Εμείς, οι μόνιμοι κάτοικοι του κέντρου, πάντα νιώθουμε ότι είμαστε λίγο πιο κοντά σε οτιδήποτε έχει η πόλη να προσφέρει, σε σύγκριση με όλους τους υπόλοιπους. Την ίδια στιγμή, «ζηλεύουμε» μόνιμα τη ζωή στα προάστια: την όμορφη φύση, τους πιο αργούς ρυθμούς, τους ήσυχους δρόμους στις γειτονιές το βράδυ, την εικόνα της θάλασσας.

12

Άλλωστε, αυτό δεν είναι ένα από τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματα της ελληνικής πρωτεύουσας; Το γεγονός ότι το δικό μας, σύγχρονο αστικό τοπίο βρίσκεται μια μόλις ανάσα μακριά από τις παραλίες. Από τις χαλαρωτικές βόλτες στο Παλαιό Φάληρο και στη Μαρίνα Φλοίσβου, που θυμίζουν ακόμα και σήμερα κάτι από τη γλύκα των παιδικών μας χρόνων, από τα ωραία ταβερνάκια στην Ανάβυσσο και τη Σαρωνίδα, που μας κάνουν κάθε φορά να αισθανόμαστε ότι βρισκόμαστε σε διακοπές και από τα κρυστάλλινα νερά στη Βάρκιζα, στο Σούνιο, στο Λαγονήσι. Εκεί όπου ανυπομονούμε να βρεθούμε κάθε φορά, αφήνοντας για λίγο πίσω την πιεστική και κουραστική καθημερινότητά μας.

Αυτό ακριβώς σκοπεύουμε να κάνουμε και σήμερα, κι ας είναι καθημερινή. Μία αυθόρμητη άδεια από τη δουλειά θα μας δώσει τη δυνατότητα να δούμε ξανά την όμορφη πόλη μας με άλλα μάτια και να γίνουμε για λίγο κι εμείς τουρίστες στην Αττική, η οποία έχει στην πραγματικότητα πολλές περισσότερες ομορφιές απ’ όσες, πολλές φορές, πιστεύουμε. Έτσι, ξυπνήσαμε με τον σύντροφό μου πολύ νωρίς το πρωί, έτοιμοι να αδράξουμε πραγματικά τη μέρα. Μία τσάντα με τα μπανιερά, ψάθα, καπέλα, μαγιό, αντηλιακά και πετσέτες, και ένα σακίδιο με ελαφριά σνακ, χυμούς και μερικά μπουκάλια δροσερό νερό AQUA Carpatica, είναι τα μόνα που έχουμε πραγματικά ανάγκη για να περάσουμε καλά, σε συνθήκες απόλυτης χαλάρωσης και ηρεμίας. Τα υπόλοιπα θα τα βρούμε στη διαδρομή.

Και κάπως έτσι, το αυτοκίνητό μας διασχίζει τη φαρδιά λεωφόρο Ποσειδώνος. Ο κόσμος είχε ήδη φτάσει στις δουλειές του και η κίνηση δεν ήταν υπερβολική. Κοιτάζω από το ανοιχτό παράθυρο το παραλιακό μέτωπο της Αθήνας, τη διαδρομή που περνά ξυστά από τη θάλασσα και τους φοίνικες που φέρνουν στο μυαλό καρτ ποστάλ, άλλοτε την Κυανή Ακτή, από τη Νότια Ιταλία ή ακόμα και από άλλους, ακόμα πιο εξωτικούς προορισμούς. Γιατί όσοι λένε ότι η Αθηναϊκή Ριβιέρα δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από άλλα κινηματογραφικά όμορφα σημεία της Μεσογείου, έχουν απόλυτο δίκιο.

