Μυθικός προορισμός. Τόπος άγριος, εκρηκτικός, δονούμενος συχνά από γεωλογικές αλλά και ανθρώπινες δραστηριότητες. Ένα μπέρδεμα οικιστικής ανάπτυξης, παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, μεγάλων εκτάσεων αμπελιών σε φόντο γκρίζο, ανάμεσα σε δρόμους, χωριά που μοιάζουν να ενώνονται, σιγά σιγά, μαύρα βανάκια με τζάμια φιμέ, αεροπλάνα που έρχονται και φεύγουν ασταμάτητα και όλα αυτά σε έναν χωμάτινο συνδυασμό γκρεμού, ηφαιστείου, μαύρων και μπλε θαλασσών, Θήρας, Θηρασιάς, Παλαιάς και Νέας Καμένης. Ένα από τα διασημότερα προϊόντα του κόσμου παράγεται εδώ, το θρυλικό σαντορινιό κρασί.
Έχουν γραφτεί τα πάντα για αυτό, από λάτρεις, καταναλωτές, ειδήμονες, καθηγητές, οινοποιούς, ινφλουένσερ, ιστορικούς, γευσιγνώστες, σεβαστικούς αλλά και επιδειξιομανείς. Από την ιστορία της παρουσίας των αμπελιών στα ηφαιστειογενή εδάφη της Σαντορίνης, την «κουλούρα», μέχρι την απόδραση από την καταστροφή της φυλλοξήρας χάρη στην ιδιαιτερότητα των συστατικών του εδάφους. Φθάνοντας λοιπόν σε αυτόν τον υπέροχο, στη γέννησή του, τόπο, ο πιο συνετός τρόπος συνάντησης με τα υπέροχα ασύρτικα και όχι μόνο, κρασιά του, είναι η επίσκεψη σε κάποια από τα 18 οινοποιεία του νησιού, χωρίς κάποιον συγκεκριμένο, αρχικά, λόγο επιλογής. Αυτό και έγινε.
Βενετσάνος
Είναι σίγουρα ένα από τα ομορφότερα οινοποιεία. Το σημείο που έχει χτιστεί, το 1947, στην καλντέρα στην ευρύτερη περιοχή του Μεγαλοχωρίου, προκαλεί δέος. Άμεσα. Η ξενάγηση από τον εξαιρετικό Πέτρο Βαμβακούση, μάνατζερ του οινοποιείου και απίστευτο γνώστη της οινικής πραγματικότητας της Σαντορίνης, ξεκινά και εξελίσσεται όπως χτίστηκε. Από πάνω προς τα κάτω. Το πρώτο βιομηχανικού τύπου οινοποιείο του νησιού, φανερώνει αμέσως κατά την είσοδο στον πρώτο όροφο, τον ψηλότερο δηλαδή, στοιχεία του παραδοσιακού τρόπου χτισίματος στο νησί, τα «σταυροθολάρια», ορατό ξεκάθαρα στην οροφή. Είναι ο ίδιος τρόπος χτισίματος με την τεχνική που χρησιμοποιείται στα πέτρινα γεφύρια. Ο μάστορας Τζώρτζης Σαλίβερος ή «Μπατζάνης» είναι ο υπεύθυνος για την αισθητική ομορφιά και λειτουργικότητα του οινοποιείου καθώς και κάποιων ακόμη αρχιτεκτονικών κοσμημάτων στο νησί.
Το μουσειακό κομμάτι προβάλλει με γούστο την ιστορία της οικογένειας Βενετσάνου, τα χρόνια στην Αίγυπτο, τις πρώτες ετικέτες, τις χρωματικές επιλογές των χώρων. Το κτίσμα στο εσωτερικό του είναι δροσερό, φωτίζεται από τον ήλιο καθώς το δυνατό του φως εισχωρεί επιλεκτικά και με γούστο από καλά σχεδιασμένες εισόδους. Ενωμένο με τη μορφολογία της καλντέρας, το οινοποιείο είναι ένας ευχάριστος αλλά εντελώς λειτουργικός λαβύρινθος. Οι 100 τόνων δεξαμενές, σκαμμένες μέσα στην ηφαιστειακή τέφρα με μια ειδική επίστρωση για να μην απορροφάται το κρασί από το χώμα, φτιάχτηκαν σε σχήμα αβγού, πρωτοποριακή ιδέα για εκείνη την εποχή αφού οι σύγχρονες τσιμεντένιες δεξαμενές έχουν ακριβώς αυτό το σχήμα. Οι δεξαμενές δεν είχαν ανθρωποθυρίδα, οπότε οι εργάτες έμπαιναν, εργάζονταν και ξαναέβγαιναν από επάνω, προσδίδοντας μια πιο ανθρώπινη αίσθηση.
