που στηρίζονται σε δοκάρια σαν αντηρίδες), περίτεχνα μπαλκόνια και κιγκλιδώματα, διακοσμητικά στις πόρτες και στα παράθυρα, εξαιρετικής τέχνης ρόπτρα, κήπους γεμάτους λουλούδια και κυρίες που ποτίζουν με φροντίδα τις γλάστρες τους. Οι πολύχρωμες τοιχοποιίες δικαιολογούν απόλυτα τον τίτλο που έχει δοθεί στην Ξάνθη ως «η πόλη με τα χίλια χρώματα».
Καθώς θαυμάζετε τα εντυπωσιακά κτίρια, μπορείτε να κάνετε στάσεις σε καφενεία, ταβέρνες, νεανικά στέκια, μαγαζιά, καλλιτεχνικά εργαστήρια, φούρνους και μπαράκια, ανάμεσα στον κόσμο που πλημμυρίζει τα σοκάκια όλες τις ώρες της ημέρας. Αυτή η πόλη δεν είναι «σκηνικό»· οι άνθρωποι ζουν εδώ και απολαμβάνουν μια καθημερινότητα πολύ διαφορετική από εκείνη των μεγαλουπόλεων.
Τα μεγαλοπρεπή οικήματα και δημόσια κτίρια της Ξάνθης χτίστηκαν από τεχνίτες διαφόρων ειδικοτήτων -οικοδόμους, λιθοξόους, σιδεράδες, ξυλουργούς, αγγειοπλάστες, γλύπτες- οι οποίοι ήρθαν από την Ήπειρο και τη βόρεια Θράκη και συνεργάστηκαν με τους ντόπιους. Οι Κουδαραίοι από την Ήπειρο, μάλιστα, άφησαν σε προσόψεις σπιτιών τα λιθανάγλυφα σύμβολά τους. Στους μαχαλάδες συνυπήρχαν κατοικίες των Ρωμιών, κονάκια, κτίρια με οθωμανικό και νεοκλασικό χαρακτήρα, αλλά και πιο ανατολίτικα με σαχνισιά, καθώς και αρχοντικά που θύμιζαν την ιταλική Αναγέννηση ή το κεντροευρωπαϊκό στυλ Αρ Ντεκό.
Στην Ελευθερίου Βενιζέλου θα δείτε παλιά ηπειρώτικα αρχοντικά, χάνια και καταστήματα, όλα χτισμένα μετά το 1870. Τα κατασκεύασαν Ηπειρώτες μάστορες που γνώριζαν την τέχνη της επεξεργασίας του τοπικού γρανίτη. Στη συνοικία της Μητρόπολης, πάλι, θα δείτε τα «θρακιώτικα», τα οποία ξεχωρίζουν με τα καμπύλα αετώματα και τα στρογγυλά σαχνισιά. Τα σαχνισιά, όπως θα έχετε παρατηρήσει, συναντώνται σε πολλά σπίτια της Παλιάς Πόλης. Η λέξη προέρχεται από την περσική γλώσσα και σημαίνει «κάθισμα του Σάχη». Ουσιαστικά, πρόκειται για επέκταση του εσωτερικού χώρου της οικίας, ενώ ως αρχιτεκτονικό στοιχείο χαρακτηρίζει έντονα τη βορειοελλαδίτικη αρχιτεκτονική. Εκεί κάθονταν οι κυράδες της πόλης στα παλιά χρόνια, όταν τελείωναν τις δουλειές της ημέρας, για να ξεκουραστούν και να παρατηρήσουν τον δρόμο.
Η ανάμιξη των ρυθμών γέννησε και δείγματα εκλεκτικιστικής αρχιτεκτονικής, όπως το κτίριο με πέτρες ροζ απόχρωσης που στεγάζει το Δημαρχείο. Αντιπροσωπευτικό δείγμα αποτελεί και το οίκημα της οικογένειας Κουγιουμτζόγλου, το οποίο σήμερα φιλοξενεί το Λαογραφικό Μουσείο. Εξίσου σημαντικό είναι το αρχοντικό Καλούδη, με τη διακοσμητική ζωγραφική στις προσόψεις του. Ανάμεσα στα νεοκλασικά ξεχωρίζει το Μητροπολιτικό Μέγαρο, ένα επιβλητικό κτίσμα του 1896 με νέο-αναγεννησιακά χαρακτηριστικά. Εντυπωσιακά είναι επίσης τα οθωμανικά κονάκια με τα φιλοτεχνημένα ταβάνια, ενώ αν έχετε την τύχη να μπείτε σε κάποια ανακαινισμένα σπίτια θα δείτε ότι έχουν διατηρηθεί αρκετά από τα παλιά χαμάμ που υπήρχαν στην πόλη, μεγάλο προνόμιο για τους σημερινούς ιδιοκτήτες.