Η βόλτα μέχρι το Σούνιο ήταν πραγματικά απολαυστική. Σύντομα, ο Ναός του Ποσειδώνα μας «έκανε σήμα» ότι είχαμε καταφέρει να φτάσουμε στον προορισμό μας. Στο δεξί μας χέρι, μία από τις πιο διάσημες και πολυπόθητες παραλίες της Αττικής. Το ιστορικό ΚΑΠΕ, με τα σκαλάκια που οδηγούν στον επίγειο παράδεισο, μπορεί να πλημμυρίζει με κόσμο τα Σαββατοκύριακα, αλλά, αν έχετε τη δυνατότητα να έρθετε εδώ το πρωί μίας τυχαίας Τετάρτης, θα ανακαλύψετε ένα παρθένο, φυσικό, ακαταμάχητα όμορφο τοπίο που κόβει την ανάσα. Με τα πράγματά μας στον ώμο και μία ομπρέλα θαλάσσης στα χέρια, κατηφορίσαμε για το απόλυτο καλοκαιρινό όνειρο, με σκοπό να περάσουμε ολόκληρο το πρωινό μας στην παραλία. Να μπούμε και να βγούμε πολλές φορές στη θάλασσα, να κολυμπήσουμε, να διαβάσουμε τα βιβλία μας, να χαζέψουμε ανενόχλητοι τον ορίζοντα και να μείνουμε για πολλή ώρα σιωπηλοί ο ένας δίπλα στον άλλον.

Όταν ο ήλιος έφτασε στην πιο θερμή του φάση και είχε ανέβει πια ψηλά στον ουρανό, ήταν ώρα για ακόμα μία βουτιά στα τιρκουάζ νερά μίας παραλίας που θυμίζει Κυκλάδες ή τροπικό παράδεισο. Έπειτα, ξαπλώσαμε και πάλι στις πετσέτες μας και βγάλαμε τα σάντουιτς από την τσάντα, απολαμβάνοντας ταυτόχρονα γενναίες γουλιές κρύου νερού από τα μπουκάλια του AQUA Carpatica, που είχαμε φέρει μαζί μας από το σπίτι. Αυτή την ώρα της ημέρας, η δροσιά του ήταν πραγματικά ακριβώς αυτό που είχαμε ανάγκη. Αργά το μεσημέρι, αποφασίσαμε να μαζέψουμε αργά-αργά τα πράγματά μας και να αναζητήσουμε ένα γεύμα με νόστιμα, φρέσκα θαλασσινά. Ένα γεύμα που θα έκανε αυτή τη μονοήμερη απόδρασή μας ακόμα πιο νόστιμη και απολαυστική.

Στην περιοχή της Σαρωνίδας, οι οικογένειες που έχουν το δικό τους εξοχικό σπίτι στην Αττική, αλλά και οι μόνιμοι κάτοικοι, έδιναν ήδη τον ρυθμό των καλοκαιρινών διακοπών. Παρέες εφήβων ανηφόριζαν από τη θάλασσα φορώντας μόνο τα μαγιό τους, ευδιάθετοι και γελαστοί, γεμάτοι γέλια και πειράγματα. Έκαναν στάση στο περίπτερο για λίγα σνακ και μερικά αναψυκτικά. Σκέφτηκα πως αυτό ακριβώς είναι η ευτυχία, αλλά πως όταν το ζούμε, δεν είμαστε ακόμα σε θέση να το εκτιμήσουμε πραγματικά. Λίγο παρακάτω, μαμάδες και μπαμπάδες κρατούσαν τα πιτσιρίκια τους από το χέρι και μία ιδιαίτερα προσεκτική γιαγιά περνούσε το δρόμο με το μερικών μηνών εγγονάκι της στο καρότσι. Του φορούσε τεράστιο, πάνινο καπέλο και εκείνο χαμογελούσε στους περαστικούς, αναψοκοκκινισμένο από τον ήλιο. Καθίσαμε σε ένα εστιατόριο με θέα στο νερό και παραγγείλαμε τα απόλυτα φαγητά του καλοκαιριού: καλαμαράκια τηγανητά, χωριάτικη, πατάτες τηγανητές και μπίρα. Ήταν μία μαγική στιγμή, που δεν θέλαμε με τίποτα να τελειώσει.

