Οι άνθρωποι ταξίδευαν πάντα. Ή πιο σωστά μετακινούνταν διαρκώς επάνω στον πλανήτη Γη, ο οποίος δεν υπήρξε πάντοτε ιδιαίτερα φιλόξενος προς όλα τα είδη που «στέγαζε». Η διαρκής μετακίνηση προς πιο «φιλικούς» τόπους, ωστόσο, ήταν ο λόγος που το ανθρώπινο είδος κατάφερε να επιβιώσει στα δύσκολα (υψηλές θερμοκρασίες, πλημμύρες κ.ά.) και έπειτα σιγά-σιγά να αρχίσει να δημιουργεί κοινότητες και οικισμούς, να εξημερώνει ζώα, να φτιάχνει εργαλεία, να εξελίσσεται.

21

Οι μετακινήσεις εκείνες, όμως, αλλά και όλες όσες ακολούθησαν τους επόμενους πολλούς αιώνες είχαν συνήθως έναν σκοπό που συνδεόταν αρχικά με την επιβίωση, έπειτα με την κυριάρχηση και πολύ αργότερα και από πολύ λιγότερους με την παρατήρηση και την έρευνα.

«Ο Ηρόδοτος διηγείται στο πρώτο βιβλίο της ιστορίας του πως ο Σόλωνας, αφού υποχρέωσε τους Αθηναίους με όρκο να κρατήσουν για δέκα χρόνια τους περίφημους νόμους του χωρίς να τους διαφοροποιήσουν, έφυγε από την Αθήνα το ίδιο διάστημα και έκανε ταξίδια σε μακρινές χώρες. Πήγε στην Αίγυπτο στον βασιλιά Άμασι και ύστερα έφτασε στις Σάρδεις, όπου τον φιλοξένησε ο περιλάλητος βασιλιάς της Λυδίας, ο Κροίσος. Στη συνέχεια μάς ιστορεί μια περίφημη συνομιλία του σοφού Αθηναίου με τον Ασιάτη βασιλιά· ο Κροίσος άρχισε τη συζήτηση μ’ αυτά τα λόγια: «Ξένε Αθηναίε, μεγάλη είναι η φήμη που έφτασε ως εμάς και για τη σοφία σου και για τα ταξίδια σου, πως αγαπώντας τη μάθηση γύρισες χώρες πολλές μόνο και μόνο για να τις δεις», γράφει ο Μανώλης Ανδρόνικος στο βιβλίο του «Παιδεία ή Υπνοπαιδεία» (1976), ενώ όπως διαβάζουμε σε άρθρο του καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας, κ. Μιχάλη Τιβέριου: στην αρχαία Ελλάδα οι άνθρωποι ταξίδευαν για λόγους υγείας, επαγγελματικούς ή θρησκευτικούς, αλλά και για να παρακολουθήσουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αυτοί όμως που καθιέρωσαν πρώτοι τις διακοπές για ξεκούραση ήταν οι αρχαίοι Ρωμαίοι, με τους πλουσιότερους εξ αυτών να διαθέτουν περισσότερες από μια εξοχικές κατοικίες, ώστε να μην πλήττουν ταξιδεύοντας συνέχεια στα ίδια μέρη.

Λήμμα στα λεξικά

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, χρειάστηκε να περάσουν πολλοί πολλοί αιώνες μέχρι να διαβάσουμε τη λέξη «τουρίστας» στα λεξικά, η πρώτη εμφάνιση της οποίας μάς πηγαίνει πίσω στα 1800, ενώ η λέξη «τουρισμός» εμφανίζεται το 1811. Για περισσότερα από 150 χρόνια, πάντως, ο τουρισμός, παρόλο που εμφανίστηκε ως έννοια, δεν φαίνεται να απασχόλησε ιδιαίτερα ιστορικούς και μελετητές. Πράγματι, μόλις το 1963 πραγματοποιήθηκε στη Ρώμη η συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τον Τουρισμό και τα διεθνή ταξίδια, που ορίζει ως επισκέπτη «κάθε άτομο το οποίο μετακινείται σε μια άλλη χώρα, διαφορετική από κείνη της μόνιμης κατοικίας του, για οποιονδήποτε λόγο εκτός από εκείνον της άσκησης αμειβομένου επαγγέλματος».

