Η τουριστική σεζόν προχωρά ακάθεκτη και το ένα μετά το άλλο τα νησιά μας γεμίζουν όλο και περισσότερο. Τα κρουαζιερόπλοια πληθαίνουν καθημερινά, οι πτήσεις charter προσγειώνονται η μία μετά την άλλη, επισκέπτες από κάθε γωνιά της γης επιστρέφουν στα αγαπημένα τους «Greek islands» ή τα ανακαλύπτουν για πρώτη φορά, αλλά πάντα με ενθουσιασμό. Πρωταγωνίστρια για άλλη μια φορά η μυθική Σαντορίνη, το νησί του ηφαιστείου και του φαντασμαγορικού ηλιοβασιλέματος, βλέπει ήδη τα γραφικά της σοκάκια στα Φηρά και την Οία γεμάτα ταξιδιώτες που δηλώνουν μαγεμένοι από τη μοναδική ομορφιά του νησιού.

18

Και κάθε σούρουπο, αρκετή ώρα πριν αρχίσει το ταξίδι του ήλιου προς τη δύση πίσω από το ηφαίστειο, ταράτσες και σοκάκια γύρω από την οδό Νομικού, τον κεντρικό δρόμο της Οίας, πλημμυρίζουν από εκατοντάδες επισκέπτες για να παρακολουθήσουν το φημισμένο ηλιοβασίλεμα από υψόμετρο 120 μέτρων στο βορειότερο σημείο της καλντέρας. Συχνά το πλήθος είναι τόσο πυκνό κι ο συνωστισμός τέτοιος, που μόνο μέσα από τις οθόνες των προτεταμένων κινητών καταφέρνεις να πάρεις μια γεύση της πολυαναμενόμενης μαγευτικής στιγμής. Κι όμως, στην άλλη άκρη της καλντέρας, ένα παραδοσιακό χωριό με τη δική του προσωπικότητα και διατηρώντας τη γαλήνη και τους χαλαρούς τόνους του, ζει το περίφημο «ηλιοβασίλεμα της Σαντορίνης» με απόλυτη ηρεμία, σαν ένα μυστικό που αποκαλύπτεται σε όσους εκτιμούν την αυθεντικότητα.

Πρόκειται για τη Μεσαριά, μόλις 3,5χλμ. από τα Φηρά και πολύ κοντά στους κοσμοπολίτικους οικισμούς, αποτελώντας κόμβο εύκολης πρόσβασης στον αρχαιολογικό χώρο του Ακρωτηρίου, το αεροδρόμιο, το λιμάνι και τις περισσότερες παραλίες του νησιού. Κι όμως, περιτριγυρισμένη από τη μεγαλύτερη έκταση του σαντορινιού αμπελώνα, με τα στενά ανηφορικά καλντερίμια, τους πολυάριθμους τρούλους εκκλησιών που ξεπροβάλλουν ανάμεσα στα λευκά και στο χρώμα της ώχρας σπίτια, με τις παλιές κάναβες και την ιδιαίτερη ιστορία της, η Μεσαριά δεν φαίνεται διατεθειμένη ν΄ απαρνηθεί τη γνήσια ατμόσφαιρα που διατηρεί για χάρη της τουριστικής ανάπτυξης.

Η περιήγηση στο χωριό που πρωτοαναφέρεται σε γραπτές πηγές του 17ου αιώνα, είναι γεμάτη αποκαλύψεις για το όχι και τόσο μακρινό παρελθόν και το σημαντικό ρόλο που έπαιξε η Μεσαριά στη νεότερη ιστορία της Σαντορίνης. Ο ανασκαμμένος οικισμός, ουσιαστικά υπόσκαφος μέσα στην κοιλάδα της περιοχής, δημιουργεί ένα γοητευτικό λαβύρινθο, που αν και αρχικά δεν γίνεται αντιληπτός, όσο ανηφορίζεις τόσο σε καλεί να χαθείς ανάμεσα σε λουλουδιασμένες, περιτοιχισμένες αυλές, να σκαρφαλώσεις σε ταράτσες που βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο με περίτεχνους μπλε τρούλους ναών, να ξεχωρίσεις μια έντονα χρωματισμένη πόρτα για να ξέρεις από που πέρασες, να φτάσεις στον ερειπωμένο κορμό του παλιού ανεμόμυλου για να απολαύσεις τη θέα, που ειδικά την ώρα του ηλιοβασιλέματος κάνει τόσο εύκολο το να αδειάσει το μυαλό από κάθε σκέψη κι απλά να χαθεί το βλέμμα στα μενεξεδιά χρώματα του ορίζοντα της Σαντορίνης. Χωρίς πλήθη, χωρίς ασταμάτητα «κλικ» φωτογραφικών μηχανών, χωρίς πόζες για φωτογραφίες.

