Η διαμόρφωση των τόπων όπου θα ζήσουν οι επόμενες γενιές είναι ζήτημα πολιτικής, οικονομίας, σχεδιασμού, κλιματικής αντοχής και πολιτισμικής ταυτότητας. Στο πάνελ Shaping places for next generations του Greece Talks 2025, τέσσερις άνθρωποι που επηρεάζουν άμεσα το μέλλον του ελληνικού χώρου: η πολιτεία, η περιφέρεια, η επιστημονική κοινότητα και η αρχιτεκτονική πράξη, συναντήθηκαν για να χαρτογραφήσουν τις προκλήσεις και τις αποφάσεις της επόμενης δεκαετίας.
Συμμετείχαν ο Σταύρος Παπασταύρου, Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ο Νίκος Χαρδαλιάς, Περιφερειάρχης Αττικής, ο Χάρης Κοκκώσης, ομότιμος καθηγητής Πολεοδομίας και Χωροταξίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, και η Ρία Βογιατζή, Founder και CEO της Elastic Architects. Τη συζήτηση συντόνισε η δημοσιογράφος Γεωργία Σαδανά.
Οι ομιλητές προσέγγισαν από διαφορετικές οπτικές το κρίσιμο ερώτημα της εποχής: πώς οργανώνεται ένας τόπος για να αντέξει, να εξελιχθεί και να παραμείνει ζωντανός για τις επόμενες γενιές. Από την πράσινη μετάβαση και τη νέα ενεργειακή πραγματικότητα, μέχρι τις μεγάλες αστικές αναπλάσεις, τον χωρικό σχεδιασμό και την αρχιτεκτονική ταυτότητα, η συζήτηση ανέδειξε το μέλλον όχι ως θεωρία αλλά ως ευθύνη.
Ο Σταύρος Παπασταύρου υπογράμμισε ότι η πράσινη μετάβαση απαιτεί φιλοδοξία, αλλά και ρεαλισμό ως προς τις συνέπειες και τις δυνατότητες της χώρας. «Νομίζω ότι το άρθρο του Πρωθυπουργού, του Κυριάκου Μητσοτάκη, στους Financial Times πριν από δύο εβδομάδες έδωσε την κατεύθυνση. Και η κατεύθυνση είναι προς μια πράσινη και βιώσιμη ανάπτυξη. Μετάβαση όμως, όχι με όρους αυτοσκοπού. Θέλουμε στόχους φιλόδοξους, αλλά συγχρόνως με μία αίσθηση αποτύπωσης των πραγματικών συνεπειών. Θυμίζω ότι η χώρα μας είχε το 2005 πάνω από το 60% της ηλεκτρικής ενέργειας να παράγεται από τον ρυπογόνο λιγνίτη. Το 2025 κάτω από το 9% της ηλεκτρικής ενέργειας παράγεται από λιγνίτη και το 2026 θα το πάμε κοντά στο μηδέν. Συγχρόνως, σε αυτά τα 20 χρόνια η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές είναι πλέον πάνω από το 50%».
Σημείωσε ότι η συζήτηση στην Ευρώπη μετατοπίζεται: «Η λέξη βιώσιμη μετάβαση αρχίζει και ακούγεται στις Βρυξέλλες. Το “αμιγώς πράσινη”, τελεία, ακούγεται λιγότερο. Και νομίζω ότι πρέπει να είναι βιώσιμη. Πράσινη, ανταγωνιστική και με όρους κοινωνικής συνοχής».
Τόνισε επίσης ότι η κοινωνική στήριξη είναι καθοριστική: «Το πιο σημαντικό από όλα είναι να μπορέσει η κοινωνία να συνεχίσει να στηρίζει το μεγάλο εγχείρημα της Ευρώπης, τη μεγάλη προσπάθεια για την πράσινη, βιώσιμη μετάβαση». Αναφερόμενος στο έργο διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου, είπε ότι εντάσσεται σε ευρύτερο γεωπολιτικό και ενεργειακό σχεδιασμό. Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας σημείωσε: «Η ενεργειακή αναβάθμιση της χώρας μας για μένα είναι μία από τις αρτηρίες, έτσι ώστε η Ελλάδα να αποτελέσει την κεντρική φλέβα ανάπτυξης».
