Η καλντέρα της είναι διάσημη σε όλο τον κόσμο ως εικόνα που κόβει την ανάσα με τη συγκλονιστική ομορφιά της και τη θέα που προσφέρει. Η ιστορία της δημιουργίας της και της τρομερής ηφαιστειακής έκρηξης που το 1613π.Χ. καθόρισε το σχήμα της αλλά κι εξαφάνισε τον προϊστορικό πολιτισμό της είναι επίσης γνωστή. Σαντορίνη και ηφαίστειο είναι δύο έννοιες αλληλένδετες, με το δεύτερο να ασκεί μια μυστηριακή γοητεία για όποιον επισκέπτεται το εκθαμβωτικό κυκλαδονήσι, αναδύοντας κατά πολλούς μια μοναδική ενέργεια.
Το βέβαιο είναι ότι πολλά από τα στοιχεία που καθιστούν τη Θήρα τόσο ξεχωριστή είναι ακριβώς απόρροια του ηφαιστειογενούς της χαρακτήρα, όπως συμβαίνει με το έδαφός της που δίνει μοναδική ταυτότητα σε ό,τι καλλιεργείται στο νησί. Οι σπουδαίες οινικές ποικιλίες του σαντορινιού αμπελώνα, ο οποίος χάρη στο ηφαιστειογενές έδαφος παρέμεινε απρόσβλητος από την φυλλοξήρα που το 1870 εξαφάνισε το μεγαλύτερο μέρος της αμπελουργικής Ευρώπης, έχουν αναδείξει τη Σαντορίνη σε διεθνή οινικό προορισμό, με τις ποικιλίες Ασσύρτικο, Αθήρι και Αϊδάνι να ξεχωρίζουν για την έντονη ορυκτότητα, τα πλούσια αρώματα και την πολύπλοκη γεύση τους. Η φάβα της, αγαπημένο έδεσμα συνυφασμένο με το ελληνικό καλοκαίρι, απολαμβάνει καθεστώς ΠΟΠ και σύμφωνα με αρχαιολογικά ευρήματα καλλιεργούνταν και καταναλώνονταν πριν τη μεγάλη μινωική έκρηξη, ενώ αργότερα αποτέλεσε ένα από τα λίγα φυτά που θα μπορούσαν να ευδοκιμήσουν στο ηφαιστειογενές έδαφος.
Ένα άλλο προϊόν καλλιέργειας της γης της Σαντορίνης στο μεταξύ, επίσης ΠΟΠ και μοναδικής νοστιμιάς, επωφελήθηκε από τα μοναδικά εδαφολογικά χαρακτηριστικά του ηφαιστειογενούς νησιού και την πρωινή ατμοσφαιρική υγρασία -τη λεγόμενη «ανεδοσά»- κι έπαιξε καθοριστικό ρόλο την οικονομική ανάπτυξη του τόπου. Είναι η άνυδρη, μικρόκαρπη ντομάτα Σαντορίνης και τη συναρπαστική ιστορία μιας ολόκληρης βιομηχανίας που άνθισε γύρω της, μας αφηγείται με γλαφυρό, διαδραστικό και σύγχρονο τρόπο το Βιομηχανικό Μουσείο Τομάτας.
Τα ιστορικά ντοματάδικα και ο «χρυσός χαβιάρης»
Από το 1493 που ο Χριστόφορος Κολόμβος την έφερε στην Ευρώπη κι από τον 17ο αιώνα που ξεκίνησε να καταναλώνεται σαν τροφή, ως τη φημολογούμενη άφιξη των σπόρων της από τη Μάλτα κρυφά μέσα σε ένα μπαστούνι από μπαμπού, είχαν μεσολαβήσει αμέτρητες στιγμές στην διάδοση της ιστορίας της ντομάτας. Γεγονός είναι ότι στη Σαντορίνη αφίχθηκε το 1840 από τη Σύρο, για να βρει στο ηφαιστειογενές έδαφος, στην έλλειψη βρόχινου νερού και στη συγκράτηση της υγρασίας στους πόρους της ελαφρόπετρας που υπάρχει στο χώμα του νησιού, τις συνθήκες που θα της χάριζαν τη συμπυκνωμένη, μεστή γεύση της. Και βέβαια, να φτάσει στο σημείο να αναγνωριστεί το σαντορινιό ντοματάκι -με το χαρακτηριστικό σχήμα και το μικρό μέγεθος- το 2006 ως Προϊόν Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ).