Πέρα από τα χαρακτηριστικά κυκλαδίτικα σπίτια και τους διαδοχικούς ναούς -αναζητήστε τη μεγαλοπρεπή σιλουέτα του πολιούχου της Μεσαριάς Αγίου Δημητρίου με την εν μέρη καλυμμένη από ηφαιστειακή πέτρα πρόσοψη και το περίτεχνο καμπαναριό-, έκπληξη προκαλούν και τα παλιά αρχοντικά που συναντά κανείς στη Μεσαριά. Είναι αυτά που συνέβαλαν στον ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό χαρακτήρα του χωριού, όταν τον 19ο αιώνα αποτελούσε σημαντικό βιομηχανικό κέντρο της Θήρας. Εδώ λειτουργούσε εξάλλου η πλεκτοβιομηχανία Μαρκεζίνη, που όμως όπως και το οικογενειακό αρχοντικό ή το αρχοντικό Σαλίβερου δεν σώζονται σε καλή κατάσταση. Ωστόσο, ένα εντυπωσιακό αρχοντικό του 1888, αναστηλωμένο και επισκέψιμο, αποτελεί μια ανοιχτή πύλη στην εποχή της μεγάλης εμπορικής ακμής και κοινωνικής αίγλης της Μεσαριάς, και μαζί με τις παρακάτω εμπειρίες μας δίνουν κάθε λόγο να αφιερώσουμε μια μέρα σε μια ακόμη άγνωστη αλλά συναρπαστική πλευρά της Σαντορίνης.

Αρχοντικό Γεωργίου Αργυρού

Οι πιο ονομαστοί Σαντορινιοί τεχνίτες, με εμπειρία στο χτίσιμο σημαντικών νεοκλασικών μεγάρων στην Αθήνα, μετέφεραν όλη την τεχνογνωσία και την αισθητική της εποχής πίσω στο νησί τους και την υλοποίησαν στην αξιοθαύμαστη αρχοντική κατοικία του Γεωργίου Αργυρού, ο οποίος δραστηριοποιούταν στους τομείς της καλλιέργειας, της οινοποίησης και της εμπορίας των ήδη διάσημων κρασιών της Σαντορίνης. Μαρμαροστόλιστο, διακοσμημένο με ακροκέραμα, με διαδοχικές καμάρες και ενσωματωμένες ιωνικές κολώνες στην πρόσοψη, με σφυρήλατα μπαλκόνια και βεράντες που επέβλεπαν το χωριό, έφερε ανάγλυφο στην πρόσοψη το όνομα του ιδιοκτήτη διαμέσου φύλλων αμπέλου και αποτελούσε στολίδι για όλο το νησί. Με τον καταστρεπτικό σεισμό του 1956 να γκρεμίζει ένα μέρος του κτηρίου και το αρχοντικό να παραμένει μεν στην οικογένεια αλλά ακατοίκητο για 35 χρόνια, κηρύσσεται διατηρητέο το 1985 από το Υπουργείο Πολιτισμού ως «αξιόλογο δείγμα αρχιτεκτονικής της εποχής του», παίρνει το σημερινό του όνομα «Αρχοντικό Αργυρού» και δύο χρόνια μετά ξεκινούν εργασίες αναστήλωσης.

Από το 1994 και υπό τη διαχείριση της τέταρτης γενιάς της οικογένειας, πιστό στην αυθεντική του μορφή, με αποκατεστημένες τις θαυμάσιες οροφογραφίες του σαλονιού που απεικονίζουν τέσσερις σπουδαίους αρχαίους Έλληνες, με τα έπιπλα-κειμήλια που είχαν φυλαχθεί και συντηρηθεί, με το παλιό πιάνο και τον ξυλόγλυπτο ρωσικό μπουφέ στη θέση τους και με το γραφείο του ιδιοκτήτη άθικτο, σαν μόλις να έχει σηκωθεί απ΄ αυτό, μοιάζει έτοιμο για μια ακόμη πολυπληθή βεγγέρα της οικογένειας Αργυρού. Και κυρίως μας ταξιδεύει σε μια μοναδική πτυχή της ζωής στη Θήρα που δεν βρίσκουμε αλλού σε ολόκληρο το νησί, κάνοντάς μας κοινωνούς στις συνήθειες και την καθημερινότητα του 19ου αιώνα μιας από τις επιφανέστερες σαντορινιές οικογένειες.

