Βαθιά συνδεδεμένη με τη γη και την παράδοσή της, η Σίφνος είναι ένας τόπος όπου η γεύση και η δημιουργία συνδιαμορφώνουν την ταυτότητα του νησιού.

23

Ο γαστρονομικός χάρτης της Σίφνου

Γενέτειρα του Νίκου Τσελεμεντέ, του αρχιμάγειρα που εκσυγχρόνισε την ελληνική κουζίνα, η Σίφνος αποτελεί μια γαστρονομική κιβωτό. Ένα νησί όπου η γεύση έχει μνήμη και η παράδοση ευωδιά. Σε αυτόν τον προικισμένο τόπο, το φαγητό είναι πολιτισμός, ιστορία και ταυτότητα. Τα πιάτα που δοκιμάζει ο επισκέπτης κουβαλούν μέσα τους την αύρα του παρελθόντος. Αθέατα κομμάτια της ψυχής του νησιού. Οι ντόπιοι έχουν μάθει να αξιοποιούν με σύνεση και με σεβασμό όσα απλόχερα προσφέρει ο τόπος τους, μετουσιώνοντας την καθημερινή διατροφή σε τρόπο ζωής.

Η στρατηγική επιλογή της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου να επενδύσει στη γαστρονομία των νησιών ενισχύει καθοριστικά αυτή την ταυτότητα, συνδέοντας την πρωτογενή παραγωγή με τον τουρισμό και αναδεικνύοντας τα νησιά ως γαστρονομικούς προορισμούς με παγκόσμια αναγνωρισιμότητα. Το Νότιο Αιγαίο έχει ήδη ανακηρυχθεί Ευρωπαϊκή Περιφέρεια Γαστρονομίας το 2019, συμμετέχει σε κορυφαίους διαγωνισμούς όπως ο European Young Chef (με πολυάριθμες διακρίσεις), φιλοξένησε το World Food Gift Challenge με επίκεντρο τον μικρό παραγωγό και υποστηρίζει ενεργά τους τοπικούς συλλόγους μέσω φεστιβάλ και γαστρονομικών δράσεων. Κεντρικός άξονας των προσπαθειών της είναι το Aegean Cuisine (aegeancuisine.org), ένα πρότυπο πρόγραμμα ποιοτικού ελέγχου και δικτύωσης που συνδέει παραγωγούς, εστιατόρια και επισκέπτες με την αληθινή γεύση του Αιγαίου. Σημαντική έμφαση δίνεται και στην προστασία και ανάδειξη των τοπικών προϊόντων, με πάνω από 20 πιστοποιήσεις ΠΟΠ και ΠΓΕ. Παράλληλα, η Περιφέρεια διατηρεί σταθερά την υψηλότερη συγκέντρωση βραβευμένων εστιατορίων σε πανελλήνιο επίπεδο, ενισχύοντας τη σύνδεση της τοπικής γαστρονομίας με την εξωστρέφεια και την αειφορία.

Στη Σίφνο, κάθε μπουκιά γίνεται μια μικρή εισαγωγή στη ζωή του. Από το πήλινο μαστέλο που αγκαλιάζει το αργοψημένο αρνί του Πάσχα, μέχρι τη ρεβιθάδα της Κυριακής, η σιφνέικη κουζίνα είναι βαθιά ριζωμένη στον χρόνο. Εδώ, ο άνθρωπος συνεργάζεται με τη φύση επί αιώνες, δημιουργώντας μια γαστρονομία που συγκινεί με το συναίσθημα και με την αλήθεια της. Η Σίφνος μας καλεί στο τραπέζι της σαν αληθινούς καλεσμένους της. Με καρδιά ανοιχτή και γεύσεις φτιαγμένες με μεράκι και κόπο, προσφέρει στον ταξιδιώτη μια εμπειρία που δεν περιορίζεται στο πιάτο μας αλλά αγγίζει κάτι πολύ πιο ουσιαστικό: τη σύνδεση με έναν τρόπο ζωής που επιβιώνει χάρη στην αγάπη για την απλότητα, τη γη και τους ανθρώπους της.

Όπως κάθε Κυκλαδονήσι που σέβεται τον εαυτό του, έτσι και η Σίφνος, τιμά το αλεύρι της και όλες τις παρασκευές που δημιουργεί με αυτό. Από τις κουλούρες μέχρι τις αφράτες μελόπιτες που πρωταγωνιστούν τις μέρες του Πάσχα, κάθε μικρό ή μεγάλο χειροποίητο έδεσμα φροντίζεται με το ίδιο μεράκι των γιαγιάδων του νησιού, εκείνων που το ετοίμαζαν κάποτε για τις μεγάλες γιορτές που ένωναν τις καρδιές όλων των κατοίκων. Ανάμεσα σε όσα τραβούν την προσοχή του παρατηρητή της κουζίνας της Σίφνου, είναι τα ζυμαρικά του νησιού, που πίσω από την παρασκευή τους κρύβουν ένα ολόκληρο τελετουργικό και συνοδεύονται απολαυστικά με τυριά.