Το κλιμακωτό χτίσιμο του κτιρίου μας οδηγεί στη βάση των δεξαμενών, μετά από μια προσεκτική κάθοδο μιας παράδοξης σκάλας που θυμίζει πίνακα του Έσερ, μιας σχεδόν βέρτιγκο οφθαλμαπάτης. Διάδρομοι -τούνελ, σκαμμένοι με μικρά εργαλεία, λιθαράκι- λιθαράκι, φιλοξενούν τις κάνουλες της βάσης των δεξαμενών. Η θέση του οινοποιείου, καθόλου τυχαία επιλογή, ακριβώς επάνω από το λιμάνι του Αθηνιού, οδήγησε στην κατασκευή ενός δικτύου καθόδου του κρασιού κατευθείαν για φόρτωση. Η αίσθηση της σταθερής, ευχάριστης θερμοκρασίας μέσα σε ολόκληρο το κτίριο εξηγείται από την πληροφορία ότι μεγάλο μέρος του νησιού ηλεκτροδοτήθηκε αργά. Στο Καμάρι για παράδειγμα το ρεύμα πήγε πρώτη φορά στα τέλη της δεκαετίας του 1970.
Βγαίνοντας στο σκληρό και τόσο χαρακτηριστικό κυκλαδίτικο φως από το στενό απόκοσμο σχεδόν τούνελ για να ζήσουμε τη μαγεία της γευστικής δοκιμής, μέχρι να συνηθίσουν τα μάτια, η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το κρασί στο νησί, γενικότερα. Η άψογη παρουσίαση των κρασιών του οινοποιείου, συνοδεύεται από σκέψεις και προβληματισμούς αναφορικά στο παρόν και το μέλλον της αμπελουργίας και της οινοποίησης στη Σαντορίνη. Η έλλειψη νερού λόγω της κλιματικής αλλαγής, η μείωση της «ανεδοσιάς», του φαινομένου της φυσικής υγρασίας χάριν του ηφαιστείου, η αντίληψη από κάποιους ότι η γη είναι περισσότερο οικόπεδο και λιγότερο χωράφι, καθώς και η έλλειψη νέων ανθρώπων στην ενασχόληση με την αμπελουργία, οδηγούν σε μια κατάσταση η οποία χρήζει παραγωγή ιδεών και άμεσων λύσεων.
Και όλα αυτά παρότι το Σαντορινιό κρασί ανήκει στα ισχυρότερα trade mark του νησιού. Διαπίστωσα και ο ίδιος, χωρίς ιδιαίτερο κόπο, συγκριτικά με πριν από δέκα με δεκαπέντε χρόνια, πόσο άλλαξε η εικόνα του νησιού από τη δόμηση. Φθάνοντας στην κορύφωση της γευστικής παρουσίασης, πριν καταλήξουμε στα υπέροχα Vinsanto, με τη σπάνια αίσθηση που αφήνει το «Νυκτέρι» στο στόμα αλλά και στο νου, μαθαίνω για την προσπάθεια που έχει ξεκινήσει για την αναζήτηση νερού κάνοντας, για παράδειγμα, τριτοβάθμια επεξεργασία του νερού που καταλήγει στη θάλασσα από τον βιολογικό της Οίας, ώστε να αντιστραφεί και να γίνει ποτιστικό, χωρίς να αλλάξει στο ελάχιστο η υφή του Σαντορινιού Αμπελώνα.
