Στο πάνελ «Bringing Together Government, Business & Society» στο συνέδριο Greece Talks που διοργανώνουν το Travel.gr και το Πρώτο Θέμα, κορυφαίοι εκπρόσωποι της κυβέρνησης, της επιχειρηματικότητας και των χρηματοπιστωτικών θεσμών συναντήθηκαν για να χαρτογραφήσουν τις μεγάλες προκλήσεις και τις νέες ισορροπίες ανάμεσα στο κράτος, την αγορά και την κοινωνία.
Ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης, ο Πρόεδρος του ΣΕΒ Σπύρος Θεοδωρόπουλος, ο Πρόεδρος του ΔΣ της Alpha Bank Δημήτρης Κ. Τσιτσιράγκος και ο επιχειρηματίας Νίκος Δρανδάκης συνομίλησαν –υπό τον συντονισμό του δημοσιογράφου Μπάμπη Κούτρα– για την παραγωγικότητα, την επιχειρηματική κουλτούρα, τον μετασχηματισμό της οικονομίας, την καινοτομία και τον ρόλο του κράτους στην επιτάχυνση κρίσιμων μεταρρυθμίσεων.
Η συζήτηση ανέδειξε το ζητούμενο της εποχής: ένα νέο μοντέλο συνεργασίας ανάμεσα στη δημόσια διοίκηση, τις επιχειρήσεις και την κοινωνία, με στόχο μια οικονομία πιο ανθεκτική, πιο ανταγωνιστική και πιο δίκαιη.
Ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης εξέφρασε την πεποίθησή του ότι ο αγροτικός τομέας εισέρχεται σε νέα, πιο θετική περίοδο, δίνοντας έμφαση στις αλλαγές που δρομολογούνται στον τρόπο καταμέτρησης των αιγοπροβάτων. Όπως σημείωσε, «πλέον τα αιγοπρόβατα θα μετρώνται, θα καταμετρώνται με τσιπάκια, όπως γίνεται και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, για να μην έχουμε τα προβλήματα που είχαμε μέχρι τώρα, πάνω γραψίματα και λοιπά».
Αναφερόμενος στο χρονοδιάγραμμα των ενισχύσεων, υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση εργάζεται εντατικά για να δοθεί η βασική ενίσχυση μέχρι το τέλος Νοεμβρίου. Λόγω περιορισμένου χρόνου, όπως εξήγησε, εφαρμόζεται για φέτος ένα υβριδικό σύστημα, το οποίο δεν θα βασίζεται αποκλειστικά στις δηλώσεις, αλλά θα λαμβάνει υπόψη «τα τιμολόγια γάλακτος που παρέδωσες, τα τιμολόγια κρέατος και τις ζωοτροφές που αγόρασες». Από αυτά τα στοιχεία θα προκύπτει αλγόριθμος, με τη σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ώστε να ολοκληρωθούν ορθά οι πληρωμές των επιδοτήσεων. Ο κ. Χατζηδάκης δήλωσε αισιόδοξος για τη συνέχεια σημειώνοντας ότι «θα τα καταφέρουμε και στον συγκεκριμένο τομέα», ενώ τόνισε πως μετά την καταβολή της βασικής ενίσχυσης στα τέλη Νοεμβρίου, το σύστημα θα αρχίσει να ομαλοποιείται.
Για τα δημοσιονομικά και το χρέος:
Σχετικά με τα δημοσιονομικά μεγέθη, ο κ. Χατζηδάκης ανέφερε: «Είχαμε μεγάλη πρόοδο στη μείωση του χρέους, στη μείωση του ελλείμματος. Έχουμε όχι μόνο πρωτογενή πλεονάσματα, κανονικά πλεονάσματα, κανείς δεν το περίμενε». Τόνισε ότι ο επόμενος κύκλος συζήτησης πρέπει να αφορά «την παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα, τον ανταγωνισμό».
Για το επενδυτικό περιβάλλον: Αναλύοντας την πορεία της οικονομίας την τελευταία εξαετία, σημείωσε: «Εκείνο που συμβαίνει τα τελευταία 6,5 χρόνια είναι ότι έχουμε ένα φιλοεπενδυτικό περιβάλλον που, θα μου επιτρέψετε να πω κύριε Κούτρα, ποτέ δεν είχαμε μετά τη Μεταπολίτευση στην Ελλάδα. Έχουν γίνει θαρραλέα βήματα και στη μείωση της φορολογίας και στο εργατικό δίκαιο και στην απλοποίηση των αδειοδοτήσεων».