Στις πλαγιές του νησιού ξεφυτρώνουν ευωδιαστά βότανα, κυρίαρχα όχι μόνο στη σιφνέικη κουζίνα αλλά και στον αέρα του νησιού. Αγριορίγανη, δεντρολίβανο, θυμάρι και φασκόμηλο είναι μερικά από τα συστατικά που χρησιμοποιούνται σε γεμίσεις για πίτες και σε αφεψήματα. Αυτά τα ιδιαίτερα δώρα της γης μαζί με τα λαμπούνια, τις καυκαλήθρες, τα κιτρινόχορτα και το λαπάθι, συνθέτουν έναν χάρτη γεμάτο αρώματα και μνήμες.

Αν πρέπει να δοκιμάσετε ένα τοπικό προϊόν του νησιού, ας είναι αυτή η μυζήθρα. Ένα τυρί-κομμάτι του DNA της Σίφνου, που θα το βρείτε σε διάφορες παραλλαγές: ξινή ή γλυκιά, φρέσκια ή ξερή, αλατισμένη ή ανάλατη. Η μανούρα, το τυρί που έχει συνδεθεί κατ’ εξοχήν με τη Σίφνο, ζυμωμένη από παστεριωμένο γίδινο και πρόβειο γάλα, περνά από τα χέρια τυροκόμων με σοφία και ακολουθεί συγκεκριμένη ωρίμαση που της προσδίδει τη χαρακτηριστική γεύση της και το έντονο άρωμά της. Η Σίφνος, με παράδοση στην αμυγδαλόπαστα, φτιάχνει τα γλυκά της για να γιορτάζει πάντα τη μεγαλοσύνη της ζωής. Από τα αμυγδαλωτά «καταραχλά» που μοιάζουν με μικρά κοσμήματα, μέχρι τα «βομβίδια» και τα γνωστά σε όλους ξεροτήγανα, όλα θυμίζουν με νοσταλγία το παρελθόν.

Σε ένα νησί όπου για αιώνες το φρέσκο κρέας ήταν είδος σπάνιο, ο τόπος ανέπτυξε πατροπαράδοτες τεχνικές διατήρησης, δημιουργώντας αλλαντικά με χαρακτηριστική νοστιμιά που έμελλε να συνδεθούν με τη γαστρονομική του ταυτότητα.

Παράλληλα, η αλιεία παραμένει βασικό στήριγμα της τοπικής ζωής, με τους ψαράδες να μοιράζονται συχνά τον ρόλο του καλλιεργητή, κρατώντας ζωντανό το παλαιό κυκλαδικό πρότυπο του ανθρώπου που ζει από γη και θάλασσα μαζί.

Η γη της Σίφνου μοιάζει με ζωντανό οργανισμό. Μέσα από τις συνταγές και τις πρώτες της ύλες, θα σας ταξιδέψει στην ιστορία της και το μέλλον της. Κάθε μπουκιά είναι ένα μικρό μάθημα για το πώς κατάφερε το νησί να εξελιχθεί μες τον χρόνο. Μια κουζίνα που έμαθε να ζει με ό,τι της προσφέρει ο τόπος. Η γαστρονομία εδώ είναι μια γέφυρα για να γνωρίσετε τους ανθρώπους της, την καθημερινότητά της και την ψυχή της. Οι γεύσεις ξυπνούν τις αισθήσεις και τιμούν την αληθινή έννοια της φιλοξενίας. Όλα μαζί συνθέτουν έναν αυθεντικό θησαυρό φτιαγμένο από τη γη και τους ανθρώπους για όλη την Ελλάδα.

Η Κεραμική Τέχνη της Σίφνου

Ποιος έχει ταξιδέψει στο νησί των Κυκλάδων χωρίς να αγοράσει κάποια από τα περίφημα κεραμικά που δημιουργούνται εκεί; Είναι ταυτισμένα με τη Σίφνο, όπως άλλοτε ήταν η λέξη «αγγειοπλάστης» με τη λέξη «Σιφνιός». Η αγγειοπλαστική είναι απόλυτα συνδεδεμένη με την ιστορία και τον πολιτισμό της Σίφνου, και υπήρχαν τουλάχιστον τρεις βασικοί λόγοι γι’ αυτό: διέθετε πηλό υψηλής ποιότητας, ώστε να κατασκευάζονται ανθεκτικά πυρίμαχα σκεύη, άφθονο ήλιο που επιτάχυνε τη διαδικασία της ξήρανσης, καθώς και πολλά δέντρα και θάμνους, ώστε να φτιάχνουν προσάναμμα για τα καμίνια.