Τα πρώτα χρόνια εισαγωγής της, η αυθεντική σαντορινιά ντομάτα -αυλακωτή, με πέντε μόνο χαρακιές- χρησιμοποιούταν νωπή, σταδιακά όμως επεκτάθηκε στην παραγωγή άλλων προϊόντων όπως λιαστή, για τοματοπολτό ή αποφλοίωση, αλλά και για την παρασκευή γλυκών και άλλων παραδοσιακών εδεσμάτων. Καθώς οι καλλιέργειες του νησιού δεν ποτίζονται από τη βροχή, αλλά από την πρωινή υγρασία, οι χωρικοί διαπίστωσαν ότι η άνυδρη μικρόκαρπη ντομάτα με τη χοντρή φλούδα και την εξαιρετική ποιότητα πλούσιου εκχυλίσματος, είχε εξαιρετικό άρωμα, ήταν ιδιαίτερα γευστική και αποδοτική στην παραγωγή πελτέ. Με τη μεγάλη ζήτηση για τον ντοματοπολτό και τις υψηλές τιμές στην αγορά, η καλλιέργειά της διαδόθηκε ραγδαία.
Παρά το ότι η έλλειψη νερού δεν μπορεί να προσφέρει μεγάλη παραγωγή όπως γίνεται σε άλλες περιοχές της Ελλάδας -έως τα 1.400 κιλά τη στιγμή που αλλού φτάνει τα 12.000-, παρά το ότι στη Σαντορίνη η παραγωγική περίοδος της ντομάτας περιορίζεται στις 20-25 μέρες ενώ σε άλλες περιοχές μπορεί να φτάσει τους έξι μήνες και να καλύψει περισσότερες από μία ποικιλίες, τον 20ό αιώνα το νησί του ηφαιστείου απαριθμούσε 9 εργοστάσια επεξεργασίας ντομάτας. Ένα, από αυτά, το υπερσύγχρονο για την εποχή του Δ. Νομικός Α.Ε., δεσπόζει ακόμη στα νότια του νησιού και με το νέο του ρόλο ως μουσείο-πολυχώρος ζωντανεύει τη βιομηχανική κληρονομιά της Σαντορίνης και μαζί της μια ολόκληρη εποχή. Την εποχή που η γεύση του σαντορινιού πελτέ «ήταν άλλο πράγμα», την εποχή που τα μπακάλικα τον διέθεταν με την κουταλιά, την εποχή που πουλιόταν 1 χρυσή λίρα η οκά, έτσι ώστε οι ντόπιοι να τον αποκαλούν «ο χρυσός χαβιάρης».
Από το χωράφι στο εργοστάσιο: ιστορίες μόχθου και χαράς
Το χαρακτηριστικό φουγάρο του στέκεται επιβλητικά πάνω από την παραλία της Βλυχάδας δίνει το στίγμα για έναν κρυμμένο θησαυρό, αλλοτινό αλλά και σύγχρονο. Πρώην «ντοματάδικο», νυν «Βιομηχανικό Μουσείο Τομάτας Δ. Νομικός», είναι ένας χώρος που αναγνωρίζεται από μακριά και ένα αυθεντικό κομμάτι του νησιού όπου ξεδιπλώνεται η καθοριστική σημασία που είχε το ντοματάκι της Σαντορίνης και η επεξεργασία του. Η ιστορία μας φέρνει 110 χρόνια πίσω, όταν ο Δημήτρης Νομικός, ένας δραστήριος, αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας που στα τέλη του 19ου αιώνα άνοιξε τον πρώτο μηχανοκίνητο αλευρόμυλο στα Φηρά και στη συνέχεια δημιούργησε αποστακτήριο, μακαρονοποιείο και αρτοποιείο, ιδρύει το 1915 προβιομηχανικό ντοματάδικο στη Μεσαριά και το 1922 τη μεγαλύτερη βιομηχανία επεξεργασίας ντομάτας των Βαλκανίων στην περιοχή του Μονολίθου. Δύο δεκαετίες αργότερα και συγκεκριμένα το 1945, ο γιος του Γιώργος χτίζει το νέο εργοστάσιο, εξαιρετικό δείγμα κυκλαδικής αρχιτεκτονικής, που ολοκληρώνεται μέσα σε 6 μήνες και δουλεύει το πρώτο καλοκαίρι χωρίς στέγη, για να προλάβει τη σοδειά εκείνης της χρονιάς. Μέσα σε λίγους μήνες από την έναρξη λειτουργίας του, το εργοστάσιο κατάφερε να έχει δυναμικότητα 3.500 κοφίνια την ημέρα, δηλαδή 175 τόνους.