Υπογράμμισε ωστόσο την ανάγκη λογοδοσίας: «Πρέπει οι πολίτες με την ψήφο τους να φροντίσουν να το εξασφαλίσουν και πριν από τους πολίτες να κάνουμε τη δουλειά μας για να μας ξαναψηφίσουν. Διότι αν δεν την κάνουμε, προφανώς θα το πληρώσουμε».
Για το Ταμείο Ανάκαμψης: Στο συνέδριο Greece Talks ο κ. Χατζηδάκης παρουσίασε αναλυτικά την πορεία υλοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης. Όπως ανέφερε: «Το Ταμείο Ανάκαμψης, μην κρυβόμαστε, ήταν ένα απρόσμενο δώρο, ακόμα και μερικές μέρες πριν αποφασιστεί. Ένα μεγάλο βήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τότε, λόγω του κορονοϊού».
Επεσήμανε όμως ότι ο σχεδιασμός του ήταν απαιτητικός: «Σχεδιάστηκε, όμως, μια και τα λέμε όλα, από τους φρούγκαλ, τους λεγόμενους τσιγκούνηδες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για να χαθούν λεφτά. Διότι σε σχέση με το ΕΣΠΑ έπρεπε να έχεις τις ίδιες απορροφήσεις στο μισό χρόνο, άρα έπρεπε να τρέξεις με διπλάσια ταχύτητες».
Υπογράμμισε τις υψηλές επιδόσεις της χώρας: «Αυτή την ώρα η Ελλάδα είναι πρώτη στις απορροφήσεις στο Ταμείο Ανάκαμψης σε σχέση με το ΑΕΠ της και σε απόλυτα ποσοστά στην κατάταξη είναι έκτη, έβδομη, όγδοη, και τώρα που θα υποβάλουμε την επόμενη αίτηση θα ανέβουμε πιο πολύ».
Σημείωσε ότι οι ρυθμοί αυξάνονται όσο το πρόγραμμα προχωρά: «Στο Ταμείο Ανάκαμψης οι ρυθμοί αυξάνονται προς το τέλος. Τώρα γίνεται η τελευταία αναθεώρηση. Παρατηρούμε προφανώς και συντονίζουμε την εξέλιξη και κεντρικά το κύριο βάρος στο Υπουργείο Οικονομικών και στον Νίκο Παπαθανάση, αλλά εγώ θεωρώ ότι το πράγμα πάει καλά».
Τόνισε επίσης τη μεταρρυθμιστική διάσταση του μηχανισμού: «Το Ταμείο Ανάκαμψης έχει θετικό αποτύπωμα. Μέσα από αυτό προωθούμε σημαντικές μεταρρυθμίσεις».
Ως παράδειγμα ανέφερε τη διασύνδεση POS και ταμειακών μηχανών: «Μία από αυτές ήταν η σύνδεση του POS με τις ταμειακές μηχανές. Αυτό πληρώθηκε από το Ταμείο Ανάκαμψης. Αυτό δεν έχει ένα χρώμα κοινωνικής δικαιοσύνης;».
Ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος, παίρνοντας τον λόγο, σημείωσε ότι «η παραγωγικότητα είναι ένα θέμα το οποίο δυστυχώς δεν έχει λάβει την προσοχή που του αξίζει». Ανέφερε ότι ο δημόσιος διάλογος περιστρέφεται συχνά γύρω από την αύξηση του ΑΕΠ, όμως «πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι όλα επηρεάζονται από την παραγωγικότητα». Ο πρόεδρος του ΣΕΒ υπενθύμισε ότι στο παρελθόν, κάθε αναφορά στην παραγωγικότητα «ξεσήκωνε τους εργαζόμενους, οι οποίοι θεωρούσαν ότι οι βιομήχανοι θέλουν να δουλέψουν παραπάνω», προσθέτοντας ότι «ως ΣΕΒ το θέσαμε σε διαφορετική διάσταση». Τόνισε ότι οι Έλληνες πράγματι δουλεύουν πολλές ώρες, «περισσότερο από τους άλλους Ευρωπαίους», όμως το ουσιαστικό ερώτημα είναι τι παράγεται. Αυτό, όπως είπε, «δεν αφορά τους εργαζόμενους, αλλά το αν παράγουμε προϊόντα υψηλής ή χαμηλής αξίας και με τι μέσα».