Σήμερα, ο τοπικός πηλός εξάγεται πλέον σε μικρές ποσότητες, κυρίως από την περιοχή της Χερρονήσου. Το κύριο μαγειρικό σκεύος ήταν τα περίφημα τσικάλια -εξ ου και στα νησιά των Κυκλάδων οι Σιφνιοί έγιναν γνωστοί ως «τσικαλάδες», ενώ τα αγγειοπλαστεία τους λέγονταν «τσικαλαριά».

Όπως δείχνουν ανασκαφικά ευρήματα από τις ακροπόλεις του νησιού, η διαδικασία ξεκίνησε ήδη από την Κυκλαδική εποχή. Στους πιο πρόσφατους αιώνες, η αγγειοπλαστική άνθισε μεταξύ του 18ου και των αρχών του 20ού αιώνα, οπότε τα Σιφνέικα κεραμικά εξάγονταν και εκτός Ελλάδας, σε χώρες της Ανατολικής Μεσογείου. Η πρώτη γραπτή μαρτυρία για το θέμα, μάλιστα, προήλθε από τον Joseph Pitton de Tournefort, τον γνωστό Γάλλο περιηγητή, γιατρό και βοτανολόγο, που πέρασε από τη Σίφνο στις αρχές του 18ου αιώνα.

Οι αγγειοπλάστες δεν περιορίζονταν στο νησί, αλλά ταξίδευαν και σε άλλα μέρη, εξασκώντας την τέχνη τους σε τέτοιο βαθμό, ώστε η λέξη «Σιφνιός» κατέληξε να είναι περίπου συνώνυμη με τον αγγειοπλάστη. Το 1833, κάποιοι από αυτούς ήρθαν να εγκατασταθούν στο Μαρούσι, όπου υπήρχε καλό νερό και ζήτηση για στάμνες. Έτσι, αναπτύχθηκαν αγγειοπλαστεία στη συγκεκριμένη περιοχή της Αθήνας, αλλά και στην Καλογρέζα, στο Χαλάνδρι, στην Αγία Παρασκευή. Πολλοί αγγειοπλάστες εγκαταστάθηκαν επίσης στην Κρήτη, στην Πελοπόννησο, στη Μυτιλήνη, στη Θάσο και σε άλλα μέρη. Τα πρώτα αγγειοπλαστεία της Σίφνου λειτουργούσαν μακριά από τα παράλια, όπως στο χωριό του Αρτεμώνα και στο γειτονικό Άνω Πετάλι, λόγω του φόβου για πειρατικές επιθέσεις. Αργότερα, μεταφέρθηκαν κοντά στις ακτές, κατά προτίμηση σε προστατευμένα από τους ανέμους σημεία, όπως οι Καμάρες, η Χερρόνησος, ο Πλατύς Γιαλός, το Βαθύ.

Εάν τα επισκεφθείτε, θα παρατηρήσετε κάποια από τα κτήρια των παλιών «τσικαλαριών», που έχουν συνήθως νέες χρήσεις. Τα χαρακτηρίζει το μακρόστενο σχήμα και η καμπύλη οροφή, που δείχνει ότι εκεί ήταν το καμίνι. Τα κεραμικά, ανάλογα με το ψήσιμό τους, χωρίζονταν -και χωρίζονται- σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη περιλαμβάνει τα αγυάλωτα, όσα δηλαδή ψήνονται μόνο μία φορά και δεν φέρουν ειδική επίστρωση (εφυάλωση), και η δεύτερη -τα δίπυρα ή υαλωμένα- που ψήνονται δύο φορές και έχουν στιλπνή και γυαλιστερή μορφή. Αυτά προορίζονται κυρίως για διακοσμητικά. Ζωγραφίζονται με διάφορα μοτίβα, που είναι απλά γραμμικά σχήματα, μοτίβα από τη φύση -πουλιά, λουλούδια, ψάρια-, καράβια, και είναι πραγματικό χάρμα οφθαλμών.

