Κάποια ταξίδια σχεδιάζονται προσεκτικά, με σημειώσεις και πρόγραμμα. Άλλα γεννιούνται ξαφνικά, από μια γεύση που δεν ξεχνιέται ή από την αφήγηση ενός φίλου που δηλώνει με βεβαιότητα ότι σε ένα καντούνι της Κέρκυρας δοκίμασε την καλύτερη παστιτσάδα της ζωής του. Έτσι ξεκινούν τα πιο όμορφα γαστρονομικά οδοιπορικά: με μια σπίθα λαχτάρας, με την αναζήτηση αυθεντικών γεύσεων και με διάθεση να ανακαλύπτεις τόπους που μαγειρεύουν ιστορίες.
Αυτό είναι το Taste & Drive. Με την Avis στο τιμόνι, η διαδρομή γίνεται εμπειρία. Δεν χρειάζεσαι χάρτη στα στενά της Κέρκυρας, γιατί κάθε στροφή κρύβει μια νέα αποκάλυψη: ένα χωριό με τραπέζια κάτω από τις μουριές, ένα σοκάκι που μυρίζει σκόρδο και κανέλα, μια ταβέρνα δίπλα στη θάλασσα όπου το σοφρίτο σιγομαγειρεύεται με υπομονή. Το μόνο δίλημμα είναι αν θα σταματήσεις για ένα ποτήρι κρασί με τοπικό μεζέ ή για να δοκιμάσεις το πιο αρωματικό λικέρ κουμ κουάτ.
Η μέρα ξεκινά στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας, με το πρώτο φως να χρωματίζει τη θάλασσα και τον ήχο από τις βαλίτσες να συνοδεύει την ανυπομονησία των ταξιδιωτών. Στην άλλη άκρη της διαδρομής, η Κέρκυρα σε περιμένει: αρχοντική και επτανησιακή, με βλέμμα στραμμένο στη Δύση και ψυχή ριζωμένη στο Ιόνιο. Αφορμή για την επίσκεψη είναι η γαστρονομία της, ένας κόσμος γεμάτος παραδόσεις, αρώματα και γεύσεις που αφηγούνται αιώνες ιστορίας. Το ταξίδι μας συνεχίστηκε και μόλις φτάσαμε στο νησί παραλάβαμε το αυτοκίνητό μας από τον κοντινότερο σταθμό ενοικίασης της Avis.
Η ελευθερία που προσφέρει ένα αυτοκίνητο στην Κέρκυρα είναι ανεκτίμητη. Σε ελάχιστο χρόνο βρεθήκαμε να διασχίζουμε τους καταπράσινους δρόμους του νησιού, με το SUV που επιλέξαμε να ανταποκρίνεται ιδανικά στις ανάγκες του προορισμού: άνετο, στιβαρό και οικονομικό. Από τα κοσμοπολίτικα καντούνια της πόλης μέχρι τα χωριά της ενδοχώρας και τις απομονωμένες παραλίες, κάθε διαδρομή έγινε κομμάτι της ίδιας της εμπειρίας του ταξιδιού.
Από το απόγειο του ελληνικού fine dining ως τα πιο παραδοσιακά ταβερνεία, η γαστρονομία της Κέρκυρας ξεδιπλώνεται παράλληλα με την ασύγκριτη γοητεία της και, φυσικά, συναρπάζει. Αν η τοπική γαστρονομία αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας ενός τόπου, την οποία ανυπομονούμε να ανακαλύψουμε και να μυηθούμε στην ιδιαιτερότητά της, τότε, για τη γοητευτική «Αρχόντισσα του Ιονίου» με την τόσο ξεχωριστή και πλούσια κουζίνα, οι γεύσεις της θα μπορούσαν από μόνες τους να αποτελέσουν σκοπό και βασική παράμετρο ενός ταξιδιού εδώ, στα βόρεια του Ιονίου.
Με το σπάνιο, για τα ελληνικά δεδομένα, μείγμα ενετικών αναφορών και επιρροών, που έχουν αφομοιωθεί κι ενσωματωθεί τόσο επιτυχημένα στις κερκυραϊκές μαγειρικές συνήθειες, πρακτικές και συνταγές, να αποτυπώνεται σε πασίγνωστα πιάτα -παστιτσάδα, σοφρίτο, μπουρδέτο, μπιάνκο-, σε γλυκά -φογάτσες, κουτσούλοι, κολομπίνες, πασταφρόλλα- και σε προϊόντα -συκομαΐδα, βούτυρο, νούμπουλο, τσιτσιμπύρα, τοπικά λικέρ-, η απόφαση να αφήσουμε τη γαστρονομία του νησιού των Φαιάκων να γίνει οδηγός μας, μας δικαίωσε και μας αποζημίωσε με τις πιο απολαυστικές εντυπώσεις και γευστικές αναμνήσεις.
