Είναι οκτώ το πρωί μιας μαγιάτικης Δευτέρας στο αυτοκίνητο. Όχι ευτυχώς σε κάποιο μποτιλιαρισμένο δρόμο της πρωτεύουσας, αλλά καθ’ οδόν για το σπίτι της κυρίας Μαρίας Πελεκάνου, μιας δραστήριας Σαντορινιάς, η οποία εκτός από πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Μεγαλοχωρίου, γραμματέας στο Δημοτικό Συμβούλιο Δήμου Θήρας και πολυπράγμων κάτοικος του νησιού που τρέφει έντονο ενδιαφέρον για όσα αφορούν τον τόπο της, τυγχάνει και εξαιρετική μαγείρισσα. Ο ήλιος κάνει το Αιγαίο γύρω μας να λαμπυρίζει, το λευκό σκηνικό περιβάλλουν πανέμορφα χαλιά από σχεδόν αποκλειστικά άσπρες μαργαρίτες και η κίνηση στο οδικό δίκτυο του διάσημου νησιού του ηφαιστείου είναι ακόμη ελάχιστη, σε αντίθεση με τους μήνες που θα ακολουθήσουν.
Κάπου έξω από το Μεγαλοχώρι εντοπίζουμε το σπίτι με τα περιποιημένα παρτέρια αλλά και το δικό του κατάλευκο εκκλησάκι, αφιερωμένο στον Άγιο Νικόλαο τον οποίο η οικογένεια της κας Πελεκάνου τιμά με μεγάλη ευλάβεια. «Τα παιδιά μου μεγάλωσαν με τις ιστορίες του Αγίου Νικολάου, τον αγαπούσαν πολύ και τον αποκαλούσαν παππού», θα μας πει αργότερα η ίδια, η οποία εκείνη τη στιγμή μας περίμενε ήδη στο κατώφλι, χαμογελαστή και περιποιημένη, δίνοντας αμέσως την εικόνα μιας δυναμικής γυναίκας, που καταπιάνεται με όλα και με πάθος. Μας υποδέχεται με χαμόγελο, με τις γάτες της τριγύρω: η Μάρα προστατευτική με το μωρό γατάκι της, ο Βάρβαρος αραγμένος στο παράθυρο και ο κατάλευκος Νικόλας που την ακολουθεί κατά πόδας, όσο εκείνη μας δείχνει περήφανη τα φροντισμένα λουλούδια της.
Τριαντάφυλλα και γαρύφαλλα «τα αγαπημένα της γιαγιάς μου» δηλώνει με έναν νοσταλγικό τόνο για να συμπληρώσει «εδώ στη Σαντορίνη έχουμε κυρίως τα φούξια, αλλά και τους κατακόκκινους κρίνους», που δίνουν μια έντονη χρωματική νότα στην ασπρισμένη αυλή. «Γίνονται πανέμορφα γιατί τα ποτίζουμε με βρόχινο νερό που μαζεύουμε στη στέρνα μας» συμπληρώνει κι αμέσως επισημαίνει το θέμα της ορθολογικής διαχείρισης των περιορισμένων υδάτινων πόρων των νησιών, που ως συνειδητοποιημένοι ταξιδιώτες καλό είναι πάντα να έχουμε στο νου μας ανεξαρτήτως προορισμού.
Στο μεταξύ, έχουμε ήδη μεταφερθεί στην κουζίνα, όπου ήδη η πρώτη κατσαρόλα με τα μαγειρεμένα γιαπράκια μοσχοβολά. Αναρωτιέται κανείς από τι ώρα έχει ξεκινήσει να μαγειρεύει, αλλά η κ. Μαρία είναι αεικίνητη. «Έχουμε συνεδρίαση του Δ.Σ. σήμερα, και θα τους φιλέψω κι εκείνους. Έτσι κάνω πάντα, είναι χαρά μου να προσφέρω και τιμή μου να απολαμβάνουν αυτά που φτιάχνω». Με το τραπέζι του πρωινού στρωμένο στην εντέλεια, με ζεστό καφέ και τσάι του βουνού, χειροποίητα σαντορινιά μελιτίνια, σπιτικό αφράτο κέικ με ταχίνι και σταφίδες και ζυμωμένα από την ίδια παξιμάδια με σαφράν και κεφαλοτύρι, δε χωρά αμφιβολία πως η κα Μαρία είναι η προσωποποίηση της φιλοξενίας της Σαντορίνης. Κι όσο εμείς απολαμβάνουμε το λουκούλλειο πρωινό ενώ ο Νικόλας μας περιεργάζεται, εκείνη μας μιλά για τη δική της αγαπημένη Σαντορίνη και τη «χρυσή εποχή» της τέσσερις δεκαετίες πριν, όταν σταθερά ανέρχονταν ως κορυφαίος διεθνής προορισμός.
Λίγο αργότερα, έχοντας μεταφερθεί δίπλα, στο οικογενειακό αμπέλι και μαζεύοντας τρυφερά ανοιξιάτικα αμπελόφυλλα για τη δεύτερη δόση από το φαγητό μας, η συζήτηση στρέφεται στις πρόσφατες σεισμικές δονήσεις που βίωσε το νησί. Για μια ακόμη φορά επιβεβαιώνονται όσα διαπιστώσαμε και ακούσαμε από διάφορες πηγές κατά την αποστολή μας στη Σαντορίνη, ότι ζημιές δεν καταγράφηκαν σε κανένα χωριό. Ότι η ανησυχία των κατοίκων κινήθηκε σε απόλυτα λογικά πλαίσια και χωρίς πανικό, η συντριπτική πλειοψηφία παρέμεινε στο νησί, που όμως τώρα πρέπει να καταβάλει μεγάλη προσπάθεια για να κερδηθεί ο χαμένος χρόνος από τις εργασίες που πάγωσαν προσωρινά και την έναρξη της τουριστικής σεζόν που καθυστέρησε. Στο μεταξύ φτάνει με τα ψώνια της ημέρας, ο κύριος Παναγιώτης Βάλβης, σύζυγος της κ. Μαρίας και παλιός καπετάνιος, ενώ καθώς επιστρέφουμε πάνω από τις κατσαρόλες, μαθαίνουμε ότι οι περισσότερες προμήθειες φτάνουν από την Κρήτη και τη Νάξο.