Χατζηδάκης
Οδηγώντας προς το βιολογικό οινοποιείο του Χατζηδάκη στην περιοχή του Πύργου Καλλίστης, η πληροφορία που έχει κολλήσει στο νου είναι η πτώση του μέσου όρου παραγωγής σταφυλιού στο νησί κατά 75% περίπου μέσα σε διάστημα μερικών ετών. Η αισιοδοξία επανέρχεται αυτόματα κατά την άφιξη στο οινοποιείο. Σε ένα υψόμετρο 330 μέτρων, ο Χαρίδημος Χατζηδάκης και η Κωνσταντίνα Χρυσού, με πολλή προσωπική εργασία, κόπο μα και όραμα, μεγέθυναν μια φυσική σπηλιά, η οποία βρίσκονταν από κάτω φτιάχνοντας σε βάθος 15 μέτρων ένα «καναβάκι», όπως έλεγε ο Χαρίδημος το οινοποιείο, από τη λέξη «Κάναβα», ονομασία των μικρών οικογενειακών κυρίως οινοποιείων της Σαντορίνης.
Σε μια σταθερή θερμοκρασία 14 βαθμών και με μια σχετική υγρασία 75% περίπου, φιλοξενείται η, κυρίως, χειρωνακτική γραμμή παραγωγής, με τη διαλογή του σταφυλιού να γίνεται ευλαβικά με το χέρι, το εντυπωσιακό κελάρι με τα βαρέλια παλαίωσης των Vinsanto και τις φιάλες, το επισκέψιμο κομμάτι και ολόκληρη την αίσθηση της φιλοξενίας, της αγάπης για το κρασί και του οράματος του Χαρίδημου και της Κωνσταντίνας. Θα ήταν ευκολότερο αν κατασκεύαζαν το οινοποιείο επάνω, αλλά δεν ήθελαν να καταστρέψουν ούτε λίγο από τον αμπελώνα. Τα κρασιά του Χατζηδάκη ζυμώνονται με φυσικές ζύμες, χωρίς πρόσθετα βοηθήματα, προσδίδοντας τις πιστοποιήσεις βίγκαν και βιολογικού οινοποιείου. Χρησιμοποιούνται βαρέλια δεύτερης, τρίτης και τέταρτης χρήσης επειδή δε θέλουν να έχουν έντονη τη μυρωδιά του ξύλου.
Καθώς συνεχίζεται η ξενάγηση από την εξειδικευμένη τεχνολόγο τροφίμων Μαρία Γαλαίου, νιώθω να βρίσκομαι σε μια ευλαβική, σχεδόν θρησκευτική συνθήκη αντιμετώπισης της παραγωγής του οίνου. Κάτι στην ατμόσφαιρα, από τον ήπιο τόνο της φωνής της Μαρίας, σε συνδυασμό με το πάθος των λόγων της αναφορικά στην επιχείρηση που εργάζεται, το δυνατό φως που εισβάλλει στο «τούνελ» με τα βαρέλια και τα μοναστηριακά τραπέζια για τους επισκέπτες, λίγο η συγκεκριμένη θέση του ιδιαίτερου τραπεζιού της παρουσίασης, νιώθω σαν να υπάρχει παντού ένας αόρατος παρατηρητής της εύρυθμης λειτουργίας. Αλλά και της διατήρησης του οράματος των ιδρυτών.
Το βιολογικό οινοποιείο καλλιεργεί περίπου 100 στρέμματα αμπέλια σε Πύργο, Μεγαλοχώρι και Εμπορείο, εμφιαλώνει περί τις 60.000 – 70.000 φιάλες το χρόνο εξάγοντας περίπου το 40% αυτών. Η Μαρία Γαλαίου μου εξηγεί ότι, αν και η ποιότητα των σοδειών είναι πολύ καλή, ποσοτικά η παραγωγή είναι μέχρι και 50% χαμηλότερη, σταδιακά τα τελευταία χρόνια. Το ξανακούω. Η μοναδικότητα του συγκεκριμένου οινοποιείου επισφραγίζεται από τη θέση του τραπεζιού, δίπλα ακριβώς στον κομψό κλειδωμένο πίσω από κάγκελα χώρο της οινικής ιστορίας του Χατζηδάκη, η οποία ξεκίνησε το 1997.