Ο κ. Χαρδαλιάς εξήγησε ότι αμέσως μόλις ανέλαβε, η Περιφέρεια Αττικής ξεκίνησε έρευνες σε μεγάλες πόλεις της Ευρώπης, της Αμερικής και της Αυστραλίας σχετικά με το brand name “Attica”. «Ήταν απογοητευτικά τα αποτελέσματα. Άρα το πρώτο μεγάλο στοίχημα ήταν να ακούσουμε αυτό που φώναζε η αγορά όλα αυτά τα χρόνια, να πάμε σε απόλυτο και περάσαμε από το Attica στο Greece, Athens Region. Γιατί; Διότι η Αθήνα για μας είναι η αρχή, αλλά τελικά η Αττική είναι ο προορισμός και ξεκινήσαμε να δουλεύουμε μέσα από ένα στρατηγικό σχέδιο», είπε. Για την υλοποίηση αυτής της στρατηγικής, επέλεξε ως επικεφαλής του Αναπτυξιακού Οργανισμού τον Δημήτρη Φραγκάκη, «έναν άνθρωπο έμπειρο στα τουριστικά ζητήματα», όπως σημείωσε, ο οποίος μαζί με το επιτελείο του ανέλαβε τον σχεδιασμό της νέας τουριστικής ταυτότητας της Περιφέρειας.
Στόχος ήταν μια ολιστική στρατηγική που θα στοχεύει στην αύξηση της μέσης παραμονής, αλλά και στη μετατροπή της ευρύτερης περιοχής της Αθήνας σε τόπο τελικού προορισμού. «Δεν είναι εύκολο. Δουλεύουμε σε αυτό, γιατί ξέρετε, ό,τι και να κάνουμε υπάρχουν ζητήματα που πρέπει να λύσουμε και διαχρονικά δεν έχουν λυθεί. Δεν μιλάμε, ας πούμε, για τα νησιά του Αργοσαρωνικού χωρίς να έχουμε θέματα υποδομών στα νησιά, άρα είναι κάτι σύνθετο. Περνάμε σε θεματικές και πολιτιστικές διαδρομές, οίνος και αμπελώνες της Αττικής, παράκτιο μέτωπο Φαληρικός Όρμος, μουσεία, αρχαιολογικοί χώροι και σύγχρονη τέχνη».
Παράλληλα, 40 εκατομμύρια ευρώ από το Υπουργείο Πολιτισμού κατευθύνονται σε 21 έργα που εντάσσονται σε ευρύτερη στρατηγική πολιτισμού, αθλητισμού, ψυχαγωγίας, πάρκων και φυσικών διαδρομών. «Το μότο μας πλέον είναι ότι η Αττική είναι ένας προορισμός 20 λεπτών, όπου κι αν βρίσκεσαι, σε όποιο σημείο του έτους, κάτι μοναδικό είναι δίπλα σου. Αυτό θέλει δουλειά, θέλει καθημερινή προσπάθεια και νομίζω το κλειδί. Θέλω να κλείσω με αυτό, να το αναδείξω. Την ίδια ώρα που κλείσαμε το μεγάλο κομμάτι που αφορά το πάρκο, εξασφαλίσαμε για τα επόμενα 40 χρόνια το Tae Kwon Do. Τι κάνουμε λοιπόν; Προχωράμε, δημιουργούμε ένα συνεδριακό πολιτιστικό κέντρο διεθνούς ακτινοβολίας. Το συνδέουμε με τον ποδηλατόδρομο της Αθηναϊκής, ο οποίος είναι υπό κατασκευή και σε ένα χρόνο από τώρα θα είναι έτοιμος».
«Η πρώτη σύσκεψη που έκανα ως νεοεκλεγμένος Περιφερειάρχης ήταν για τον τουρισμό. Με ενοχλούσε -και το λέω δημόσια- ότι η στρατηγική μας εξαντλιόταν στην επικοινωνία: φωτογραφίες, εκθέσεις, εντυπώσεις. Αποφασίσαμε ότι ο τουρισμός δεν είναι εικόνα. Είναι εισόδημα, δουλειές, ανάπτυξη για τις 66 γειτονιές μας. Γι’ αυτό το πρώτο που ζητήσαμε ήταν μια σειρά ερευνών για το brand name μας. Τα αποτελέσματα ήταν απογοητευτικά». Με βάση αυτά τα δεδομένα, η Αττική δημιούργησε για πρώτη φορά ενιαίο μηχανισμό διαχείρισης και προώθησης (DMMO) για τον σχεδιασμό και την προβολή της νέας τουριστικής ταυτότητας της Περιφέρειας. Ο κ. Χαρδαλιάς αναφέρθηκε στη μεγάλη αστική ανάπλαση των Μεσογείων, το έργο Aenaon. «Στις 3 Δεκεμβρίου, στο Athens Talks, όπου υπήρξε και συνεργασία με το Travel, ανακοινώσαμε 280 + 1 έργα. Το “συν ένα” είναι το μεγάλο στοίχημα για την Περιφέρεια και για όλους μας: το Aenaon. Είναι η μεγαλύτερη αστική ανάπλαση που έχει γίνει ποτέ στην Ελλάδα και μία από τις μεγαλύτερες στα Μεσόγεια, σε έκταση 741 στρεμμάτων».