Τόσο οι μέρες που περάσαμε παραδομένοι στην ασύγκριτη γοητεία της κοσμοπολίτικης, αρχοντικής Παλιάς Πόλης, όσο και οι διαδρομές μας από τον βορρά ως τον νότο, που συνοδεύτηκαν από ανακαλύψεις χωριών ανείπωτης γραφικότητας και παραλιών με κρυστάλλινα νερά, ήταν γεμάτες από γεύσεις-ωδή στην ιστορία και την εντοπιότητα: πιάτα όλο μεράκι, φαντασία και νοστιμιά, τραπέζια πλημμυρισμένα από αρώματα και χρώματα. Όλα, μέσα από την περισσή δεξιοτεχνία ή την απλότητα και την αυθεντικότητά τους, αποτέλεσαν κομμάτια ενός σπάνιου μωσαϊκού που δικαίως κατατάσσει την Κέρκυρα στους κορυφαίους γαστρονομικούς προορισμούς της χώρας μας, χαρίζοντάς της ένα ακόμη συγκριτικό πλεονέκτημα στο διεθνές τουριστικό γίγνεσθαι.
Πρωινό -Brunch
Κάθε μας στάση, εξάλλου, συνεπικουρούσε και επιβεβαίωνε τα παραπάνω. Από τα πρωινά μας στην Παλιά Πόλη, που ξεκινούσαν με σουλάτσο σε καντούνια και σκαλινάδες, ακολουθώντας κρεμασμένες μπουγάδες και περίτεχνα καμπαναριά ενετικής νοοτροπίας, που μας παρέσυραν από τη μια γειτονιά και πλατεΐτσα στην επόμενη. Τις ώρες εκείνες, οι γευστικές μας στάσεις, διαφορετικές μεταξύ τους αλλά σίγουρα αξιομνημόνευτες. Άλλοτε η μέρα ξεκινούσε σε ένα από τα δύο εξωτερικά τραπέζια του παραδοσιακού γαλακτοπωλείου Περικλής Αλέξης, με ένα αφράτο ψωμάκι ανά χείρας, γεμιστό με το πιο ευωδιαστό, αγνό κερκυραϊκό βούτυρο και μια πλουσιοπάροχη δόση μελιού, που μας μετέφερε απευθείας στα παιδικά μας χρόνια.
Άλλοτε πάλι σπεύδαμε να προλάβουμε ένα από τα περιζήτητα τραπεζάκια στον πανέμορφο πεζόδρομο Γκίλφορδ, μια ανάσα από την Πλατεία Παλαιού Δημαρχείου, για να γευτούμε κάποια από τις φρεσκοφουρνισμένες πίτες του φούρνου Σταρένιο, που έχει χτίσει μια αξιοζήλευτη φήμη στα 30 χρόνια λειτουργίας του, αποσπώντας το ένα βραβείο μετά το άλλο για τις 24 διαφορετικές παραλλαγές τους και κάνοντας την επιλογή τόσο δύσκολη. Από την πλούσια σε κρέας «κερκυραϊκή», με όλα τα μυρωδικά της παστιτσάδας, που κλείνει όλη την Κέρκυρα στη ζύμη της, ως τη «βοσκόπιτα» με σπανάκι και κρητική γραβιέρα, κάθε πρόταση μάς έφερε πολλές φορές στο κατώφλι του φροντισμένου φούρνου, όχι μόνο για τις αλμυρές αλλά και για τις γλυκές δημιουργίες ημέρας, από γιαουρτόπιτα ως ταχινοπιτάκια και λαχταριστά vegan cheesecakes.
Εξίσου απολαμβάναμε και τα χαλαρά brunch. Είτε δυο βήματα από το μεγαλοπρεπές Λιστόν και με θέα το αδιάκοπο πηγαινέλα στη Σπιανάδα, στο ιστορικό ξενοδοχείο Arcadion, δοκιμάζοντας αυγά μάτια σε σάλτσα ντομάτας με λουκάνικο με πράσα, πιπεριές και φέτα, βουτυράτα κρουασάν γεμιστά με λευκή σοκολάτα, passion fruit και καραμελωμένα κάσιους δίπλα στον καφέ μας, αλλά και κολασμένες τερίνες σοκολάτας Valrhona με σπόρους κακάο και φυστικοβούτυρο. Είτε, κάποιες φορές, κρυμμένοι στο πανέμορφο Καντούνι του Μπίζη. Εκεί, στο παραμυθένιο περιβάλλον του Πορσελάνη Café, ενδίδαμε στα scrambled οργανικά αυγά με κερκυραϊκό νούμπουλο, σπιτική μαγιονέζα και αβοκάντο, σε σκορδόψωμα με εποχικά λαχανικά, στην αέρινη pavlova με φρέσκα φρούτα ή στα λαχταριστά pancakes πραλίνας-μπανάνας, σερβιρισμένα σαν ρολά, ξεδιψώντας με δροσερούς ολόφρεσκους χυμούς ή φρουτένια cocktails.