Εκεί, πλάι στη θάλασσα ώστε το θαλασσινό νερό να αξιοποιείται για το πλύσιμο της ντομάτας και την ψύξη των μηχανημάτων, ανάμεσα στο κυρίως εργοστάσιο, το αγέρωχο φουγάρο στα δεξιά, το σπίτι του ιδιοκτήτη που βρισκόταν στον ίδιο χώρο και τις αποθήκες, μπορεί κανείς εύκολα να φανταστεί πώς κάθε καλοκαίρι η ανακαινισμένη πλέον μεγάλη αυλή κοκκίνιζε, καθώς ανά μισή ώρα κατέφθαναν ξυπόλυτοι οι αγρότες απ΄ όλα τα χωριά της Σαντορίνης για να πουλήσουν τις ντομάτες τους μέσα σε κοφίνια 40 οκάδων, δηλαδή περίπου 50 κιλών.
Τα φορτωμένα γαϊδούρια σταματούσαν έξω από το εργοστάσιο για να μην λερώσουν το χώρο κι οι παραγωγοί κουβαλούσαν τα φτιαγμένα από λυγαριά κοφίνια στους ώμους, μέχρι το 1952 που τσιμεντοστρώθηκε η αυλή, και η μεταφορά τους γινόταν με το καρότσι. Κάθε κοφίνι είχε μάλιστα γραμμένο με άσπρο, κόκκινο ή θαλασσί χρώμα τον αριθμό καθενός από τα εννέα εργοστάσια όπου θα παραδίδονταν. Τα φορτία ζυγίζονταν κι ο ίδιος ο Γιώργος Νομικός – ο αποκαλούμενος «Ντοματάς» σημείωνε το ζύγι για την πληρωμή του αγρότη, είτε σε χρήμα είτε σε ντοματοπελτέ, ενώ καθένας είχε το δικό του σημείο στην αυλή όπου περίμενε να έρθει η σειρά του, για να πάρει πίσω τον σπόρο που θα φύτευε την επόμενη χρονιά, αλλά και ό,τι περίσσευε από φλούδες και ντοματάκια για να ταΐσει τα ζώα του. Τίποτα δεν πήγαινε χαμένο.
Το εργοστάσιο δούλευε τους καλοκαιρινούς μήνες, από 26 Ιουνίου μέχρι τέλη Αυγούστου, εφτά ημέρες την εβδομάδα και όλο το 24ωρο, με 70-80 εργάτες χωρισμένους σε δύο 12ωρες βάρδιες. Το 70% των εργαζόμενων ήταν γυναίκες και τα βασικά προϊόντα δύο: πελτές και ολόκληρο ντοματάκι με τον χυμό του, όπως κατά καιρούς και αρακάς σε κονσέρβα. Παρά το μόχθο και την ασταμάτητη δουλειά οι αφηγήσεις που αποτελούν το πολύτιμο ιστορικό αρχείο της επιχείρησης, περιγράφουν μια ατμόσφαιρα πρόσχαρη και την αίσθηση της οικογένειας, στοιχείο στο οποίο οφείλεται και μεγάλο μέρος της επιτυχίας της επιχείρησης.