Όταν λέμε τουρισμός, λοιπόν, εννοούμε το να ταξιδεύεις για τη χαρά και την προσωπική απόλαυση του ταξιδιού. Μπορεί, λοιπόν, η «αναγκαστική» περιήγηση του ομηρικού Οδυσσέα να αποτελεί διαχρονική πηγή έμπνευσης των ταξιδιωτών από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας, το ταξίδι ως αυτοσκοπός, ωστόσο, (με εξαίρεση, όπως είδαμε, τους καλοζωιστές Ρωμαίους) ήταν έννοια άγνωστη μέχρι τον 18ο αιώνα. Στο σημείο αυτό αξίζει μια ιδιαίτερη αναφορά στον πρώτο μυθιστορηματικό ήρωα που ταξίδεψε για την αξία και τη χαρά του ίδιου του ταξιδιού, τον Φιλέα Φογκ· τον Άγγλο αριστοκράτη-ήρωα του Γάλλου συγγραφέα Ιούλιου Βερν που το 1872 εξέδωσε το διάσημο έργο «Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες»:
«Στην Αγγλία του 1872, πλούσιοι ήταν όσοι είχαν πολλές λίρες, πολλούς υπηρέτες και πολύ χρόνο να συχνάζουν σε λέσχες όπως η λέσχη Ριφόρμ όπου περνούσε τη μέρα του ο Φιλέας Φογκ. Όμως ο ίδιος είχε άλλη γνώμη. Πίστευε πως πλούσιος είναι όποιος έχει ταξιδέψει πιο πολύ και έχει τις πιο πολλές εμπειρίες!», διαβάζουμε στην απόδοση του έργου του Βερν από τον Αντώνη Παπαθεοδούλου για τη σειρά «Μικρά ταξίδια με τη φαντασία του Ιούλιου Βερν» των εκδόσεων Παπαδόπουλος.

Ευρωπαίοι ρομαντικοί, οι πρώτοι σύγχρονοι τουρίστες

Πώς όμως αναπτύχθηκε ο τουρισμός, όπως τον ορίζουμε σήμερα, ως τη βιομηχανία εκείνη, δηλαδή, η συνεισφορά της οποίας στο παγκόσμιο ΑΕΠ άγγιξε το 2017 τα 8,3 τρισ. δολάρια;

Μελετώντας τη «Θεωρία του Τουρισμού» του Γερμανού θεωρητικού Hans Magnus Enzensberger, μαθαίνουμε ότι το ταξίδι άρχισε να αλλάζει αξία και σκοπό την περίοδο που στη Δυτική Ευρώπη αναπτύχθηκε το καλλιτεχνικό κίνημα του Ρομαντισμού. Γράφει ο ίδιος ότι οι ρίζες του μοντέρνου τουρισμού βρίσκονται στον αγγλικό, γαλλικό και γερμανικό Ρομαντισμό. Στο φαντασιακό διανοούμενων και καλλιτεχνών της εποχής, το ταξίδι έγινε συνώνυμο της ελευθερίας, παρέχοντας τη δυνατότητα διαφυγής από έναν κόσμο που κινδύνευε να χαθεί δια παντός από την εν εξελίξει εκβιομηχάνηση και τις επικείμενες πολιτικές ανατροπές. Ασφαλώς, η δυνατότητα για διαφυγή μέσα από το ταξίδι, εκείνη ειδικά την εποχή, ήταν προνόμιο αυστηρά της αστικής τάξης· μια εκπεφρασμένη ανάγκη της να ξεφύγει από τον περίκλειστο κόσμο που εκείνη είχε δημιουργήσει, να ταξιδέψει σε τόπους ανόθευτους, επενδύοντας πάνω απ’ όλα στα δυνατά συναισθήματα και τις πρωτόγνωρες εμπειρίες που αυτά τα μέρη θα τους χάριζαν.

Η περίοδος των ταξιδιών για τους λίγους και προνομιούχους ρομαντικούς αυτού του κόσμου, ωστόσο, δεν κράτησε για πολύ. Καθώς η Βιομηχανική Επανάσταση συνοδεύτηκε με την ανάπτυξη των σιδηροδρομικών δικτύων, δεν άργησε να δοθεί η δυνατότητα σε όλο και πιο πολλούς ανθρώπους να μετακινούνται περισσότερο, γρηγορότερα και ευκολότερα.