Εστιατόρια -Ταβέρνες
Παλιά Πόλη
Στο ίδιο καντούνι, στα στρωμένα με κόκκινα καρό τραπεζομάντηλα τραπέζια του La Famiglia, μάς βρήκε κι ένα από τα βράδια που περάσαμε στην Παλιά Πόλη, αυτή τη φορά για την αυθεντική ιταλική κουζίνα του ιταλο-κερκυραϊκής καταγωγής σεφ Νικόλα Campogiani, που με την ατμόσφαιρα του χώρου και τα al dente ζυμαρικά του μάς μετέφερε σε μια αυθεντική τρατορία της γείτονος. Μοιραστήκαμε μια πληθωρική σαλάτα με κολοκύθι, κατσικίσιο τυρί, ντοματίνια και λιαστές ντομάτες, απολαύσαμε την amatriciana και τα signature ριγκατόνι del pollarolo με κοτόπουλο και σάλτσα Μαυροδάφνης, ενώ όσο κι αν είχαμε χορτάσει, δεν προσπεράσαμε την αμαρτωλή τάρτα φουντουκιού με λικέρ Frangelico και το δροσερό νεοϋορκέζικο cheesecake λεμόνι.
Η διαδρομή πίσω, με το αυτοκίνητο της Avis, μάς χάρισε εκείνη την ήσυχη αίσθηση ελευθερίας που δίνει χώρο στις γεύσεις να ωριμάσουν μέσα μας και στις εικόνες της βραδιάς να μείνουν χαραγμένες στη μνήμη.
Όπως πάντα, μάς δικαίωσε και η επιλογή να κλείσουμε έγκαιρα τραπέζι στο εκλεπτυσμένο -και ευτυχώς ανοιχτό όλο τον χρόνο- Pomo d’Oro, όπου τα εκλεκτότερα τοπικά υλικά, η πολύπλευρη εμπειρία και οι γευστικές αναμνήσεις του βραβευμένου σεφ Αριστοτέλη Μέγκουλα συνθέτουν ένα πάντρεμα έντονης προσωπικότητας και δυνατών γεύσεων. Το αποδεικνύουν πιάτα όπως η «Κουκουρίτσα» που μάς άνοιξε την όρεξη συνδυάζοντας πατάτες, νουμπουλο, ρόκα, αμύγδαλα και παλαιωμένη γραβιέρα, οι «τηγανίτες της γιορτής», μια έκρηξη γεύσεων γεμιστές καθώς ήταν με μοσχαράκι σοφρίτο, μυρωδικά και σούγο, τα υποδειγματικά «σπαγγέτι αλά κιτάρα» με χταπόδι, λιαστή ντομάτα, κάπαρη, σταφίδα και ηλιόσπορο σε καπνιστό ζωμό, αλλά και η ρουστίκ νοστιμιά της αργοψημένης προβατίνας που ταίριαξε τέλεια με λάχανα και πουρέ από γίγαντες.
Στην ανυπέρβλητα ρομαντική πλατεία της Παναγιάς Κρεμαστής, μπροστά στο ιστορικό Βενετσιάνικο πηγάδι, το ομώνυμο εστιατόριο, ανακαινισμένο πλέον, μας κέρδισε άλλη μια φορά όχι μόνο με τη θεατρικότητα της τοποθεσίας και την κομψότητα του χώρου, αλλά και με το γευστικό ταξίδι στο οποίο μας παρέσυραν δημιουργικής εκτέλεσης κλασικά τοπικά πιάτα. Όπως ο κόκορας παστιτσάδα με ζυμαρικά capelletti, συνοδεία αφρού αρσενικού-παρμεζάνας, το μπουρδέτο με την ελαφρώς πικάντικη σάλτσα που συνοδευόταν από σαλάτα με καπνιστά μύδια, αλλά και μια υπέροχη φογάτσα με περγαμόντο, αγρόσυκο και αμύγδαλο, που απολαύσαμε όσο πιο αργά γινόταν, για να μην τελειώσει η βραδιά μας στο μαγευτικό σκηνικό.
Στην κλασική τους, μη πειραγμένη και μαστόρικα μαγειρεμένη εκδοχή, οι τοπικές σπεσιαλιτέ μάς έκαναν να γλείφουμε τα δάχτυλά μας στην καρδιά της Σπηλιάς, της γραφικής εβραϊκής συνοικίας, όπου βρίσκεται το κουκλίστικο Ταβερνάκι της Μαρίνας. Νοστιμότατη, μπαχαρένια παστιτσάδα, θεσπέσιο «φτωχικό» τσιγαρέλι και βεβαίως η σπεσιαλιτέ της κας Μαρίνας, γαρίδες μπουρδέτο.