Estate Argyros
Η επίσκεψη στο οινοποιείο Αργυρού, στην Επισκοπή, αποτελεί την απόλυτη διαφήμιση για το προϊόν που ονομάζεται Σαντορίνη. Το κρασί Σαντορίνη. Από το εντυπωσιακό αρχιτεκτονικά κτίριο στους πρόποδες του λόφου, ανάμεσα σε «καλοχτενισμένες» σειρές των πολύτιμων φυτών, τον καθαρό, ολοφώτιστο και δροσερό χώρο του επισκέψιμου, μέχρι την καταπληκτικά χαμογελαστή υποδοχή του Δημήτρη Μότσου, διευθυντή, ανθρώπου με βαθιά γνώση και σεβασμό στο κρασί και απίθανου συνομιλητή. Η οικογένεια Αργυρού εμπλέκεται με το κρασί περισσότερο από δύο αιώνες, αν και η επίσημη έναρξη τοποθετείται στο 1903. Ο Ματθαίος Αργυρός, 4η γενιά σήμερα, ακολουθεί πιστά τη φιλοσοφία της ενασχόλησης αποκλειστικά με κτήματα για αμπελουργία. Το ενδιαφέρον δεν εστιάζεται στην εμπορική μαζικότητα αλλά μόνο στην αμπελουργία και την οινοποίηση.
Η θέα από τις καμάρες στο προαύλιο του κτιρίου προς την ανατολή, γεμίζει την εικόνα με ευθείες γραμμές τέλειων φυτών, το φως του πρωινού ήλιου να καίει την επιφάνεια της θάλασσας και την αχνή σιλουέτα της Ανάφης στο βάθος. Ο Δημήτρης μου εξηγεί με απλό και εντελώς κατανοητό τρόπο το σύστημα της «κουλούρας», του φυτού που αναπτύσσεται στρογγυλά επάνω στο ηφαιστειακό χώμα προστατεύοντας τον καρπό μέσα της από τον ήλιο, τον υπερβολικό, μερικές φορές, άνεμο αλλά διατηρώντας και μια υγρασία μέσα στον κλειστό χώρο της μετά το φαινόμενο της «ανεδοσιάς», της φυσικής υγρασίας.
Η κουλούρα είναι το σήμα κατατεθέν, ως εικόνα, του Σαντορινιού Αμπελώνα, αν και δεν είναι ο αποκλειστικός τρόπος καλλιέργειας. Προστατεύει το φυτό, δίνοντας και τη δυνατότητα μερικής ανόρθωσης μερικές φορές για τον καλύτερο αερισμό του καρπού και, αν και είναι υπέρκομψη σε εμφάνιση, έχει πολύ μικρότερη παραγωγή καρπού από ένα κλασικό κλήμα, κάνοντας την ενασχόληση με την καλλιέργειά της ακόμη πιο πολύτιμη και γοητευτική. Το κτήμα Αργυρού καλλιεργεί περί τα 132 αμπελοτεμάχια τα οποία βρίσκονται διάσπαρτα στην ευρύτερη περιοχή, περίπου 1300 στρέμματα συνολικά. Αυτά τα νούμερα κάνουν το οινοποιείο ένα από τα μεγαλύτερα και πιο παραγωγικά στο νησί.
Τα, κυρίως, παλιά αμπέλια, όπως οι αμπελώνες Monsignori, με ηλικία έως και 400 ετών, δίνουν την έμφαση και το βάθος που απαιτείται για την παραγωγή των μοναδικών Σαντορινιών κρασιών. Αμέτρητες εργατοώρες γράφονται στο ημερολόγιο ανά στρέμμα, προσδίδοντας την μοναδικότητα που αρμόζει σε κάθε φυτό ξεχωριστά. Η επιστήμη της λεπτομέρειας και της ακρίβειας, από την αρχή της παραγωγικής διαδικασίας του φυτού, μέχρι την πολύ προσεκτική ημερομηνία του τρύγου. Πολλή δουλειά δηλαδή, για όποιον έχει ακόμη την απορία. Η προστιθέμενη αξία του οίνου τα τελευταία χρόνια, από τη διάδοση του ποιοτικού κρασιού σε ολόκληρη τη χώρα, τις ιδιαίτερες οινοποιήσεις, τα επιτυχημένα πειράματα, τα φρέσκα κρασιά, την αναγνώριση των terroir και της ιδιαιτερότητας της κάθε περιοχής καλλιέργειας, καθώς και των τοπικών ποικιλιών, είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα μπουκάλι επάνω σε ένα τραπέζι. Πάνω από όλα, είναι ένα αγροτικό προϊόν, με όλα τα χαρακτηριστικά, τους κινδύνους, τους εξωγενείς παράγοντες και την κούραση από χειρωνακτική εργασία που απαιτείται. Και ακόμη δεν έχουμε φτάσει στην αγωνία του καλλιεργητή.