Στο σημείο αυτό ανέδειξε τον ρόλο του Δημοσίου ως τρίτου πυλώνα, λέγοντας ότι πρέπει να μετάσχει ενεργά στην προσπάθεια για βελτίωση της παραγωγικότητας. Υπογράμμισε ότι η πρώτη μεγάλη μεταρρύθμιση που χρειάζεται η χώρα «είναι η ταχύτητα στην απονομή της Δικαιοσύνης».
Ο κ. Θεοδωρόπουλος επικαλέστηκε τα στοιχεία που δείχνουν ότι «η Ελλάδα βρίσκεται στο 54% της παραγωγικότητας σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο», σημειώνοντας ότι αυτό δεν αφορά συγκρίσεις με τις κορυφαίες χώρες της Ευρώπης αλλά με τον μέσο όρο. «Μπορεί να δουλεύουμε πολλή ώρα», είπε, «το θέμα είναι τι παράγουμε». Επανέλαβε ότι δεν πρόκειται για ευθύνη των εργαζομένων, αλλά για το τι παράγει η οικονομία: προϊόντα υψηλής ή χαμηλής αξίας, με ποια εργαλεία και με ποιες επενδύσεις.
Σε ό,τι αφορά την επιχειρηματική πλευρά, ανέφερε ότι η παραγωγικότητα εξαρτάται από τις επενδύσεις σε μέσα που καθιστούν εργαζόμενους και επιχειρήσεις πιο αποτελεσματικούς. Εξήγησε ότι οι κρίσιμες μεταρρυθμίσεις -και συνέπεια του Δημοσίου να τις υλοποιήσει- αποτελούν βασική προϋπόθεση για να αλλάξει η εικόνα.
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ επισήμανε ότι σε όλες τις έρευνες των τελευταίων ετών, «το νούμερο ένα πρόβλημα για τις επιχειρήσεις είναι η ταχύτητα στην απονομή της Δικαιοσύνης». Αυτό, όπως είπε, λειτουργεί ανασταλτικά για επενδύσεις, «καθώς οι επιχειρηματίες και τα ξένα κεφάλαια γίνονται διστακτικά όταν δεν νιώθουν ότι μπορούν να τύχουν γρήγορης προστασίας των δικαιωμάτων τους». Στη συνέχεια, παρατήρησε ότι η αύξηση της παραγωγικότητας είναι καθοριστική για τους μισθούς: «Χωρίς αύξηση παραγωγικότητας, πραγματική αύξηση μισθών δεν θα δούμε». Αναφέρθηκε επίσης στον «μύθο» που είχε καλλιεργηθεί επί δεκαετίες λόγω των διαπραγματεύσεων για την εθνική συλλογική σύμβαση εργασίας, όπου η κοινωνία άκουγε αντικρουόμενα αιτήματα και αντιπαραθέσεις. «Πάντα ήμασταν οι κακοί που δεν θέλαμε να δώσουμε τις αυξήσεις», είπε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Θεοδωρόπουλος σημείωσε ότι τα τελευταία χρόνια γίνεται μια προσπάθεια «να μιλήσουμε με ειλικρίνεια στον κόσμο» για την οικονομία, την κοινωνία και τους μισθούς. Παραδέχθηκε ότι η εικόνα της βιομηχανίας συχνά φορτίζεται αρνητικά, όμως «αν δούμε την πραγματικότητα με ψύχραιμο τρόπο και όχι με όρους perception», η βιομηχανία σήμερα προσφέρει μισθούς κατά 40% υψηλότερους από τον μέσο όρο και απασχολεί όλα τα επαγγέλματα.