Το πολύμορφο παζλ συμπληρώνει η συνύπαρξη οθωμανικών με ορθόδοξα εκκλησιαστικά μνημεία, συνήθως τρίκλιτες βασιλικές με λιτές όψεις. Σπουδαιότεροι ναοί είναι των Ταξιαρχών (1834), του Αγίου Γεωργίου (1835) στη λεγόμενη συνοικία των καπνεμπόρων και του Αγίου Βλασίου (1838). Στο κέντρο της Παλιάς Πόλης δεσπόζει ο ναός του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, μητρόπολη της Ξάνθης, που χτίστηκε το 1839 πάνω σε ερείπια παλαιότερης εκκλησίας, κατεστραμμένης από πυρκαγιά. Ξεχωρίζει το καμπαναριό του 1924, με στοιχεία νεοκλασικά και νεοβυζαντινά.
Στα μουσεία της Παλιάς Πόλης
Τα αρχοντικά σπίτια όπου στεγάζονται τα μουσεία αποτελούν βασικά αξιοθέατα της Ξάνθης και στη διάρκεια της επίσκεψής σας, εκτός από τα εκθέματα, θα θαυμάσετε και τους εντυπωσιακούς εσωτερικούς τους χώρους.
Grand Maison-Οικία γέννησης Μάνου Χατζιδάκι
Σε αυτό το ανακαινισμένο και πλούσια διακοσμημένο οίκημα γεννήθηκε το 1925 και έζησε κάποια από τα παιδικά του χρόνια ο Μάνος Χατζιδάκις. Πρόκειται για ένα αληθινό έργο τέχνης, χαρακτηρισμένο ως διατηρητέα οικία, στην οποία συνυπάρχουν μπαρόκ και νεοκλασικά στοιχεία. Χτίστηκε στα τέλη του 18ου αιώνα και ανήκε στον Αβραάμ Δανιέλ, έναν εύπορο Εβραίο της εποχής. Χρόνια αργότερα φιλοξένησε την Εφορία και στη συνέχεια το Φρουραρχείο. Σήμερα λειτουργεί ως «Πολυχώρος Σκέψης και Τέχνης».
Λαογραφικό Μουσείο
Το μουσείο άνοιξε το 1975 και στεγάζεται στο εντυπωσιακό διατηρητέο αρχοντικό των αδελφών Αθανασίου και Παντελή Κουγιουμτζόγλου (1860). Πρόκειται για μια διπλή κατοικία, καθεμία με τη δική της είσοδο, ενώ στην πίσω πλευρά υπήρχε και χαμάμ. Εντυπωσιάζουν τα ξυλόγλυπτα ταβάνια και οι τοιχογραφίες, έργα Γερμανών και Βαυαρών καλλιτεχνών στα τέλη του 19ου αιώνα.
Το μουσείο αφηγείται τη νεότερη ιστορία της Ξάνθης μέσα από πλήθος εκθεμάτων, ξεκινώντας από το 1860, τη «χρυσή» εποχή της καλλιέργειας του καπνού. Στο ισόγειο, όπου πραγματοποιούνται προβολές, διαλέξεις και συναυλίες, θα συναντήσετε ενδιαφέρουσες αναπαραστάσεις από τη ζωή της αστικής τάξης της εποχής. Στον όροφο βρίσκονται οι κρεβατοκάμαρες, η πτέρυγα των περιοδικών εκθέσεων και άλλοι χώρου με συλλογές που αξίζει να δείτε.
Δημοτική Πινακοθήκη
Στη διασταύρωση των οδών Ορφέως και Πινδάρου, στην καρδιά της Παλιάς Πόλης της Ξάνθης, βρίσκεται το διατηρητέο αρχοντικό της οικογένειας Καλεύρα, που καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη. Χτισμένο στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, συνδυάζει στοιχεία ηπειρώτικης και δυτικομακεδονικής αρχιτεκτονικής. Η πινακοθήκη εγκαινιάστηκε το 1997 και φέρει το όνομα του Χρήστου Παυλίδη, Ξανθιώτη ζωγράφου που της χάρισε πολλά από τα έργα του. Κατά καιρούς φιλοξενεί και εκθέσεις άλλων καλλιτεχνών.
Το Σπίτι της Σκιάς
Με μότο «δείτε αυτό που δεν μπορεί να ιδωθεί», ο μηχανικός περιβάλλοντος Τριαντάφυλλος Βαϊτσης δημιούργησε στην Παλιά Πόλη ένα πρωτότυπο μουσείο, όπου το φως «ζωγραφίζει» στους τοίχους. Τα άμορφα και παράξενα γλυπτά του προβάλλονται ως σκιές-έργα τέχνης με τη βοήθεια του κατάλληλου φωτισμού.
Διαβάστε ακόμα:
Κοττάνη: Το Πομακοχώρι της Ξάνθης με το εκπληκτικό φαγητό
Πόρτο Λάγος: Το χωριό της Ξάνθης με τα φλαμίνγκο και το εντυπωσιακό, πλωτό μοναστήρι
Κοτζά Ορμάν: Το μεγάλο παραποτάμιο δάσος της βόρειας Ελλάδας που θυμίζει ζούγκλα