«Η ανάπτυξη του τουρισμού πηγαίνει χέρι-χέρι με την εκβιομηχάνιση της κοινωνίας», σημειώνει ο Enzensberger και αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι οι πρώτοι τουρίστες που καταγράφονται ήδη από τα μέσα προς τέλη του 19ου αιώνα είναι οι Άγγλοι, απ’ όπου και ξεκίνησε η Βιομηχανική Επανάσταση. Υπάρχουν μάλιστα στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία οι Άγγλοι που ταξίδεψαν ανά την Ευρώπη εκείνα τα χρόνια άγγιξαν τις 40.000. Τα δε ταξίδια τους διαρκούσαν μήνες και σε ορισμένες περιπτώσεις ολόκληρα χρόνια.

Τζον Κήτς, Πέρσυ Μπυς Σέλεϋ και ο γνωστός στα καθ’ ημάς Λόρδος Βύρωνας – Άγγλοι ρομαντικοί ποιητές επιβεβαιώνουν τη μανία των Άγγλων για τα ταξίδια, με τον τελευταίο να συνιστά το αρχέτυπο του μοντέρνου τουρίστα, όπως επισημαίνει ο Enzensberger. Και μπορεί ο Λόρδος Βύρωνας να ήρθε, να έμεινε, να αγάπησε και να πέθανε στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στο Μεσολόγγι στις 19 Απριλίου του 1824, αφιερώνοντας ορισμένα από τα ωραιότερα ποιήματά του στην ελληνική γη και στα ελληνικά νησιά, για την ιστορία του τουρισμού, όμως, πρέπει να αναφέρουμε ότι ο πρώτος τουριστικός προορισμός που αναγνωρίστηκε και αναπτύχθηκε ως τέτοιος ήταν η Ελβετία, και μάλιστα οι Άλπεις, οι οποίες πολύ γρήγορα άρχισαν να κατακλύζονται από Άγγλους ευγενείς και αριστοκράτες αρχικά· δημόσιους λειτουργούς, βιοτέχνες, επιχειρηματίες, γιατρούς και όλους όσοι ανήκαν στην αστική τάξη στη συνέχεια.

Σεντ Μόριτζ, ένας προορισμός 165 ετών

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ιστορία του Σεντ Μόριτζ, όπου αρχικά -περί τα μέσα του 19ου αιώνα- ήταν γνωστό για τις θερμές πηγές του και κάθε καλοκαίρι συγκέντρωνε ουκ ολίγους πλούσιους -τι άλλο;- Άγγλους. Εδώ άνοιξε το 1856 το πρώτο ξενοδοχείο της περιοχής, ονόματι Kulm, από έναν ιδιαίτερα έξυπνο και δραστήριο επιχειρηματία, τον Johannes Badrutt. Ο τελευταίος, θέλοντας να πετύχει δωδεκάμηνο τουρισμό στον τόπο του, πρότεινε σε όσους πελάτες του ήθελαν να παραμείνουν στο αλπικό χωριό και στη διάρκεια του χειμώνα να φιλοξενηθούν στο ξενοδοχείο του δωρεάν. Πράγματι, δεν ήταν λίγοι οι Άγγλοι που έμειναν από τον Δεκέμβριο μέχρι τον Μάρτιο, απολαμβάνοντας τη θέα της τεράστιας παγωμένης λίμνης, το παιχνίδι στα χιόνια, αλλά και τις πάμπολλες ηλιόλουστες μέρες στα 1.822 υψόμετρο που χαρακτηρίζουν το Σεντ Μόριτζ, καθιστώντας το έπειτα ως τον πρώτο χειμερινό προορισμό της Ευρώπης.

Τουρισμός για όλους

Σύντομα, πάντως, με την εκβιομηχάνιση των ευρωπαϊκών κοινωνιών που είχε ως απόρροια, μεταξύ άλλων, την ανάπτυξη του εργατικού κινήματος, το ταξίδι έπαψε να θεωρείται δικαίωμα των λίγων προνομιούχων αυτού του κόσμου και η δυνατότητα για διακοπές έγινε πάγιο αίτημα των πολλών, κατέχοντας μια θέση ανάμεσα στα άλλα αιτήματα των εργατών.