Στη γεμάτη γευστικές προτάσεις Πλατεία Παλαιού Δημαρχείου, από τα τραπέζια του Nolita και με θέα το πάλαι ποτέ ενετικό λυρικό θέατρο, απολαύσαμε τον τρόπο που ο διάσημος σεφ Γιάννης Λιόκας τιμά τη βενετσιάνικη ιστορία της τοποθεσίας. Με χταπόδι «alla puttanesca», όπου οι ντομάτες San Marzano συνδυάζονται με μαύρες ελιές, κάπαρη, κρέμα ρεβιθιού και σαλάτα μάραθου, μια άκρως καλοκαιρινή «Calamarata di mare» με μύδια, χτένια, αχινό και αβγοτάραχο, και λαβράκι φιλέτο με εποχιακά χόρτα σε σάλτσα μασκαρπόνε, φροντίσαμε να αφήσουμε λίγο χώρο για το αυθεντικό τιραμισού.
Βόρεια
Προσεγγίζοντας το βόρειο τμήμα του νησιού και κατευθυνόμενοι δυτικά, δεν μπορούσαμε παρά να κάνουμε μια στάση στο πανέμορφο χωριό Γιαννάδες, του οποίου τη θέα απολαύσαμε στη φιλόξενη ψησταριά Μαραγκός. Στο τραπέζι μας πρωταγωνίστησαν πρόβεια και αρνίσια παϊδάκια, αφράτα μπιφτέκια, πικάντικο λουκάνικο, ζουμερό κοντοσούβλι και κοκορέτσι, τα οποία είχαμε προπαραγγείλει, και πλάι τους, σπιτική τυροκαυτερή και τζατζίκι όλο σπιρτάδα. Ακόμη πιο ανατολικά, συνδυάζοντας βουτιές και γευστικές απολαύσεις, το μπάνιο στην παραλία του Αγίου Σπυρίδωνα, στη διάσημη Παλαιοκαστρίτσα, μάς άνοιξε την όρεξη. Το καλοφτιαγμένο γιουβέτσι με γαρίδες και το χταπόδι στιφάδο ήταν τα πιάτα που επιλέξαμε στο Aragosta Beach Club, με την προνομιακή θέση που επιβλέπει την παραλία. Συνεχίσαμε με signature cocktails εμπνευσμένα από αγαπημένες μουσικές: αρχή με το Hotel California, συνέχεια με το Born to be Wild.
Ακόμη βορειότερα, η μέρα στην υπέροχη παραλία του Αγίου Στεφάνου Αυλιωτών κύλισε με ηλιοθεραπεία στη χρυσαφένια, φαρδιά αμμουδιά, βουτιές στα γαλαζοπράσινα νερά και θέα ακριβώς απέναντι στα Διαπόντια Νησιά, Οθωνούς, Ερείκουσα και Μαθράκι. Ολοκληρώθηκε με τον πιο γευστικό τρόπο, χωρίς να κάνουμε βήμα από την παραλία, στο Manthos Restaurant & Bar, με ουζάκι, γαρίδες σαγανάκι και μια χορταστική, νοστιμότατη ποικιλία θαλασσινών.
Οδηγώντας στις πλαγιές του Παντοκράτορα, το κρυμμένο σαν φυλαγμένο μυστικό παλαιότερο χωριό της Κέρκυρας μάς έκλεψε την καρδιά. Πρόκειται για την Παλιά Περίθεια, τον οικισμό με τα πέτρινα οικήματα του 14ου αιώνα, που, αν και εγκαταλελειμμένος μερικές δεκαετίες πριν, αποκτά σιγά σιγά ζωή. Για τους γνώστες αποτελεί μάλιστα και γαστρονομικό προορισμό, χάρη στα αυθεντικά μαγειρέματα που προσφέρονται στα ταβερνάκια του. Ταξίδι στο παρελθόν αποτελεί και μόνο το πέρασμα της εισόδου της ταβέρνας Παλιά Περίθεια-Αλκίνοος, αφού όχι μόνο χρονολογείται στο 1863, αλλά το εσωτερικό της μοιάζει με μίνι λαογραφικό μουσείο. Εκεί, στην ιστορική πλατεία του χωριού, δοκιμάσαμε την πεμπτουσία της κερκυραϊκής κουζίνας: ονειρεμένο σοφρίτο και παστιτσάδα. Μοιραστήκαμε τη χορτόπιτα της κας Αλεξίας, με χόρτα από το βουνό και τον κήπο της οικογένειας -στα ηνία της ταβέρνας βρίσκεται η πέμπτη γενιά- και αποχαιρετήσαμε με τη γλυκιά γεύση της πορτοκαλόπιτας και της καρυδόπιτας που ετοιμάζει με συνταγές της μητέρας της.