Για την καινοτομία τόνισε ότι δεν αφορά μόνο τον βιομηχανικό κλάδο: «Καινοτομία μπορεί να κάνει και ο τουρισμός. Καινοτομία πρέπει να κάνουμε όλοι». Αναγνώρισε ότι οι startups έχουν χτίσει ένα οικοσύστημα αξίας περίπου 10 δισ. ευρώ, όμως «και εμείς οι υπόλοιποι πρέπει να καινοτομήσουμε». Ως βασικά προβλήματα της βιομηχανίας προσδιόρισε το κόστος ενέργειας και το χωροταξικό, εκφράζοντας την ελπίδα ότι δεν θα παραμείνουν ανοιχτά για χρόνια. Κλείνοντας, εξέφρασε τη βαθιά ανησυχία του για τον «διάλογο της λογικής με τον παραλογισμό» που επικρατεί σήμερα και για το γεγονός ότι «όλο και λιγότεροι άνθρωποι βγαίνουν να μιλήσουν για τη λογική». «Αυτό», είπε, «είναι το μεγαλύτερο πράγμα που με φοβίζει για τη βιομηχανία».
Ο Δημήτρης Κ. Τσιτσιράγκος, Πρόεδρος ΔΣ της Alpha Bank περιέγραψε το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνται οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις σήμερα, αναλύοντας τα εμπόδια πρόσβασης στη χρηματοδότηση και τον ρόλο των τραπεζών στη σταθερότητα και την ανάπτυξη.
Το πρόβλημα που έχουμε και το πρόβλημα που έχουν οι μικρομεσαίες στην Ελλάδα είναι ότι χρειάζεται μία αλλαγή νοοτροπίας και μια αλλαγή σκεπτικού. Υπάρχουν, δεν είναι θέμα ότι δεν υπάρχει χρηματοδότηση για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, το θέμα είναι ότι πολλές από τις μικρομεσαίες δεν μπορούν να πάρουν χρηματοδότηση από το τραπεζικό σύστημα γιατί έχουν ή φορολογικές οφειλές ή ασφαλιστικές οφειλές ή έχουν και θέμα διαφάνειας. Δηλαδή υπάρχει ελλιπής παρουσίαση των οικονομικών στοιχείων, σε αντίθεση με τις μεγάλες επιχειρήσεις. Νομίζω ότι η ανάπτυξη στην Ελλάδα, για να μην ξεχνιόμαστε και να βλέπουμε και τα νούμερα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, είναι η δημιουργία θέσεων εργασίας για πολλούς ανθρώπους. Τα νούμερα για τα ελληνικά μέτρα είναι σχετικά μεγάλα. Αλλά χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε αυτές τις προκλήσεις για να μπορέσουν να χρηματοδοτηθούν. Εμείς, σαν Τράπεζα, βοηθάμε με την εμπειρία μας, οργανώνουμε workshops σε όλη την Ελλάδα για να βοηθήσουμε.
Για να μιλήσουμε και για το αντικείμενο του συνεδρίου, στον Τουρισμό υπάρχουν μεγάλες επιχειρήσεις, υπάρχουν ξένοι επενδυτές, αλλά υπάρχουν και πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Μερικές από αυτές είναι πελάτες μας και προσφέρουν στον κόσμο ένα προϊόν πολύ υψηλής ποιότητας σε πολύ υψηλές τιμές, αλλά έχουν και τα πρότυπα διαχείρισης τα οποία τους επιτρέπουν να τους χρηματοδοτήσουμε εμείς και οι άλλες τράπεζες. Αυτό είναι το μοντέλο το οποίο θέλουμε να ακολουθήσουμε και αυτό που θέλουμε να υποστηρίξουμε. Και επίσης συμφωνώ με τον κύριο Θεοδωρόπουλο και τους άλλους εδώ ότι η καινοτομία δεν είναι μόνο οι startups. Εμείς, σαν τράπεζα, δεν μπορούμε να κάνουμε χρηματοδοτήσεις κατευθείαν στις startups, γιατί πολλές από αυτές δεν έχουν τις κεφαλαιακές ροές για να μπορούν να χρηματοδοτηθούν, αλλά έχουμε διαθέσει κεφάλαια για να υποστηρίξουμε και αμοιβαία και venture capital funds, για να δουλέψουμε στον κόσμο των startups, που πιστεύουμε ότι είναι ένας κόσμος ο οποίος υπόσχεται πολλά για την Ελλάδα.