Και έτσι, αποφασίσαμε να την επεκτείνουμε και στο απόγευμα. Επόμενη στάση, με το αυτοκίνητο, στην κοσμοπολίτικη Γλυφάδα, όπου το σκηνικό ήταν αρκετά διαφορετικό και σίγουρα πολύ πιο glamorous. Είχαμε ήδη αλλάξει ρούχα στο αυτοκίνητο, αλλά η εικόνα μας δεν μας απασχολούσε ιδιαίτερα. Θέλαμε να χαρούμε την ημέρα και τη ζωή με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που θα το κάναμε αν ήμασταν στο αγαπημένο μας κυκλαδονήσι. Και έπειτα, να πούμε σε όλους τους φίλους μας για αυτή την αξέχαστη αθηναϊκή μας περιπέτεια, αποδεικνύοντάς τους πως μπορείς πράγματι να κάνεις διακοπές στην Αττική, αρκεί να ξέρεις προς τα πού να κοιτάξεις.

Περπατήσαμε για λίγο ανάμεσα στον κόσμο, που ήταν πολύς, στα μοντέρνα καφέ και στα εστιατόρια που έπαιζαν δυνατά μουσική. Τα μαγαζιά ήταν ανοιχτά και η τουριστική κίνηση μεγάλη. Κάναμε μία σύντομη στάση για καφέ στο χέρι και περπατήσαμε κατά μήκος της παραλίας, συζητώντας και απολαμβάνοντας ποιοτικό χρόνο ο ένας με τον άλλον. Τότε είπα: «Δεν θέλω να γυρίσω ακόμα σπίτι» και η επιθυμία μου εισακούστηκε. Ο σύντροφός μου πρότεινε θερινό σινεμά στον Φλοίσβο, και εγώ δεν μπορούσα να σκεφτώ καλύτερο τρόπο για να κλείσουμε αυτή την τόσο γεμάτη ημέρα καλοκαιριού.

Περπατήσαμε πιασμένοι από το χέρι στην παραλία του Φλοίσβου, κάνοντας ζιγκ-ζαγκ ανάμεσα σε πατίνια και ποδήλατα. Ήταν εκπληκτικά. Κοίταξα το ρολόι μου και διαπίστωσα ότι είχαμε αργήσει, και έτσι αρχίσαμε να τρέχουμε με τα σακίδια στον ώμο μας, με μία ξεγνοιασιά που είχαμε ξεχάσει ότι μπορούσε να υπάρξει.

Αυτό είναι που λείπει τελικά από τις ζωές μας; Μόνο μία ημέρα χωρίς κινητά, υπολογιστές και ευθύνες μπορεί να κάνει τα πάντα να μοιάζουν ξανά εύκολα και όμορφα. Με αυτές τις σκέψεις, στηθήκαμε στην ουρά έξω από τον κινηματογράφο, περιμένοντας να πάρουμε τα εισιτήριά μας, ήπιαμε λίγο ακόμα νερό από τα μπουκάλια AQUA Carpatica που είχαμε μαζί μας και πήραμε μία ανάσα από το τρεχαλητό.

Σύντομα, είδαμε τους εαυτούς μας καθισμένους στις άνετες, πτυσσόμενες καρέκλες του κινηματογράφου, με το μεγάλο λευκό πανί της οθόνης μπροστά μας: ο αέρας μύριζε ποπκόρν, θάλασσα και γιασεμί. Θα μπορούσαμε, στην πραγματικότητα, να είμαστε και εμείς ήρωες του σινεμά, σε μία τυχαία καλοκαιρινή ημέρα που, όμως, ήταν πιο τέλεια απ’ όσο θα μπορούσε κανείς ποτέ να φανταστεί.