Ο ίδιος εξήγησε ότι όταν μιλάμε για ζωτικό χώρο, ειδικά σε ένα μητροπολιτικό κέντρο όπως η Αττική, μιλάμε για δημόσιο χώρο. «Ξέρουμε όλοι πως αυτή η Αττική έχει χτιστεί με τρόπο που απέχει από το περιβάλλον που θα θέλαμε για τα παιδιά μας και τις επόμενες γενιές. Τι πρέπει να κάνουμε; Να δημιουργήσουμε τοπόσημα ενταγμένα σε μια συνολική στρατηγική προορισμών. Εκεί εντάσσεται και το Aenaon». Το 75% της συνολικής έκτασης θα είναι πράσινο. Πάνω από 4.000 δέντρα, 210.000 φυτά, πράσινες διαδρομές, ζώνες αναψυχής, ήπιες πολιτιστικές δραστηριότητες, αθλητικές εγκαταστάσεις και χώροι υπαίθριας άσκησης σχεδιάζονται για καθημερινή χρήση των πολιτών. «Για εμάς το Aenaon είναι στοίχημα, αλλά είναι και η επιστροφή της Αττικής στη θάλασσα μετά από σχεδόν έξι δεκαετίες, καθώς και η επιστροφή των πολιτών στον δημόσιο χώρο. Μας ενδιαφέρει να το κρατήσουμε ζωντανό, καλά συντηρημένο, φυλασσόμενο και καθαρό. Τα λάθη του παρελθόντος -όπου φτιάχναμε υποδομές που αμέσως εγκαταλείπονταν- δεν πρέπει να επαναληφθούν. Όταν υπάρχει σχέδιο, στρατηγική, μεθοδικότητα και σοβαρότητα, όχι άναρχες διαδικασίες και επικοινωνιακά πυροτεχνήματα, δεν υπάρχει κάτι που δεν μπορεί να επιτευχθεί».
Ο ομότιμος καθηγητής Πολεοδομίας και Χωροταξίας Χάρης Κοκκώσης υπογράμμισε ότι οι αλλαγές στον κόσμο και στην κοινωνία καθιστούν αναγκαίο έναν οργανωμένο τρόπο δράσης. «Αυτό, όπως όλοι καταλαβαίνουμε, επιβάλλεται να το έχουμε, γιατί αλλάζει ο κόσμος και αλλάζει και η κοινωνία η ίδια. Άρα χρειάζεται να πάμε με έναν οργανωμένο τρόπο». Εξήγησε ότι η Ελλάδα έχει μια έντονη ιδιαιτερότητα λόγω της μεγάλης γεωμορφολογικής ποικιλίας της. «Η χώρα μας έχει μια μεγάλη γεωμορφολογική ποικιλία. Έχει νησιά, βουνά, εκτεταμένες ακτές. Έχει και έναν πλούτο πολιτισμικό και φυσικό που διαφοροποιείται. Δεν έχουμε τα ίδια οικοσυστήματα. Αλλού βρέχει περισσότερο, αλλού λιγότερο. Έχουμε νησιά με πιο ξηρό κλίμα, πόλεις δίπλα σε ορεινές περιοχές. Σε κάθε περίπτωση χρειάζεται κάποιο σχέδιο, χρειάζεται κάποια παρέμβαση για να πάμε με έναν οργανωμένο τρόπο και να αντιμετωπίσουμε το πώς λειτουργούμε».
Ο κ. Κοκκώσης ανέφερε ότι όλα αυτά απαιτούν υποδομές και χώρο για την ανάπτυξη ανθρώπινων δραστηριοτήτων, ενώ παράλληλα πρέπει να είναι ξεκάθαρο το τι επιτρέπεται στο επίπεδο της δόμησης. «Όλα αυτά απαιτούν υποδομές. Απαιτούν χώρο για να αναπτυχθούν οι ανθρώπινες δραστηριότητες. Πρέπει να δούμε και το τι μπορεί να κάνει ο καθένας. Το τι μπορώ να χτίσω στο οικόπεδό μου και τα λοιπά, που είναι το πολεοδομικό κομμάτι. Άρα χρειάζεται το χωροταξικό. Η χωροταξία είναι η δεύτερη πλευρά του νομίσματος που λέγεται ανάπτυξη. Η αναπτυξιακή πολιτική έχει μία χωρική έκφραση, γιατί κάποια πράγματα μπορούν να γίνουν σε συγκεκριμένα μέρη και κάποια άλλα αλλού».