Στο Κτήμα Αργυρού παράγεται εξαιρετικής ποιότητας ασύρτικο, αυτό το κρασί με την υψηλή οξύτητα και τους υψηλούς αλκοολικούς βαθμούς. Η γευστική δοκιμή, υπό την καθοδήγηση του Δημήτρη, είναι μια βουτιά σε ένα τούνελ γεμάτο από πέτρα, μέταλλο, αρώματα, δροσιά και ένα ταξίδι στη γεωλογική ιστορία του πλανήτη και της Σαντορίνης ειδικότερα.
Santo Wines
Η επίσκεψη στο οινοποιείο της Ένωσης Συνεταιρισμών Θηραϊκών Προϊόντων – Santo Wines, είναι σχεδόν επιβεβλημένη στον ταξιδιώτη -επισκέπτη της Σαντορίνης με αγάπη για την ιστορικότητα και την επεξήγηση της πρωτογενούς παραγωγής στο νησί στην πάροδο των τελευταίων πολλών δεκαετιών. Είναι και από τα πράγματα που μου εξηγεί η ξεναγός μου εδώ, η Κατερίνα Φιλίππου, διευθύντρια προώθησης και διαφήμισης του οινοποιείου. Στεκόμαστε στην ταράτσα του, κατασκευασμένου το 1992, κτιρίου επάνω από την Καλντέρα στην περιοχή του Πύργου, σιωπώντας για λίγο μπροστά στη διάσημη Σαντορινιά θέα. Είναι κάτι που δε συνηθίζεται εύκολα. Το κτίριο είναι κατασκευασμένο στη λογική της «πεζούλας», του κλιμακωτού τρόπου καλλιέργειας του αμπελιού στο νησί.
Η ασταμάτητη σεισμική δραστηριότητα των ημερών πριν την άφιξή μου στη Σαντορίνη, δε μοιάζει να έχει αποδιοργανώσει στο ελάχιστο τις λειτουργίες του, αν και, οι κάτοικοι δεν αμελούν να δικαιολογούνται ευγενικά για μια κατάσταση που προκλήθηκε από τους σεισμούς. Κάτι το οποίο ο ανήξερος επισκέπτης δεν διακρίνει πουθενά. Επιστρέφοντας στο ζουμί της επίσκεψής μου στο οινοποιείο, η Κατερίνα μου περιγράφει το γεγονός της ασθένειας των αμπελιών από τη φυλλοξήρα, στα μέσα του 19ου αιώνα, η οποία, ενώ κατέστρεψε, κυριολεκτικά, τον ευρωπαϊκό αμπελώνα, χάρη στην ηφαιστειακή σύσταση του εδάφους της Σαντορίνης, η οποία είναι εχθρική προς αυτά τα φωτοπαρασιτικά έντομα, διέσωσε τον αμπελώνα της. Το έδαφος του νησιού είναι πλούσιο σε θειώδη συστατικά τα οποία πνίγουν το φυλλοξηρικό ζωύφιο. Ο αμπελώνας της Σαντορίνης είναι τεκμηριωμένα τουλάχιστον 4.000 ετών, ίσως και παλαιότερος, χωρίς αποδείξεις όμως. Βέβαιο είναι ότι πάντα, όταν κατοικούνταν το νησί, υπήρχε οινοποίηση.