Εξερευνώντας τα βορειοανατολικά παράλια, η στάση στον μαγευτικό όρμο της Αγνής ήταν επιβεβλημένη για δύο λόγους: αφενός για τη γραφικότητα του τοπίου, όπου οι κατάφυτες, δαντελωτές ακτές εισβάλλουν στο μπλε του Ιονίου, αφετέρου για την ψαροφαγική εμπειρία στο εμβληματικό εστιατόριο Toula’s Seaside, ακριβώς πάνω στον κολπίσκο με τα γαλήνια νερά και τα σκάφη που πηγαινοέρχονται σε πρώτο πλάνο. Η βραβευμένη κουζίνα της κας Τούλας εφοδιάζεται καθημερινά με βιολογικά λαχανικά, βότανα και φρούτα από τον διπλανό, στο εστιατόριο, οργανικό κήπο της -τι καλύτερο από το να τα γευτούμε στις πίτες με χειροποίητο φύλλο που ψήνονται στον ξυλόφουρνο. Οι παραδοσιακές συνταγές της έχουν πλέον αποκτήσει έναν δημιουργικό αέρα, χωρίς να χάνουν ίχνος από τη νοστιμιά τους. Διαπιστώσαμε την αλήθεια αυτή δοκιμάζοντας χτένια αλά σπετσιώτα και καλαμάρι με πέστο κάσιους -αμφότερα στον ξυλόφουρνο-, αλλά και υπέροχα χυλωμένη κακαβιά, καθώς και τα καταπληκτικά μέσα στην απλότητά τους μπιάνκο και σαβόρο. Κατηφορίζοντας τη βορειοδυτική ακτή, μετά τα θαλάσσια σπορ στην παραλία του Ύψου, ακολουθήσαμε τη συμβουλή των ντόπιων και δεν απογοητευτήκαμε. Στην οικογενειακή ταβέρνα Moby Dick η εξυπηρέτηση ήταν εξαιρετική, παρά την πληρότητα του χώρου, και οι μεγάλες μερίδες νοστιμότατες. Οι «βουτιές» που κάναμε με το χειροποίητο σπιτικό ψωμί στη ρεβυθάδα και στη σάλτσα του αργοψημένου μοσχαρίσιου σιδηρόδρομου θα μας μείνουν αξέχαστες.
Νότια
Στις πασίγνωστες Μπενίτσες, η οικογένεια Μπέλλου έχει χτίσει πλέον ένα όνομα-θρύλο στη γαστρονομική σκηνή της Κέρκυρας με την ταβέρνα Κληματαριά. Εν λειτουργία από το 1997, με πολύτιμη εμπειρία στη διαχείριση των ψαριών στην κουζίνα, ανεπιτήδευτο εξωτερικό και αέρα αστικής κομψότητας εντός, αποθεώνει τις κερκυραϊκές σπεσιαλιτέ και αποτελεί τον Νο1 προορισμό των Κορφιατών όταν πρόκειται για το κορυφαίο μπιάνκο του νησιού. Δίπλα στο τσιγαρέλι με πράσα βάλαμε την αέρινη ταραμοσαλάτα και ολοκληρώσαμε -όπως όλοι γύρω μας- με σπιτικό, ολόφρεσκο, πανάλαφρο προφιτερόλ από τα χέρια της ιδιοκτήτριας.
Στην αντίπερα όχθη, απολαύσαμε την ανατολικού προσανατολισμού παραλία Άγιος Γόρδιος, βαμμένη στα μενεξεδιά χρώματα του ηλιοβασιλέματος, καθισμένοι μέσα στις βουκαμβίλιες και τις ελιές, στην όμορφη βεράντα του εστιατορίου Stevens on the Hill. Μας κέρδισε η φιλόξενη ατμόσφαιρα και, για κάτι διαφορετικό, προτιμήσαμε να φτιάξουμε τη δική μας πίτσα με υλικά από τη βιτρίνα, που ψήθηκε μπροστά μας στον ξυλόφουρνο.
Σταθερή, διαχρονική αξία για καταπληκτικό ψάρι, η ταβέρνα Καρύδης κλείνει φέτος 55 χρόνια και ήταν ο λόγος που μας έφερε ως τη γραφική Μπούκαρη για ένα γεύμα που μοσχοβολούσε θάλασσα και φρεσκάδα, πλάι στο κύμα. Με τους ζωντανούς αστακούς να μας υποδέχονται στο ενυδρείο, η φημισμένη αστακομακαρονάδα του ήταν μονόδρομος που οδηγούσε στη γαστρονομική απόλαυση. Μας ενθουσίασε, όμως, επίσης το άψογο τηγάνι -τόσο στα καλαμαράκια όσο και στις πατάτες που δεν χορταίναμε.