Όπως λένε οι κεραμίστες, στην τέχνη τους τον τελικό λόγο έχει πάντα η φωτιά. Γι’ αυτό, πριν από την εισαγωγή των ηλεκτρικών καμινιών, η διαδικασία του καμινιάσματος στα εργαστήρια ήταν πολύ κουραστική και απαιτούσε προετοιμασία και καλή οργάνωση. Τα κεραμικά έπρεπε να ψηθούν στην κατάλληλη θερμοκρασία, με τη σωστή διάρκεια, ώστε να εξασφαλιστεί η μέγιστη αντοχή τους. Όλα ξεκινούσαν με το κροπύρωμα (προθέρμανση) του καμινιού, με καύσιμη ύλη -κλαδιά και φρύγανα- που διαρκούσε από 3 έως 5 ώρες. Ακολουθούσε, για άλλες 3-4 ώρες, το φορτσάρισμα, δηλαδή το εντατικότερο και ταχύτερο ψήσιμο, μια διαδικασία που απαιτούσε συνεχές «τάισμα» και εποπτεία από τον μπασπερέτη, όπως λεγόταν ο υπεύθυνος για το καμίνι. Η αρχική όψη των κεραμικών κατά το ψήσιμο ήταν μαύρη. Έπειτα άρχιζαν να φεγγίζουν και να κοκκινίζουν και, όταν πλέον ήταν έτοιμα, τότε «ασπρογαλάνιαζαν», όπως έλεγαν οι Σιφνιοί αγγειοπλάστες. Στο στάδιο αυτό, η ποιότητα των ψημένων κεραμικών εξαρτιόταν πλέον αποκλειστικά από την ικανότητα του μπασπερέτη να σταματήσει τη φωτιά στο κατάλληλο σημείο, γεγονός που αποδεικνύει και τη σημασία της θέσης και των αρμοδιοτήτων του.

Εκτός από τα τσικάλια, παραδοσιακά ο πηλός χρησιμοποιούνταν -και συνεχίζει να χρησιμοποιείται- για να φτιάχνουν το μαστέλο, όπου αργοψήνουν το κρέας στον ξυλόφουρνο, τη σκεπασταριά, όπου μαγειρεύεται η διάσημη ρεβυθάδα της Σίφνου, στάμνες, κανάτες, χρηστικά σκεύη για το τραπέζι και πολλά άλλα. Μια ακόμη πολύ ενδιαφέρουσα χρήση ήταν για τους φλάρους, που θα θαυμάσετε στις σκεπές των σπιτιών: είναι το πήλινο τελείωμα της καμινάδας, απ’ όπου βγαίνει ο καπνός του τζακιού.

Μάλιστα, όταν ο φλάρος δεν «τραβούσε» καλά, γινόταν κατάμαυρος από την αιθάλη, και από εκεί βγήκε η φράση: «τον κακό σου τον καιρό και το μαύρο σου το φλάρο». Σήμερα λειτουργούν στο νησί περί τα 15 αγγειοπλαστεία, που διατηρούν ζωντανή τη σπουδαία τέχνη, η οποία συνεχίζει να περνάει από γενιά σε γενιά -ειδικά σε κάποιες από τις πιο γνωστές οικογένειες, όπως των Νίκου και Γιάννη Λεμπέση, καθώς και των Ατσόνιου στο Βαθύ, με λειτουργία από το 1870. Καταστήματα με κεραμικά θα βρείτε κυρίως στις Καμάρες, στην Απολλωνία, στον Αρτεμώνα, στο Βαθύ, στον Πλατύ Γιαλό. Εκτός από τα παραδοσιακά πήλινα χρηστικά και διακοσμητικά σκεύη, οι νεότεροι καλλιτέχνες έχουν εξελίξει την τέχνη, χρησιμοποιώντας και άλλες τεχνικές, παράγοντας διάφορα αντικείμενα με μοντέρνα σχέδια, υφές και σχήματα.

Η σιφνέικη κεραμική έχει ενταχθεί στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO από το 2023 και το Δίκτυο Αρχιπέλαγος έχει αναδείξει την αγγειοπλαστική παράδοση του νησιού μέσα από μια εξαιρετική σειρά ντοκιμαντέρ. Το 2001 ιδρύθηκε το Σωματείο Αγγειοπλαστών Σίφνου, που οργανώνει -τους καλοκαιρινούς κυρίως μήνες- πολλές εκθέσεις με καλλιτεχνικές δημιουργίες των μελών του και μαθήματα κεραμικής. Μπορείτε να επισκεφθείτε το Μουσείο Κεραμικής του Αρτεμώνα, όπου θα μάθετε πολλές πληροφορίες για το ενδιαφέρον αυτό θέμα.

Διαβάστε ακόμα:

Ο Αντώνης κρατά ζωντανή την αγγειοπλαστική στη Σίφνο -Μία Τέχνη από πηλό και ψυχή

Best of Σίφνος: Γραφικά χωριά, απίστευτες παραλίες και ιδιαίτερες γεύσεις

Σίφνος: 10 επιλεγμένες προτάσεις για διαμονή στο στολίδι των Κυκλάδων