Η Ένωση Συνεταιρισμών Θηραϊκών Προϊόντων -Santo Wines ιδρύθηκε το 1911 και σκοπός της ήταν από την αρχή η διαφύλαξη της τοπικής παράδοσης και ιστορίας, η προστασία των παραδοσιακών καλλιεργειών, η παραγωγή οίνων και παραδοσιακών τοπικών προϊόντων ΠΟΠ και η αειφόρος γεωργική ανάπτυξη. Αλλά, κυρίως, να προστατεύει τα συμφέροντα των αγροτών του νησιού. Επίσης συμβάλλει στην έρευνα, ανάπτυξη και βελτίωση τεχνικών καλλιέργειας και οινοποίησης, δημιουργεί καινούρια προϊόντα και διατηρεί φυτώριο γηγενών ποικιλιών. Εκτός από τα κρασιά, η Ένωση διαθέτει την ΠΟΠ φάβα Σαντορίνης, κάπαρη, καπαρόφυλλα, ΠΟΠ τοματάκι Σαντορίνης αλλά και παραδοσιακά γλυκά.
Η Κατερίνα προχωρά την ξενάγηση από όλους τους χώρους της βιομηχανικής παραγωγής με δυνατότητες εμφιάλωσης έως και ενός εκατομμυρίου φιαλών, ένα νούμερο, βέβαια, απρόσιτο στη σημερινή εποχή. Το οινοποιείο είναι βαρυτικό, όμοιο με τη λογική του Βενετσάνου, με τις διαδικασίες να ξεκινούν στην ταράτσα, στο επίπεδο του δρόμου και να καταλήγει το ταξίδι του πολύτιμου υγρού χαμηλά, στο στρατηγικό σημείο εγγύτητας στο λιμάνι από κάτω.
Καθώς κάνουμε το ταξίδι στα κρασιά της Santo Wines στον χώρο με πανοραμική θέα προς παντού, η Κατερίνα μου δίνει την εξήγηση του ονόματος «Νυκτέρι» για ένα από τα πιο διάσημα ονόματα ασύρτικου οίνου. Δεν βαπτίστηκε έτσι επειδή τρυγούσαν τη νύχτα. Αντίθετα, τρυγούσαν πολύ νωρίς το πρωί μέχρι να ανέβει ο ήλιος ψηλά και το άφηναν στα πατητήρια, στις κάναβες. Έβγαινε ο πρόρωγος, από το βάρος και το βράδυ, αφού είχαν τελειώσει όλες τις άλλες εργασίες, επέστρεφαν και πατούσαν το σταφύλι λόγω των χαμηλότερων θερμοκρασιών. Ο πρόρωγος, λόγω του βάρους, δεν έβγαζε παρά μόνο το περίπου 5% του χυμού. Για να πάρει το όνομα «Νυκτέρι», το κρασί πρέπει να έχει το λιγότερο 85% ασύρτικο υποχρεωτικά. Αθήρι και αηδάνι μπορούν να συμπληρώσουν το blend.
Vassaltis
Ο Γιάννης Βαλαμπούς είναι, κατά τη γνώμη μου, μια πολύ θετική, ιδιαίτερη περίπτωση ανθρώπου. Ιδρύει το οινοποιείο του το 2014, μόλις τέσσερα χρόνια μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα από μια πετυχημένη καριέρα στα οικονομικά στο Λονδίνο και ακριβώς τη χρονιά της γέννησης της πιο διάσημης οικονομικής κρίσης. Έχει ένα όραμα και μια επιθυμία. Να αξιοποιήσει τα κληρονομημένα από τον πατέρα του αγροτεμάχια, δημιουργώντας, όχι απλώς άλλο ένα οινοποιείο. Περισσότερο να δει αν μπορεί να υλοποιήσει αυτό το διαφορετικό, να φτιάξει πολύ καλά κρασιά διατηρώντας την οινική παράδοση του νησιού ζωντανή και κάνοντας το κρασί της Σαντορίνης διάσημο στις χώρες του εξωτερικού. Συνέθεσε μια ομάδα τριών ανθρώπων και μαζί με τους Ηλία Ρουσσάκη και Γιάννη Παπαοικονόμου, έφτιαξε αυτό το κομψό οινοποιείο.