Οι τράπεζες και γενικά οι θεσμοί σε όλο τον κόσμο αμφισβητούνται. Νομίζω ότι οι τράπεζες στην Ελλάδα έχουν κάνει λάθη, αλλά ταυτόχρονα θα έλεγα ότι μας έχουν καταλογιστεί πολύ περισσότερα από όσα μας αναλογούν. Το βασικό είναι ότι οι τράπεζες είναι μέλη της κοινωνίας και είναι πυλώνες σταθερότητας, που θα βοηθήσουν στην ανάπτυξη της οικονομίας. Και αυτή τη στιγμή η πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες και γενικά πολλοί θεσμοί στον κόσμο είναι πώς θα ξανακερδίσουμε την εμπιστοσύνη των πολιτών και την εμπιστοσύνη των πελατών μας. Πρέπει να προσέξουμε τον πελάτη και πώς θα αντιμετωπίσουμε καλύτερα τις ανάγκες των πελατών. Η ψηφιοποίηση, η τεχνητή νοημοσύνη, η τεχνολογία έχουν βοηθήσει πολύ τις τράπεζες. Κοστίζουν, αλλά από την άλλη μεριά έχουν δώσει την εντύπωση ότι οι τράπεζες γίνονται απρόσωπες. Η αλήθεια είναι ότι είναι κάπου στη μέση. Η τεχνολογία μας έχει βοηθήσει να κάνουμε τις συναλλαγές πιο γρήγορα.
Oι συναλλαγές είναι πιο γρήγορες τώρα. Οι συναλλαγές είναι πιο απλές. Το 93 με 95% των συναλλαγών που κάνουμε εμείς στην Alpha είναι όλες ψηφιακές αυτή τη στιγμή. Είναι πιο εύκολη η ζωή για τους πελάτες μας. Αυτό που χρειάζεται είναι μία πιο ανθρώπινη μεταχείριση. Χρειάζεται μια ανθρώπινη επαφή, γιατί η τεχνολογία είναι καλή, αλλά θα το πείτε και εσείς καλύτερα από μένα. Χωρίς την ανθρώπινη επαφή δεν δουλεύει τίποτα. Οπότε είναι κάτι το οποίο προσπαθούμε εμείς να βελτιώσουμε και αυτό νομίζω είναι που θα κάνει τη διαφορά. Θέλω να μιλήσω για μια καινοτομία, ένα πράγμα που κάναμε εμείς στην Alpha και συνδέεται και με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Αγοράσαμε μία fintech Deflex Fine, η οποία θα βοηθήσει σε μία πιο γρήγορη ταμειοποίηση για πολλούς μικρομεσαίους. Είναι μία πλατφόρμα που ξεκίνησε στην Ελλάδα σχετικά μικρή, με ανθρώπους που ήρθαν από το εξωτερικό, αλλά είναι και μία τεχνολογία που πιστεύουμε ότι μπορεί να μας βοηθήσει πάρα πολύ.
Στη συζήτηση για τον ρόλο της καινοτομίας στη σημερινή οικονομία, ο Νίκος Δρανδάκης πρόσθεσε την οπτική του ανθρώπου που βίωσε στην πράξη τι σημαίνει να δημιουργείς ένα προϊόν τεχνολογίας που ξεπερνά τα ελληνικά σύνορα. Με αναφορές στην εμπειρία της Taxibeat και με σαφείς θέσεις για τα εμπόδια που θέτει το ρυθμιστικό περιβάλλον, μίλησε ανοιχτά για το πώς οι νεοφυείς επιχειρήσεις μπορούν να αναπτυχθούν, πού σκοντάφτουν και ποιες αλλαγές χρειάζονται για να στηριχθεί ουσιαστικά η καινοτομία στη χώρα.