Κι είναι αυτά ακριβώς τα αφηγήματα που ζωντανεύουν εικόνες όπως του αγιασμού στην αυλή για να ξεκινήσει η ετήσιας βάσης ιεροτελεστία, του τυλιγμένου στην πετσέτα κολατσιού που αποτελούνταν από αυγό, τυρί και ντομάτα ή ψωμί με πελτέ, των τραγουδιών «για να φύγει η κόπωση της δουλειάς» και για να περνούν ευχάριστα οι ώρες, αλλά και των φλερτ, αφού πολλοί γνώριζαν εκεί τον μελλοντικό τους σύντροφο. Κάποιοι άλλοι εξιστορούν τη μεγάλη νεροποντή του 1952, όταν ένας χείμαρρος έσπασε την πόρτα της αυλής παρασύροντας στη θάλασσα προϊόντα και μηχανήματα και γεμίζοντας το εργοστάσιο με λάσπη ύψους 2,5 μέτρων. Όλοι όμως συμφωνούν ότι κορυφαία στιγμή ήταν εκείνη που ο χυμός μέσα σε ρηχές σκάφες τοποθετούνταν για εφτά με δέκα μέρες στην ταράτσα προκειμένου να ολοκληρωθεί η αφυδάτωση με τον ήλιο. «Να μυρίσει του ήλιου», όπως νοσταλγικά αναφέρει μια παλιά εργάτρια.
Ωστόσο, η άνοδος του τουρισμού στη Σαντορίνη τη δεκαετία του ’80 καθιστά ασύμφορη την τοπική καλλιέργεια ντομάτας. Έτσι το 1981, και παρά την επιβίωση από τον μεγάλο σεισμό του 1956, την επέκταση στην Κω και τις πρώτες εξαγωγές το 1971, το εργοστάσιο στη Βλυχάδα κλείνει. Πλέον η εταιρία Δ. Νομικός Α.Ε εστιάζει στην ηπειρωτική Ελλάδα με ένα υπερσύγχρονο εργοστάσιο στον Δομοκό Φθιώτιδας, που σήμερα λειτουργεί παράλληλα με εκείνο της Αλιάρτου και των Φαρσάλων, αφήνοντας στο παλιό εκείνο εργοστάσιο της Θήρας το ρόλο της αναβίωσης μιας χρυσής, ανεπανάληπτης εποχής.
Ένας πολυχώρος τέχνης, πολιτισμού και ψυχαγωγίας -μια ολοκληρωμένη εμπειρία στη Βλυχάδα
Ανακαινισμένο με μεράκι και σεβασμό στην ιστορία, το «Βιομηχανικό Μουσείο Τομάτας Δ. Νομικός» μας υποδέχεται με την ίδια την πρωταγωνίστρια, τη σαντορινιά ντομάτα, καλώντας μας αρχικά να παρατηρήσουμε τα φυτά στις γλάστρες, να αγγίξουμε απαλά τα φύλλα για να αναδυθεί η μυρωδιά τους. Παρότι πρωταρχικά μουσειακός χώρος, δεν αποτελεί απλώς προορισμό για τους λάτρεις της ιστορίας και του πολιτισμού. Είναι μια ολοκληρωμένη εμπειρία που συνδυάζει την εκπαίδευση, τον πολιτισμό, την ψυχαγωγία και τη χαλάρωση, ένα σημαντικό κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς της Σαντορίνης, που διατηρεί ζωντανή τη μνήμη της τοπικής παραγωγής αποτελώντας μια νοητή γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν.
Οι παλιοί χώροι παραγωγής, με φωτογραφίες εποχής στους τοίχους και τα μηχανήματα να μοιάζουν έτοιμα να επαναλειτουργήσουν, προσφέρονται για μια συναρπαστική περιήγηση. Από τους γεμάτους θαλασσινό νερό κάδους πρόπλυσης, ως τα μηχανήματα διαλογής όπου στέκονταν από τέσσερις γυναίκες σε κάθε πλευρά -νεότερες δίπλα σε γηραιότερες για να μαθαίνουν τη δουλειά-, κι από τις «μπόλες», τα μεγάλα καζάνια όπου έβραζε ο χυμός για να συμπυκνωθεί σε ντοματοπολτό ως τη θερμογεμιστική, ένα από τα σημαντικότερα μηχανήματα του εργοστασίου και τη μόνη καθιστή εργασία σε όλη τη γραμμή παραγωγής, ένα διαδραστικό πρόγραμμα επαυξημένης πραγματικότητας ζωντανεύει όλα τα στάδια επεξεργασίας των πολύτιμων καρπών. Διοράματα και άλλα τεχνολογικά μέσα μας επιτρέπουν να συμμετάσχουμε εικονικά, ακόμη και να δούμε τον εαυτό μας στην απαιτητική εργασία της παστερίωσης.