Ολόφρεσκο ψάρι ευχαριστηθήκαμε και μετά το κολύμπι και τη χαλάρωση στη χρυσή αμμουδιά του Αγίου Γεωργίου Αργυράδων, ίσως στην πιο cult ταβέρνα της Κέρκυρας, τον περίφημο Καφέσα. Μια αληθινή χρονοκάψουλα: γεμάτο οικογενειακά κειμήλια και ετερόκλητα αντικείμενα που συλλέγει ο ιδιοκτήτης, το μαγαζί με τα ζωηρόχρωμα μπλε τραπεζοκαθίσματα και τα κόκκινα καρό τραπεζομάντηλα μας μετέφερε σε άλλη εποχή. Χαζεύοντας κρεμασμένα δίχτυα, εικόνες, χάρτες, φωτογραφίες αλλά και καλάθια με φρέσκα λαχανικά από το οικογενειακό μποστάνι -που θα γίνονταν η πρώτη ύλη για τη σαλάτα μας- εντυπωσιαστήκαμε από το άριστα ψημένο ψάρι, εξίσου όμως και από τα πληθωρικά, παραδοσιακά κερκυραϊκά πιάτα, όπως το υπέροχα πικάντικο μπουρδέτο.
Etrusco, μια κατηγορία από μόνο του
Πολλές σελίδες έχουν αφιερωθεί στο βραβευμένο με δύο Χρυσούς Σκούφους εστιατόριο, που αρκεί από μόνο του για να τοποθετήσει σε ξεχωριστή θέση τη χώρα μας στον χάρτη της υψηλής γαστρονομίας της Ευρώπης. Η απόλυτη fine dining εμπειρία μάς περίμενε στην Κάτω Κορακιάνα, στο περίφημο Etrusco του βραβευμένου με αστέρι Michelin σεφ, Έκτορα Μποτρίνι.
Ισορροπώντας τις κερκυροϊταλικές ρίζες του -όπως ακριβώς το ίδιο το νησί- τα εμπνευσμένα και άψογα εκτελεσμένα πιάτα-κομψοτεχνήματα των φετινών δύο degustation και του ενός à la carte μενού έλαμπαν από ευρηματικότητα και ξεχείλιζαν μνήμες, όσο και αρώματα από τα βότανα που περιβάλλουν το εκθαμβωτικό σκηνικό του κήπου, ντυμένου στα χρώματα της τερακότας, με τη σκιερή μουριά. Μας άφησαν μια αξέχαστη γευστική ανάμνηση.
Με τα αινιγματικά τους ονόματα, τα πιάτα αφηγούνταν ιστορίες. Όπως το «Από την Τήνο στη Μάνη μέσω Ιταλίας» -ένα θεϊκό caccio e pepe με γαρίδες- που μας διακτίνισε στον τόπο καταγωγής του chef, ενώ η «Κολομπίνα πριν τη νύχτα του γάμου» πάντρευε εξαιρετικά το ψητό περιστέρι με τα ροδάκινα. Μια τελετουργική εμπειρία, αληθινή βουτιά στην απόλαυση.
Γλυκά
Ούτε η ξεχωριστή γλυκιά διάσταση έλειψε από το ταξίδι μας· το αντίθετο μάλιστα, είχαμε τη χαρά να δοκιμάσουμε από γκουρμέ, αριστοτεχνικές δημιουργίες αντάξιες έργων τέχνης έως άψογα φτιαγμένα παραδοσιακά γλυκά. Οικείες ή πρωτότυπες γεύσεις μεστής νοστιμιάς, με κοινό γνώρισμα το μεράκι και τα αγνά υλικά. Καθημερινή μας στάση ήταν το ιστορικό -101 ετών- ζαχαροπλαστείο Παπαγιώργης, για το εθιστικό χειροποίητο παγωτό που φτιάχνεται με ντόπιο γάλα σε δεκάδες γεύσεις, ανάλογα με την εποχή. Δοκιμάσαμε υπέροχη pavlova, μασκαρπόνε με σύκο και μηλόπιτα, λατρέψαμε τη σοκολάτα με ρούμι και τη γεύση «Παπαγιώργης» -βανίλια με φράουλα, κανέλα και αμύγδαλο-, ενώ πραγματικά «κολλήσαμε» με την κρέμα και τη σοκολάτα με κομματάκια κουμ κουάτ κι ένα ολόκληρο φρουτάκι γλασέ στην κορυφή.
Στη βραβευμένη το 2018 από τη Γαλλική Πρεσβεία για τα μακαρόν της patisserie Cake Boutique, μας υποδέχθηκαν οι ενθουσιώδεις ζαχαροπλάστες Αγγελική Αγάθου και Βαγγέλης Κυριαζής, που μάγεψαν τον ουρανίσκο μας με τις αριστοτεχνικές δημιουργίες τους. Όπως το μιλφέιγ με χειροποίητα, τραγανά, καραμελωμένα φύλλα, το Paris-Brest με φιστίκι Αιγίνης και η εκπληκτική πάστα αμυγδάλου, ένα κομψοτέχνημα με sponge και dacquoise αμυγδάλου, φιλέ και καραμελωμένα καβουρδισμένα αμύγδαλα, σαντιγί μασκαρπόνε, κρεμέ και χειροποίητη πραλίνα αμυγδάλου.