Τόνισε ότι ο οργανωμένος τρόπος για να επιτευχθεί αυτό είναι ο χωροταξικός σχεδιασμός που η χώρα προσπαθεί να ολοκληρώσει εδώ και χρόνια. «Ο χωροταξικός σχεδιασμός είναι κάτι το οποίο προσπαθούμε χρόνια τώρα. Έχουμε διαδικασίες που είναι λίγο περίπλοκες και σύνθετες και έχουμε προσαρμόσει όλο αυτό το σύστημα λήψης αποφάσεων στις προκλήσεις της σύγχρονης εποχής».
Στο κέντρο, όπως είπε, βρίσκεται η ανάγκη στρατηγικής: «Θέλει ένα σχέδιο και εκεί έρχεται η λογική μίας στρατηγικής. Είναι μία ιστορία με δυσκολίες, γιατί όταν βάζουμε ένα σχέδιο πρέπει να καθίσουμε να φτιάξουμε τους στόχους, τις επιδιώξεις, τη στρατηγική και μετά να καθίσουμε να την εφαρμόσουμε, να παρακολουθήσουμε, να αξιολογήσουμε και να την προσαρμόσουμε».
Κλείνοντας, επισήμανε ότι ο σύγχρονος σχεδιασμός χρειάζεται ευελιξία, καθώς αυτό αποτελεί και τη νέα ευρωπαϊκή κατεύθυνση. «Η έννοια της ευκαιρίας και της δυνατότητας είναι αυτό που είπε και ο υπουργός. Κάτι που προσπαθεί να γίνει σε ευρωπαϊκό επίπεδο πια είναι ότι ο σχεδιασμός δεν πρέπει να βάζει αυστηρούς κανόνες. Βάζει διαδικασίες που μπορείς να τις βλέπεις και να τις προσαρμόζεις».
Η Ρία Βογιατζή ανέφερε χαρακτηριστικά :«Σε διαφορετικά σημεία οπωσδήποτε ναι, αλλά το βασικό είναι ποιος είναι ο επισκέπτης. Ξεκινάμε με αυτή την ερώτηση. Ο σύγχρονος επισκέπτης, ο σύγχρονος ταξιδιώτης, έχει κουλτούρα, έχει δει πάρα πολλές εικόνες μέσα από τα social media. Έχει ταξιδέψει, έχει πιο πολλές απαιτήσεις. Και ο λόγος που θα ταξιδέψει κάποιος κατά κύριο λόγο είναι είτε η αρχιτεκτονική, γιατί πάει να δει μία αυθεντικότητα, έναν τόπο που έχει κρατήσει τον χαρακτήρα του και την ταυτότητά του, είτε πάει να δει ένα πολύ όμορφο τοπίο όπου η φύση πρωταγωνιστεί».
Η ίδια σημείωσε ότι η αρχιτεκτονική, όταν συνδέεται με τον τουρισμό, οφείλει να υπηρετεί τον τόπο και την ταυτότητά του. «Αυτό που λέμε αρχιτεκτονική για τον χώρο του τουρισμού, και όπως το βλέπω εγώ από τα μάτια του αρχιτέκτονα που δουλεύει και στο εξωτερικό και στην Ελλάδα, είναι ότι ο σεβασμός προς την τοπική αρχιτεκτονική αποτελεί παγκόσμια τάση. Δεν είναι ελληνική τάση. Αυτό που μας ζητείται συνήθως είναι συγκεκριμένο».
Περιγράφοντας τη διαδικασία σχεδιασμού σε αστικό περιβάλλον, ανέφερε: «Όταν πάμε να σχεδιάσουμε ένα ξενοδοχείο εντός ενός αστικού τοπίου, λαμβάνουμε υπόψη τον περιβάλλοντα χώρο, δηλαδή την αρχιτεκτονική που υπάρχει γύρω. Αν υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο κτίριο, εμπνεόμαστε από αυτό. Συνήθως παίρνουμε την ιστορία, την κουλτούρα, την αρχιτεκτονική, στοιχεία που αφορούν το κράτος και δη την Ελλάδα, για να μπορέσουμε να τα εφαρμόσουμε σε μία νέα αρχιτεκτονική».