Καλλιεργεί 250 στρέμματα αμπελώνα, στη Θήρα και στη Θηρασιά και φέτος κυκλοφόρησε τη 10η σοδειά. Καλλιεργεί, εκτός από ασύρτικα, αηδάνια, μαυροτράγανα, μανδηλαριές και αθήρια. Όταν τον ρωτώ για τα 10 χρόνια, η πιο γρήγορη απάντησή του είναι ότι πέρασαν δημιουργικά. Φυσικά υπάρχει και ο προβληματισμός της αλλαγής του σκηνικού στο κρασί αλλά και η τιμή του. Παράλληλα, αυτά τα τελευταία δέκα χρόνια, το ελληνικό κρασί απέκτησε μια φήμη στο εξωτερικό, σε διευρυμένο επίπεδο, όντας πια ξακουστό. Αλλά, επίσης, ο Γιάννης ανησυχεί κάπως για τα επόμενα δέκα χρόνια. Μέσα στο φαινόμενο που παρατηρούμε όλοι μας πια, αυτό του υπερτουρισμού, της, σχεδόν, ανεξέλεγκτης δόμησης, της κλιματικής κρίσης, τα αμπέλια δεν μένουν αλώβητα.
Ο ίδιος, στα 44 του σήμερα, πολύ νέος ακόμη συγκρίνοντας με το βιογραφικό του, μου λέει με σιγουριά ότι, όσο καιρό θα διαχειρίζεται αυτό το αμπελοτόπι που λέγεται Σαντορίνη, θα προσπαθεί να το προστατεύει, να το διασώζει, να το επεκτείνει και, όπου χρειαστεί, να συμβάλλει στην αναστήλωσή του. Όσο μιλάμε, μου είναι ξεκάθαρο από τον τόνο της φωνής του και από τα λόγια του ότι, πέρα από το προφανές πεδίο του βιοπορισμού μέσα από την παραγωγή και διάθεση κρασιών, αντικατοπτρίζεται στο όλο εγχείρημα η προσωπικότητα του καλλιεργητή – παραγωγού, εκφράζεται η έμφαση στην ποιότητα. Θεωρεί ότι τα 18 οινοποιεία του νησιού είναι πολλά για έναν τόπο ο οποίος είναι περιορισμένος αλλά και λίγα από την άλλη, αν αναλογιστεί κανείς ότι η Σαντορίνη είναι ένα από τα σημαντικότερα αμπελοτόπια στην Ελλάδα.
Στην ερώτησή μου τι κάνει τον Σαντορινιό Αμπελώνα ξεχωριστό, μου απαντά σχεδόν αυτόματα για τη μοναδικότητά του, την ποιότητα των κρασιών, τη μοναδικότητα του τοπίου, για το ασύρτικο, όπου εδώ είναι η γενέτειρά του αλλά και άλλων γηγενών ποικιλιών και, τέλος, για τη φήμη του τόπου. Ο τρόπος με τον οποίο εκφράζεται ο Γιάννης Βαλαμπούς χαρακτηρίζεται από ειλικρίνεια και μια φινέτσα. Όταν παραπονιέται το κάνει ορθά και όταν γκρινιάζει το κάνει συνειδητά.
Πριν αποχωρήσω από το οινοποιείο Vassaltis, επισκέπτομαι την έκθεση φωτογραφίας του Robert McCabe, σε επιμέλεια της Χριστίνας Πετκοπούλου, η οποία φιλοξενείται στους χώρους του οινοποιείου και έχω την τύχη να τη δω πριν τα επίσημα εγκαίνιά της.
Φεύγοντας από το νησί, μετά από πολλές κουβέντες και οινικά μοιράσματα, προσπαθώντας να μείνω όσο πιο αντικειμενικός μπορώ, έχω την αίσθηση ότι, όσον αφορά στο κρασί, βάδισα επάνω σε ένα λεπτό πάτωμα, όπου η ντελικάτη του υφή μου φανέρωσε την ευθραυστότητά του.
Διαβάστε ακόμα:
Μαγειρεύοντας γιαπράκια σε μια αυθεντική κουζίνα της Σαντορίνης
Μεσαριά Σαντορίνης: Μαγικό ηλιοβασίλεμα, τέχνη και αυθεντικές γεύσεις στην άκρη της καλντέρας
Ντομάτα Σαντορίνης, «ο χρυσός χαβιάρης»: Η βιομηχανική ιστορία του νησιού αναβιώνει σε έναν εντυπωσιακό πολυχώρο