MATI Mesaria

Ένα ακόμη ιστορικό κτίσμα της Μεσαριάς, αυτή τη φορά μια κάναβα -όπως αποκαλούνται στη Θήρα οι παλιές οιναποθήκες και οι μεγάλοι κλειστοί χώροι που χρησιμοποιούνταν για ποικίλες δραστηριότητες σχετικές με την οινοποίηση-, διάλεξε για να στεγάσει το καλλιτεχνικό του όραμα ένας βαθιά ανθρώπινος καλλιτέχνης με ιδιαίτερη αγάπη για τη Σαντορίνη, ο καταξιωμένος εικαστικός Γιώργος Κυπρής. Μόλις ένα χρόνο πριν εγκαινιάστηκε η εντυπωσιακά ανακαινισμένη παλιά κάναβα στην οποία εμφύσησε νέα ζωή, μεταμορφώνοντάς τη με προσωπική επίβλεψη σε έναν χώρο δημιουργίας και καλλιτεχνικής έκφρασης, που πλέον αποτελεί σημείο αναφοράς για τη Σαντορίνη. Πάνω από τρεις δεκαετίες μετά την πρώτη του σύνδεση με το νησί και το άνοιγμα της γκαλερί MATI Fira, που αποτελεί μια «ανάσα» αυθεντικής καλλιτεχνικής έκφρασης και ορόσημο σε ένα από τα πιο πολυσύχναστα σημεία των Κυκλάδων, τον κεντρικό δρόμο των Φηρών, χρειάστηκαν 5 χρόνια επίπονης δουλειάς ώσπου η πετρόκτιστη κάναβα να μετατραπεί σε ένα μαγικό εικαστικό σύμπαν, «ένα παρατηρητήριο για την τέχνη, την ποιότητα και την ομορφιά» της Σαντορίνης, όπως ο ίδιος ο Γ. Κυπρής αποκαλεί το ΜΑΤΙ Mesaria. 

Φθάνοντας ο επισκέπτης στο εντυπωσιακά φωτισμένο πέτρινο κτίσμα, νοιώθει την ψυχή, την ενέργεια και τον παλμό του χώρου, αλλά και την προσωπική επένδυση του καλλιτέχνη, του οποίου τη σφραγίδα φέρει κάθε σπιθαμή κι όχι μόνο τα έργα. Τα οποία έργα προέρχονται από τους σημαντικότερους κύκλους του συνόλου της καλλιτεχνικής του πορείας και απλώνονται όχι μόνο στις θολωτές αίθουσες, αλλά και στον κήπο με τα στάχυα που ο ίδιος φύτεψε, ανάμεσα σε ελιές και συκιές, μπροστά από τις επιβλητικές κολώνες της αυλής, αλλάζοντας κάθε φορά όψη ανάλογα με τον τρόπο που ο ήλιος τα φωτίζει και δικαιώνοντας την επιλογή του Γ. Κυπρή να στεγάσει τις ακατάπαυστες δημιουργικές του περιπέτειες και την εικαστική του κατάθεση, σε μια πιο ανέγγιχτη από τον τουρισμό πλευρά του νησιού.

Canava Santorini

Από κάναβα σε κάναβα φτάνουμε στην περιοχή Βλαχιά, όπου η Μεσαριά μάς επιφυλάσσει άλλη μια έκπληξη: πέρα από τις παγκόσμιου φήμης οινικές ποικιλίες του σαντορινιού αμπελώνα, στο νησί αποστάζεται και εξαιρετικό ούζο, με τις σταφίδες του Ασύρτικου μάλιστα να του προσδίδουν μια ευχάριστη φυσική γλυκύτητα. Στα μυστικά του μας μυεί ο κ. Λουκάς Λιγνός σε ένα χώρο εξαιρετικά διαμορφωμένο ώστε να θυμίζει παλιά κάναβα, όπου πολύ κοντά στο εν λειτουργία αποστακτήριο ξεδιπλώνεται το αφήγημα του ούζου Σαντορίνης Canava. Ο ίδιος έμαθε και αγάπησε την τέχνη της απόσταξης από τον πατέρα του Ευάγγελο, εκείνος δε, δουλεύοντας στα βαπόρια από 14 ετών, ανακαλύπτει ως έφηβος τα μυστικά του ούζου από έναν Κωνσταντινοπολίτη ποτοποιό, ξεμπαρκάροντας πιάνει δουλειά σε ένα από τα τρία οινοπνευματοποιεία της Σαντορίνης και τα υπόλοιπα ανήκουν στην ιστορία. Η οποία, με απαρχή το 1974 ζωντανεύει μπροστά μας σε μια σειρά διαδοχικών χωρών με τρόπο λεπτομερή και πραγματικά συναρπαστικό.