Το δημόσιο δεν είναι μόνο στην Ελλάδα βαρύ και αργό, σε όλες τις χώρες το δημόσιο έχει αυτό το δύσκολο χαρακτηριστικό. Δεν θα βρεις δημόσιο του οποίου οι πολίτες είναι σούπερ χαρούμενοι και πετάνε τη σκούφια τους για την ταχύτητά του και το πόσο γρήγορα προσαρμόζεται. Είναι πάντα πρόβλημα. Η αλήθεια είναι ότι συμφωνώ με τον κύριο Θεοδωρόπουλο ότι έχουν γίνει μέχρι τώρα πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Ειδικά το gov.gr ήταν γιγάντιο. Και συμφωνώ επίσης ότι χρειαζόμαστε πολλές νέες μεταρρυθμίσεις και να γίνουν με μεγάλη ταχύτητα, όπως της δικαιοσύνης και πολλά άλλα. Εγώ πιστεύω ότι το δημόσιο είναι εμπόδιο σε αυτή την προσπάθεια να έχουμε μία ισχυρότερη καινοτόμα επιχειρηματικότητα. Κυρίως οι ρυθμίσεις των επιμέρους αγορών είναι αυτές που στραγγαλίζουν, με βάση τη δική μου εμπειρία, κάθε προσπάθεια νέου επιχειρηματία ο οποίος, με αφορμή την τεχνολογία, προσπαθεί να κάνει μία καινοτόμα υπηρεσία. Γιατί η καινοτομία είναι κάτι που το λέμε ως κάτι όμορφο και μας αρέσει. Στην πράξη όμως, αν δει κάποιος πώς η τεχνολογία επηρεάζει μία αγορά, αλλάζει τους κανόνες του παιχνιδιού και πολλές φορές ξεβολεύει εδραιωμένα συμφέροντα. Δεν είναι ότι η τεχνολογία απλά βελτιώνει κάτι που δουλεύει. Πολλές φορές το αλλάζει πάρα πολύ και εκεί έρχεται η ρύθμιση μιας αγοράς η οποία σταματάει κάθε προσπάθεια για καινοτομία.
Θέλω να σου πω ένα παράδειγμα από έναν φίλο μου, ο οποίος δούλευε στην Αμερική, ήρθε στην Ελλάδα να κάνει επιχείρηση επειδή είχε την τεχνογνωσία: δούλευε στον τομέα των αυτόνομων αυτοκινήτων της Apple, τον οποίο η Apple εγκατέλειψε τελικά, αλλά είχε γνώση, ήταν πολύ έξυπνος και πολύ ικανός. Τον πίεζα να κάνει κάτι αντίστοιχο στην Ελλάδα, δηλαδή να δοκιμάσει να αναπτύξει τεχνολογία αυτόνομων αυτοκινήτων, και μου είπε: «Σε καμία περίπτωση. Πρέπει να είσαι τρελός για να μου πεις να κάνω κάτι τέτοιο, ξέροντας ότι υπάρχει μία συγκεκριμένη ρύθμιση η οποία ορίζει ότι οι αστικές μετακινήσεις στην Ελλάδα είναι ιδιοκτησία της ευγενούς τάξης των ταξιτζήδων». Και μόνο αυτό σε κάνει να σταματάς, γιατί τα αυτόνομα αυτοκίνητα είναι ταξί.
Ουσιαστικά στην Αμερική αυτή τη στιγμή αρχίζουν και αναπτύσσονται πάρα πολύ και βλέπεις υπηρεσίες σαν την Tesla να μεταφέρουν κόσμο με πολύ μεγαλύτερη ασφάλεια και ιδιωτικότητα. Είσαι μόνος σου στο αυτοκίνητο και κυρίως στο 1/5 του κόστους. Αυτό είναι τεράστιο όφελος για την κοινωνία σήμερα.
Παρόλα αυτά, όταν έρχεται η ώρα να υλοποιήσουμε τέτοιου είδους τεχνολογίες, βρίσκουμε μπροστά πάρα πολλές φορές ρυθμίσεις, οι οποίες υπάρχουν μερικές φορές για να προστατεύουν το κοινό καλό, το δημόσιο και τους καταναλωτές. Πολλές άλλες φορές όμως υπάρχουν για να προστατεύουν ομάδες οι οποίες υπάρχουν σε αυτούς τους κλάδους. Αυτές οι ρυθμίσεις είναι για μένα το σημαντικό πρόβλημα σήμερα στην καινοτόμο επιχειρηματικότητα. Σε ένα ιδανικό σενάριο, εγώ θα ήθελα οι ρυθμίσεις αυτών των αγορών να έχουν μία ημερομηνία λήξης.