«Κτηνοτροφία δεν είχε ποτέ το νησί» μας πληροφορεί η κα Μαρία, τυλίγοντας με ταχύτητα το μείγμα ρυζιού και μυρωδικών στα πλυμένα αμπελόφυλλα, τα οποία, σημειωτέον, δεν ζεματίζει προηγουμένως. «Τα παλιά χρόνια είχαμε αρκετή φάβα, τις ντομάτες μας που το ηφαιστειογενές έδαφος έκανε πεντανόστιμες και μελιτζάνες πράσινες που δεν βγαίνουν πια. Είχαμε φέσκουλα -έτσι λέμε εδώ τα σέσκουλα- που τα κάναμε ωραιότατους τηγανητούς κεφτέδες, όπως και τις ντομάτες, και τους έπαιρναν οι εργάτες στα αμπέλια και τα παιδιά στο σχολείο για κολατσιό. Και τούτο δω το φαγητό, τα γιαπράκια όπως αποκαλούμε τα ντολμαδάκια γιαλαντζί στη Σαντορίνη, καμιά φορά μόνο τα έφτιαχναν με μοσχαρίσιο κιμά. Ως φαγητό της φτωχικής κουζίνας γίνονταν συνήθως σκέτα, με ρύζι ή με πελτέ ντομάτας που είχε κάθε Σαντορινιά στην κουζίνα της. Φαγάκι νόστιμο, απλό, οικονομικό και νηστίσιμο».
Ο βαθύς σεβασμός στην παράδοση είναι έκδηλος, εξάλλου η κ. Πελεκάνου είναι ο άνθρωπος που κινητοποιεί όλο το Μεγαλοχώρι για τη θεαματική αναβίωση του πασχαλινού εθίμου της ύψωσης του Λαζάρου κάθε χρόνο, στρέφοντας όλα τα βλέμματα του νησιού στο χωριό της το Σάββατο πριν από την Ανάσταση. Δουλεύοντας επί μέρες ασταμάτητα πλέκει στο χέρι τα «βαγίδια», σταυρούς από φοινικόφυλλα σε διάφορα μεγέθη, αφού τα μεγάλα στολίζουν εκκλησίες και αυλές σπιτιών, ενώ τα μικρά σταυρουδάκια μοιράζονται στους πιστούς μετά τη λειτουργία. Μας δείχνει βίντεο στο κινητό της και αφήνοντάς μας έκπληκτους, δηλώνει χωρίς έπαρση ότι το φετινό Πάσχα έφτιαξε 130 βαγίδια και μαγείρεψε 400 γιαπράκια που μοιράστηκαν σε όσους παρευρέθηκαν στο στολισμό του Λαζάρου στο Μεγαλοχώρι. Πιθανολογούμε με την ίδια άνεση που ετοίμασε άλλη μια κατσαρόλα όσο μιλάμε: τρεις στρώσεις, το ανάλογο νερό που πάντα προστίθεται σε σωστή αναλογία, μια σειρά αμπελόφυλλα κι ένα αναποδογυρισμένο πιάτο για να τα συγκρατεί στη θέση τους. Υψηλή θερμοκρασία μέχρι να πάρουν βράση κι ύστερα χαμηλότερη, ώσπου σε 20΄να είναι έτοιμα. Και πεντανόστιμα, θα προσθέσουμε απολαμβάνοντας σαν δεκατιανό τα πρώτα πρωινά, καθισμένοι όλοι μαζί στο φιλόξενο οικογενειακό τραπέζι.
Θα μας διακόψει το κινητό, με το πρωτότυπο ringtone ήχου καμπάνας. Η κ. Μαρία πρέπει να φύγει για τις υποχρεώσεις του Δήμου κι εμείς αναγκαστικά να αφήσουμε γιαπράκια και για τους υπόλοιπους που ανυπομονούν να τα γευτούν. Το ζευγάρι μας ξεπροβοδίζει, αλλά πρώτα μας δείχνουν το δεύτερο ιδιωτικό εκκλησάκι της οικογένειας, ταγμένο στην Αγία Καλλιόπη. «Είναι το όνομα της γιαγιάς μου που έφυγε πολύ νέα κι αυτό εδώ το εκκλησάκι που χτίσαμε στη μνήμη της ήταν και το πρώτο στο νησί αφιερωμένο στη συγκεκριμένη αγία». Μας αποχαιρετά με ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα, προμήθειες από σπιτικά καλούδια για το δρόμο, πολλές ευχές κι ένα πλατύ, ειλικρινές χαμόγελο. Κι εμείς, χορτάτοι κι ευγνώμονες ξαναμπαίνουμε στο αυτοκίνητο, χαρούμενοι γνωρίζοντας ότι υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται ώστε να διατηρούνται οι παραδόσεις και η αυθεντικότητα της Σαντορίνης.
Διαβάστε ακόμα:
Πύργος Σαντορίνης: Ένας λαβύρινθος κυανόλευκων τόνων αφηγείται ιστορίες για πειρατές
Αποστολή του Travel.gr στη Σαντορίνη -Εξερευνώντας το Μεγαλοχώρι, την αυθεντική πλευρά του νησιού
Οι εμπειρίες που αξίζει να ζήσετε στη Σαντορίνη