Όσο για τα αέρινα μακαρόν, ανάμεσα σε γεύσεις όπως η βραβευμένη Συκομαΐδα, το Λαδολέμονο ή οι καινούργιες Tonka με βύσσινο και Banana Foster, απλώς παραδιδόμασταν χωρίς αντίσταση, αδύναμοι να καταλήξουμε στην αγαπημένη μας.
Σε ισοπαλία κατέληγε και το debate μεταξύ βανίλιας ή σοκολάτας για τις παραδοσιακές κρέμες με τη μαμαδίστικη γεύση, στο αυθεντικό και ανεπιτήδευτο γαλακτοπωλείο Περικλής Αλέξης, που από μανάβικο του παππού το 1927 μετεξελίχθηκε σε γαλακτοπωλείο από τον γιο Κωνσταντίνο. Τον βρίσκαμε καθημερινά πίσω από τον μικρό πάγκο, σχεδόν τον μισό από τον οποίο καταλαμβάνει ένα γιγάντιο κομμάτι μυρωδάτο, φρέσκο βούτυρο Κερκύρας, με την τρίτη γενιά της επιχείρησης πλάι του. Εκεί, βουτούσαμε λαίμαργα το κουτάλι μας στις πλούσιες κρέμες που λατρεύουν οι Κερκυραίοι και που παρασκευάζονται αποκλειστικά από γάλα των αγελάδων της οικογένειας στην Καστανιά Κέρκυρας. Εκτός από γιαούρτια και ρυζόγαλο, απολαύσαμε επίσης καταπληκτικό γαλακτομπούρεκο με πλούσια κρέμα, φυσικά με το δικό τους εξαιρετικής ποιότητας βούτυρο.
Με οδηγό την παράδοση, ξετρυπώσαμε κι ένα ακόμη διαχρονικά αγαπημένο ζαχαροπλαστείο των ντόπιων, ρωτήστε και η κοινή απάντηση είναι ότι οι «Μπολσεβίκοι» του Βουλισμά είναι η γεύση με την οποία μεγάλωσαν γενιές και γενιές. Η πρωτότυπη, πλουσιοπάροχα σιροπιασμένη πάστα με το παράξενο όνομα, σκεπασμένη από ένα παχύ στρώμα κρέμας σεράνο που την κάνει να μοιάζει με καπέλο Μπολσεβίκων, είναι φυσικά επινόηση και αποκλειστικότητα της οικογενειακής επιχείρησης που ιδρύθηκε το 1936 στην καρδιά της Παλιάς Πόλης. Την ισορροπία παράδοσης και εσωτερικότητας τη βρήκαμε στο γλυκοπωλείο Στάζει Μέλι, που μας προσέφερε αυτό ακριβώς που δηλώνει το όνομά του: χρυσαφένιους λουκουμάδες σε ατέλειωτες εκδοχές. Από τις κλασικές κερκυραϊκές τηγανίτες του Αγιού με κανέλα και άχνη, έως γεμιστούς με κρέμα φράουλας και επικάλυψη σοκολάτας και ξηρών καρπών, αλλά και αλμυρούς με διάφορα τυριά και αλλαντικά.
Τα γευστικά σουβενίρ που γέμισαν τις αποσκευές μας
Με στόχο να γεμίσουμε τις αποσκευές μας με όσες περισσότερες από τις συναρπαστικές γεύσεις της Κέρκυρας μάς ενθουσίασαν, επιστρέψαμε καταρχήν στο ζαχαροπλαστείο Βουλισμά για τους πικάντικους «κουτσούλους», παραδοσιακά μπισκότα που παντρεύουν την πιπεράτη με την ημίγλυκη γεύση -ναι, περιέχουν και πιπέρι και καρυκεύματα και ζάχαρη ή μέλι-, που θα απολαμβάνουμε με τον καφέ και το τσάι μας. Όπως, εξάλλου, και τη μοναδική κερκυραϊκή φογάτσα, το πασχαλινό, ενετικών καταβολών γλυκό που θυμίζει έντονα το ιταλικό πανετόνε και που το Πάσχα κάνει τα κορφιάτικα κουντούνια να μοσχοβολούν από το βούτυρο και τα χαρακτηριστικά αρωματικά της.