Λίγα χρόνια από σήμερα. Και να πούμε ότι θα διατηρήσουμε μόνο αυτές οι οποίες, μέσα από μια δημόσια διαβούλευση, αποδεδειγμένα πρέπει να υπάρχουν για το κοινό καλό, για το δημόσιο συμφέρον, όχι για την ομάδα η οποία υπάρχει μέσα σε αυτόν τον κλάδο. Για μένα αυτό είναι το κύριο στοιχείο στο οποίο το κράτος θα μπορούσε να βοηθήσει.
Αν μιλάμε για διαφάνεια, οι εταιρείες του κλάδου μου, δηλαδή startups, δεν αναζητούν δάνεια· τα κεφάλαια που αναζητούμε συνήθως είναι από επενδυτές που μπαίνουν στο μετοχικό κεφάλαιο, και δεν έχουμε μπει στη διαδικασία. Από όσο ξέρω, σπάνια θα δεις μία μικρή εταιρεία να μπει στη διαδικασία να πάρει δάνειο, ειδικά επειδή είμαστε επιχειρήσεις πολύ υψηλού ρίσκου και είναι κατανοητό για τις τράπεζες. Δεν είμαστε ίσως ιδανικοί πελάτες.
Ακόμα και στην Αμερική η τράπεζα θα αποφύγει εταιρείες τέτοιου υψηλού ρίσκου, όπως η Taxibeat, γιατί μία startup είναι κάτι που έχει πολύ μεγάλες πιθανότητες να πεθάνει, να αποτύχει. Οπότε η τράπεζα από τη φύση της δεν αναζητά τέτοιου είδους δανειοδοτήσεις και χρηματοδοτήσεις. Και νομίζω είναι λογικό. Δεν νομίζω ότι αυτό θα αλλάξει και δεν είναι αυτό το ζητούμενο.
Εγώ θα έβλεπα περισσότερο ότι οι ελληνικές τράπεζες απειλούνται πιο πολύ από τις νέες τράπεζες που έρχονται από το εξωτερικό, οι οποίες έχουν πολύ πιο μοντέρνα και πολύ πιο χρήσιμα εργαλεία, ειδικά για μικρές startups ή για εταιρείες πιο φιλικές. Και αυτά τα εργαλεία είναι πιο φιλικά, πιο ευέλικτα, πολύ πιο γρήγορα κινούνται. Πάρα πολλοί τα προτιμούν ακριβώς για αυτό τον λόγο. Οι λεγόμενες fintech. Έτσι νομίζω ότι υπάρχει μια πρόκληση για το τραπεζικό σύστημα να προσαρμοστεί σε αυτή την πραγματικότητα, να ψηφιοποιηθεί πολύ περισσότερο και να γίνει πιο γρήγορο. Δεν είμαι ειδικός σε αυτό, οπότε δεν θέλω να προτείνω κάτι. Αλλά ως προς το κομμάτι των χρηματοδοτήσεων δεν είναι κάτι που μας αφορά ιδιαίτερα εμάς.
Όταν ξεκίνησα, το μεγάλο παράπονο που είχαμε εκείνη την περίοδο ήταν ότι δεν βρίσκαμε λεφτά. Χρηματοδότηση venture capital δεν υπήρχε εκείνη την περίοδο. Στην πορεία το αποκτήσαμε. Υπάρχει πάρα πολύ χρήμα για startups και σε μεγάλο βαθμό μένει αδιάθετο γιατί δεν υπάρχουν πολλές ιδέες να πάνε να χρηματοδοτηθούν. Και αυτό που ανακαλύψαμε στην πορεία είναι ότι ήρθαν τα λεφτά, αλλά δεν είναι επαρκής όρος. Είναι αναγκαίος, αλλά όχι επαρκής.
Για να αναπτύξουμε ένα οικοσύστημα καινοτομίας μας λείπουν πολλά άλλα πράγματα. Κάποια από αυτά ανέφερα πριν, θέματα ρυθμίσεων της αγοράς κ.λπ. Υπάρχουν όμως και γενικότερα θέματα.