Στο ισόγειο της κάναβας έχουμε και πάλι τη δυνατότητα να μεταφερθούμε εντός μιας νησιωτικής κατοικίας, της μεσαίας τάξης αυτή τη φορά, ενώ στο υπόγειο ξεκινώντας από την αναπαράσταση ενός παραδοσιακού καφενείου, ανακαλύπτουμε μέσω των διαδοχικών θολωτών χώρων ένα οινοποιείο του τέλους του προηγούμενου αιώνα, με το καναβόσπιτο, το λινό, το πατητήρι, τους άμβυκες, τα ξύλινα βαρέλια στις αποθήκες. Θυμίζοντας ένα καλοστημένο λαογραφικό μουσείο, αναπαρίσταται με εντυπωσιακή πιστότητα ένα παλιό παντοπωλείο, με συσκευασίες και προϊόντα που ξυπνούν μνήμες στους μεγαλύτερους και θυμίζουν ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες στους νεότερους, με το τεφτέρι του παντοπώλη ανοιχτό και την ποδιά του κρεμασμένη, με τα τραπέζια έτοιμα για μια παρτίδα τάβλι ή ξερής. Μην παραλείψετε να περάσετε από το πωλητήριο, στημένο σαν πιο σύγχρονο παντοπωλείο, για να δοκιμάσετε εκτός από ούζο, τα αρωματικά λικέρ: φραγκόσυκο από φρούτα του νησιού και τον πρωτότυπο συνδυασμό καφές-ούζο.

Οι νόστιμοι μεζέδες

Ούζο και μεζέδες πηγαίνουν πάντα μαζί και τα μεζεδοπωλεία της Μεσαριάς μας δίνουν έναν ακόμη λόγο να μείνουμε στο χωριό για πιάτα φρεσκομαγειρεμένα σε λογικές τιμές -πράγμα καθόλου δεδομένο σε τόσο τουριστικούς προορισμούς-, και παρεϊστικη, απροσποίητη ατμόσφαιρα. Το «Πεντοζάλη», ένα κρητικό καφενείο-ρακάδικο, με τα έντονα χρώματα, τις παλιές φωτογραφίες και την αυθεντική μουσική από τη Μεγαλόνησο, μας διακτινίζει για λίγο στην Κρήτη, αλλά η χαριτωμένη αυλή με τη θέα στο ερειπωμένο αρχοντικό Σαλίβερου μάς επαναφέρει στη Μεσαριά και την ιστορία της. Κρητικός ο ιδιοκτήτης κ. Γιώργος, φέρνει από τον τόπο του την πιο διαλεχτή πρώτη ύλη και τα τραπέζια γεμίζουν με σπιτικούς μεζέδες, ο ένας νοστιμότερος από τον άλλο: μαυρομάτικα με σπανάκι, η signature ρεβυθάδα με ξινόχοντρο, χοιρινό με σέλινο ή αγκινάρες, ομελέτα με σύγκλινο και γραβιέρα, ντάκος με ολόφρεσκη ξινομυζήθρα, αρνί τσιαγαριαστό, καπνιστά αλλαντικά από τον Κασάκη στο Ηράκλειο, χοχλιοί στιφάδο και βέβαια ρακή που ρέει άφθονη ή μπίρα από την τοπική ζυθοποιία.

Ιδιαίτερα αξιόλογο και το ουζερί «Τα ποστάλια του Αιγαίου», μια καρποσταλική εικόνα κυανόλευκων τόνων και ναυτικών μοτίβων με μενού που ικανοποιεί εξίσου κρεατοφάγους και όσους αναζητούν θαλασσινές γεύσεις. Οι μεν θα ευχαριστηθούν εξοχικό στη λαδόκολλα, μπεκρή μεζέ και τη σπεσιαλιτέ τηγανιά με συκώτι, οι δε θα απολαύσουν ξιδάτο χταπόδι, μύδια αχνιστά και σκουμπρί καπνιστό μεταξύ άλλων. Θα συνοδεύσετε με αφράτα τυροπιτάρια και νόστιμο τηγανόψωμο κι αν μάλιστα βρεθείτε εδώ Πέμπτη ή Σάββατο, θα δείτε το κέφι να απογειώνεται με ζωντανή μουσική.

Διαβάστε ακόμα:

Πύργος Σαντορίνης: Ένας λαβύρινθος κυανόλευκων τόνων αφηγείται ιστορίες για πειρατές

Μαγειρεύοντας γιαπράκια σε μια αυθεντική κουζίνα της Σαντορίνης

Αποστολή του Travel.gr στη Σαντορίνη -Εξερευνώντας το Μεγαλοχώρι, την αυθεντική πλευρά του νησιού