Στην εθιστική, ανάλαφρη και μεστή ταυτόχρονα γεύση της μυηθήκαμε στον παραδοσιακό φούρνο Κορακιανίτη, εν λειτουργία εδώ και 45 χρόνια, με την τρίτη γενιά αρτοποιών να ειδικεύεται στην παρασκευή της γνήσιας fugassa veneziana, διαθέτοντάς τη σε συγκεκριμένες ποσότητες -ένεκα της πολύπλοκης, αυθεντικής παρασκευής που απαιτεί δύο μέρες- όλο τον χρόνο. Γεμάτη γεύση και αρώματα ήταν και η πάστα φρόλα, η κερκυραϊκή πάστα φλώρα, που στο ζαχαροπλαστείο Ανδριώτης στο Καντούνι του Μπίζη βρήκαμε με μαρμελάδα κουμ κουάτ. Από το ίδιο σημείο προμηθευτήκαμε και μερικά κουτιά «Κουμ-Κουμ», σιροπιαστά, τροφαντά μπισκότα που πλημμυρίζουν το στόμα με τα αρώματα κουμ κουάτ και ενθουσίασαν τους αποδέκτες τους ως δώρο.
Το ίδιο και τα κουμ κουάτ γλασέ ή βουτηγμένα σε πικρή σοκολάτα, οι μάντολες και τα μαντολάτα από τον Παπαγιώργη, όπου ανακαλύψαμε και το τσάτνεϊ που δεν λείπει από το κερκυραϊκό χριστουγεννιάτικο τραπέζι, τη μουστάρδα ντόλτσε. Στα δικά μας καλέσματα θα συνοδεύσει το ντόπιο αλλαντικό νούμπουλο, μαριναρισμένο με βότανα του νησιού και μπαχαρικά, που στο ντελικατέσεν Lavranos βρήκαμε συσκευασμένο από βόειο και χοιρινό κρέας, φτιαγμένο σύμφωνα με την αποκλειστική συνταγή της οικογένειας Λαβράνου. Δίπλα του και το σαλάδο, το έντονα πιπεράτο, καπνιστό τοπικό σαλάμι. Στο τραπέζι μας θα βάλουμε και τη σκληρογραβιέρα Κέρκυρας από την Κτηνοτροφική Κέρκυρας της οικογένειας Λιναρά, αλλά και τα τρία είδη καταπληκτικής συκομαΐδας που αγοράσαμε στο υποδειγματικό κατάστημα Λάζαρης, τον εξειδικευμένο ναό του περίφημου «χρυσού μανταρινιού» της Κέρκυρας.
Μια ολόκληρη βαλίτσα θα μπορούσαμε να γεμίσουμε με τα εξαιρετικά προϊόντα που τιμούν το -κακοποιημένο συχνά- σήμα κατατεθέν του νησιού, το ζωηρόχρωμο και έντονα αρωματικό κουμ κουάτ. Λουκουμάκια, μπουκίτσες μαντολάτου, μαρμελάδα χωρίς ζάχαρη, γλυκό του κουταλιού, αλλά και υπέροχο λικέρ κουμ κουάτ -σκέτο, κρεμώδες με γάλα, με καφέ, με ούζο- και απεριτίφ Campiello ή gin Merlin, επίσης με πλούσια αρώματα του μικρού εσπεριδοειδούς. Θα τα απολαμβάνουμε τον χειμώνα στην υγειά της αρχοντικής Κέρκυρας, αναπολώντας τα cocktails που μας συντρόφευαν τις βραδιές μας στο νησί, υπό το φως των κεριών στα all-day café bar Favela 17, στον λαβύρινθο της γειτονιάς του Καμπιέλο, και στο Skyview, με την πανοραμική θέα από ψηλά στο Κανόνι και τα αεροπλάνα να προσγειώνονται στα πόδια μας.
Σε αυτό το ταξίδι στην Κέρκυρα, ο χρόνος απέκτησε άλλο νόημα, με ρυθμό που ταίριαζε στο νησί και στις γεύσεις του. Η Avis μας χάρισε την ελευθερία να κινηθούμε χωρίς περιορισμούς, να ανακαλύψουμε χωριά, παραλίες και γαστρονομικές στάσεις πέρα από τον χάρτη. Το αυτοκίνητο έγινε μέρος της εμπειρίας, συντροφεύοντας κάθε στιγμή της περιήγησης. Οργανώστε και εσείς το δικό σας road trip με την Avis και αφήστε την Κέρκυρα να σας αποκαλύψει τις πιο γνήσιες και απολαυστικές της πλευρές.
Διαβάστε ακόμα:
Ανεξερεύνητοι Τόποι: Βίδο, το γραφικό και καταπράσινο νησάκι που ατενίζει η πόλη της Κέρκυρας
Taste & Drive: Καλοπέραση και φαγητό στο Πήλιο των τεσσάρων εποχών
Taste & Drive: Μια μεγάλη γαστρονομική βόλτα στην αυθεντικά κυκλαδίτικη Σύρο