Όταν το έργο βρίσκεται σε φυσικό τοπίο, η προσέγγιση αλλάζει: «Όταν έχουμε ένα ελεύθερο τοπίο, όπως ένα οικόπεδο με πολύ όμορφη φύση, τότε η φύση πρέπει να είναι ο πρωταγωνιστής. Ο ρόλος μας ως αρχιτέκτονες είναι να αφουγκραστούμε τον τόπο, να δούμε τις ομορφιές του, τα δέντρα, τη θέα, τον ήλιο, τον άνεμο, και να μπορέσουμε να επαναφέρουμε στον επισκέπτη του ξενοδοχείου το αρχικό όραμα εκείνου που αποφάσισε να επενδύσει στον συγκεκριμένο τόπο».
Η Ρία Βογιατζή ξεχώρισε δύο διαφορετικές αρχιτεκτονικές λογικές που συνυπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα: «Στην πραγματικότητα, αυτά τα δύο είναι δύο διαφορετικές μορφές αρχιτεκτονικής. Και οι δύο συνάδουν στην Ελλάδα. Στα νησιά, για παράδειγμα, εφαρμόζεται πολύ η έννοια του υπόσκαφου και του έντονα ενταγμένου στο τοπίο, που είναι εξαιρετικό παράδειγμα αρχιτεκτονικής με ρίζες στην τοπική παράδοση, ειδικά στις Κυκλάδες».
Στάθηκε ιδιαίτερα στη διάκριση μεταξύ παράδοσης και μίμησης: «Όταν εφαρμόζουμε παραδοσιακή αρχιτεκτονική, δεν πρέπει να γίνεται στείρα αντιγραφή. Ο επισκέπτης θέλει είτε την αυθεντικότητα είτε μια μοντέρνα μετάφραση της αρχιτεκτονικής που εκπροσωπεί το σήμερα, αλλά με απόλυτο σεβασμό στις αναλογίες, στην υλικότητα, στην αίσθηση».
Μοιράστηκε, δε, μια χαρακτηριστική εμπειρία από διεθνές έργο: «Κάποτε σχεδιάζαμε το Aman στην Κροατία και είχαμε μια συζήτηση με τον Adrian Zecha, τον ιδρυτή των Aman. Μας είπε: “Θέλω, όταν κάποιος πάει στην παλιά πόλη του Ντουμπρόβνικ και επιστρέψει στο ξενοδοχείο, να αισθανθεί ότι βρίσκεται στον ίδιο τόπο. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν θέλω να μοιάζει”. Άρα πρέπει να βρεις τον τρόπο, τις αναλογίες, πρέπει να το κάνεις σωστά. Εκεί βρίσκεται η εμπειρία, εκεί βρίσκεται το κλειδί στον τρόπο που σχεδιάζονται τελικά τα ξενοδοχεία μας».
Στη δική της τελική πρόταση, τοποθετήθηκε καθαρά υπέρ της αξιοποίησης του υφιστάμενου δομημένου περιβάλλοντος. «Αυτό που βλέπουμε στην Αθήνα, στην Αττική και στα νησιά είναι ότι πρέπει να υπάρχει προτεραιότητα στην εκμετάλλευση του υφιστάμενου οικοδομικού αποθέματος. Αν μιλάμε για βιωσιμότητα και προστασία του περιβάλλοντος, αυτό δεν μπορεί να γίνει αν ως προτεραιότητα έχουμε να χτίζουμε τα αδόμητα οικόπεδα, αντί να επαναχρησιμοποιούμε ακίνητα εγκαταλελειμμένα ή παλιά που μπορούν να ανακαινιστούν».
Η ίδια εξήγησε ότι αυτό αποτελεί και βασικό παράγοντα έλξης των επισκεπτών προς την Αθήνα: «Ένας λόγος που οι ξένοι έρχονται στην Αθήνα και λένε ότι είναι μια υπέροχη πόλη, ενώ εμείς την βλέπουμε άσχημη, είναι ότι έχει όλα αυτά τα διαφορετικά layers αρχιτεκτονικής και ιστορικότητας. Αυτό που ξενίζει είναι η κατά τόπους εγκατάλειψη». Κλείνοντας, πρόσθεσε: «Η προτεραιότητα πάντα είναι η προστασία της αρχιτεκτονικής, της παράδοσης, της αυθεντικότητας. Μόνο το παλιό είναι παλιό και ό,τι είναι καινούργιο πρέπει να φαίνεται ότι είναι καινούργιο, με σεβασμό στο παλιό».