Ήδη από τα 1836 οι ταξιδιωτικοί οδηγοί του Murray, ονόματι «Red Book» καθοδηγούσαν τους επικείμενους τουρίστες σε προκαθορισμένους προορισμούς, ενώ με την ίδρυση των πρώτων ταξιδιωτικών πρακτορείων οι επιλογές των επικείμενων τουριστών ήταν αποκλειστικά σχεδόν κατευθυνόμενες. Εδώ αξίζει ιδιαίτερη μνεία στον Τόμας Κουκ, τον πρώτο διοργανωτή ομαδικών ταξιδιών με ταυτόχρονη ξενάγηση, ο οποίος ίδρυσε την εταιρεία του στις 5 Ιουλίου 1841(!), μια εταιρεία που άλλαξε μεν χέρια, αλλά υπήρξε καθοριστική στη διαμόρφωση των τάσεων της παγκόσμιας τουριστικής βιομηχανίας μέχρι την προ διετίας πτώχευσή της – για 178 χρόνια δηλαδή!

Οι πρώτοι τουρίστες στην Ελλάδα

Αν και οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1896 θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως μία πρώτη απόπειρα ανοίγματος της Αθήνας στα διεθνή δίκτυα και παρόλο που με την ίδρυση του «Γραφείου Ξένων και Εκθέσεων» το 1914 και του ΕΟΤ το 1929 είχε διαφανεί η επιθυμία του Ελευθερίου Βενιζέλου να αναπτυχθεί ο τουρισμός, στην Ελλάδα μπορούμε να μιλάμε για τουρισμό από τη δεκαετία του ’50 και μετά.

Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, το 1950 οι τουρίστες που κατέφθασαν στην Ελλάδα ήταν μόλις 33.300, ενώ ο τουρισμός άρχισε να προσλαμβάνει μαζικό χαρακτήρα μετά την πρώτη μεταπολεμική περίοδο και ιδίως από τη δεκαετία του ’60, οπότε το τοπίο αλλάζει άρδην και η αύξηση των αφίξεων, σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία, φτάνει το 1.098% (399.400).

Μεταξύ 1967 και 1991, το πρότυπο του μαζικού τουρισμού έχει αρχίσει να επικρατεί: μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, αλλά και μονάδες τυποποιημένων τουριστικών προϊόντων κάνουν την εμφάνισή τους στις αρχές της περιόδου, ενώ στα επόμενα χρόνια εισάγονται σταδιακά συστήματα μάνατζμεντ, μάρκετινγκ και πληροφορικής και το προσωπικό εκπαιδεύεται.

Η ανάπτυξη του κλάδου γίνεται εμφανής και στατιστικά: το 1970, οι αφίξεις τουριστών στην Ελλάδα έχουν ξεπεράσει το 1,6 εκατ. (+302,87% σε σχέση με το 1960) και το 1980 φτάνουν πλέον στα 5,2 εκατ. (+227,56%, σε σχέση με το 1970), πριν διαμορφωθούν στα 8,87 εκατ. το 1990, στα 13 εκατ. το 2000, ενώ το 2019 έκλεισε με περισσότερες από 31 εκατ. αφίξεις σε όλη τη χώρα. Η συνέχεια είναι λίγο έως πολύ γνωστή.

Βιβλιογραφία

Hans Magnus Enzensberger, «A Theory of Tourism» (1958) (https://www.jstor.org/stable/3108667)
Μανώλης Ανδρόνικος, Παιδεία ή Υπνοπαιδεία, εκδόσεις Ίκαρος (1976)
Κώστας Χρ. Κατσιγιάννης, «Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού. Ταξίδι στο χρόνο», ιδιωτική έκδοση (Αθήνα 2017)
Μιχάλης Τιβέριος, «Όψεις του αρχαίου ελληνικού κόσμου», εκδόσεις Πατάκης (2007)

Πηγές

Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), sete.gr
Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΞΕΕ), grhotels.gr