Εντυπωσιακές και οι τρεις ντιζελομηχανές, μεταξύ των οποίων μία από τις παλαιότερες παγκοσμίως, γερμανική του 1898 βάρους 2,5 τόνων που κατασκευάστηκε στην Ελβετία και ανέβηκε ως το εργοστάσιο από τα Φηρά με τη βοήθεια ξύλινων κατασκευών. Μία ακόμη, 55 βιομηχανικών ίππων, παρέμεινε σε λειτουργία ως το 1952 οπότε και έφτασε το ηλεκτρικό ρεύμα στη Βλυχάδα με αφορμή το γάμο του Γεωργίου Νομικού. Τέτοιο ήταν το κύρος της οικογένειας που έχει συνδέσει το όνομά της με την παραγωγή ντομάτας και πελτέ. Πριν φτάσετε στο τελευταίο μέρος της επίσκεψης και στο συγκινητικό βίντεο με την αντιπαραβολή παλαιού αρχειακού υλικού με σύγχρονο, έχετε το νου σας μήπως παράλληλα με σας βρίσκεται στο εργοστάσιο κάποιος από τους παλιούς εργάτες. Εμείς είχαμε την τύχη να συναντήσουμε τον κ. Αντώνη Βάλβη, τον εμβληματικό «Μαστραντώνη», δεξί χέρι του ιδιοκτήτη που θα δείτε σε κάποιο από τα διοράματα με τον εγγονό του εν ώρα εργασίας. «Μεγάλωσα στο εργοστάσιο από 2,5 χρονών γιατί ο πατέρας μου ήταν φύλακας εδώ. Δούλευα από τα 7 μου χρόνια κι ο κ. Νομικός με έστειλε να σπουδάσω στον Πειραιά» μας εξιστορούσε την προσωπική του ιστορία, αναπολώντας το παρελθόν με νοσταλγία, καθώς έβαζε μπρος τις ντιζελομηχανές για να ζωντανέψει για άλλη μια φορά και για εμάς και για τον ίδιο, εκείνη η χρυσή εποχή.
Η επίσκεψη ολοκληρώνεται δοκιμάζοντας σαν κέρασμα τον περίφημο -και νοστιμότατο- πελτέ της οικογένειας και ιδανικά με ένα πέρασμα από το γεμάτο υπέροχα χρηστικά αντικείμενα πωλητήριο. Εδώ μοναδική εμπειρία είναι το να σφραγίσετε μία κονσέρβα σε μία μηχανή που χρησιμοποιούσαν οι εργάτες εκείνης της εποχής και παραμένει σε λειτουργία, να επιλέξετε την ετικέτα που θέλετε και να την πάρετε μαζί σας ως ιδιαίτερο αναμνηστικό δώρο. Ή γιατί όχι, να χαλαρώσετε με ένα cocktail Bloody Mary και το θεματικό πιάτο με γεύσεις ντομάτας στο χώρο του bar, μελετώντας τη φετινή ατζέντα δράσεων κι εκδηλώσεων του μουσείου, προγραμματίζοντας να επιστρέψετε για ένα μάθημα μαγειρικής ή για κάποια από τις παραστάσεις, μουσικές εκδηλώσεις και εκθέσεις τέχνης που φιλοξενούνται στον ιστορικό χώρο.
Πληροφορίες: Ανοιχτά Απρίλιο -Νοέμβριο 10:00 -18:00, Τρίτη με Κυριακή -Βλυχάδα Σαντορίνης
Διαβάστε ακόμα:
Αποστολή του Travel.gr στη Σαντορίνη -Εξερευνώντας το Μεγαλοχώρι, την αυθεντική πλευρά του νησιού
Μαγειρεύοντας γιαπράκια σε μια αυθεντική κουζίνα της Σαντορίνης
Πύργος Σαντορίνης: Ένας λαβύρινθος κυανόλευκων τόνων αφηγείται ιστορίες για πειρατές