Αφήσαμε το αυτοκίνητο στην είσοδο του Λαύκου, εκεί ακριβώς όπου αρχίζει η μαγεία. Πενήντα χιλιόμετρα από τον Βόλο, σε υψόμετρο 310 μέτρων, το χωριό κρέμεται σαν πίνακας ζωγραφικής πάνω από τον Παγασητικό Κόλπο. Τα πλακόστρωτα καλντερίμια μας καλούσαν σε έναν περίπατο προς το παρελθόν.

25

Η Ελένη Ψυχούλη, η συνταξιδιώτισσά μας, άρχισε να μοιράζεται ιστορίες από τα πρώτα κιόλας βήματα μας. «Το καφενείο του Φορλίδα», μας είπε καθώς προχωρούσαμε ανάμεσα στα πέτρινα αρχοντικά με τις κόκκινες κεραμοσκεπές, «δεν είναι μόνο μνημείο του παρελθόντος. Είναι ένας ζωντανός οργανισμός που αναπνέει εδώ και δυόμισι αιώνες».

Το τοπίο γύρω μας ήταν μια σύνθεση ονείρου και πραγματικότητας. Οι πετρόκτιστες βρύσες, τα σκιερά πλατάνια, η μεγάλη πλατεία που σε λίγο θα μας υποδεχόταν -όλα φαίνονταν να αφηγούνται ιστορίες από άλλες εποχές. Η Ελένη συνέχισε: «Εδώ, από το 1785, επτά γενιές της οικογένειας Φορλίδα έχουν κρατήσει αναμμένη τη φλόγα της παράδοσης. Μόνο η πανδημία κατάφερε να το κλείσει προσωρινά, κάτι που δεν είχε συμβεί ούτε κατά τη διάρκεια των πολέμων».

Η συνάντηση με τη ζωντανή ιστορία

Λίγα μέτρα πιο πέρα, το καφενείο του Φορλίδα μας περίμενε σαν παλιός φίλος. Πριν καν περάσω το κατώφλι, η αίσθηση του χρόνου άλλαξε. Εδώ, στο παλαιότερο καφενείο της Ελλάδας που λειτουργεί αδιάκοπα από το 1785, ο χρόνος ρέει όπως ο καφές στο μπρίκι.

Το 1785. Προσπαθώ να φανταστώ την Ελλάδα εκείνης της εποχής: η Οθωμανική Αυτοκρατορία στο αποκορύφωμά της, η Ευρώπη στα πρόθυρα μεγάλων αλλαγών, οι ιδέες του Διαφωτισμού να αρχίζουν να ταξιδεύουν. Και εδώ, στον απομονωμένο Λαύκο, ένα καφενείο ανοίγει τις πόρτες του. Δεν το ξέρω, αλλά πιστεύω ότι αυτό το καφενείο έχει δει περισσότερη ιστορία από πολλά μουσεία.

Συναντήσαμε τον κύριο Μανώλη, τον ιδιοκτήτη του καφενείο, τελευταίο της οικογένειας που διατηρεί ζωντανή την παράδοση. Στα μάτια του διαβάζω ιστορίες, αιώνες προσαρμογής και αντίστασης. Μοιάζει να είναι ο φύλακας μιας παράδοσης, ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν.

Η νέα γενιά και η συνέχεια της παράδοσης

Τα δύο του εγγόνια, ο Μανώλης, που φέρει το ίδιο όνομα με τον παππού του, συνεχίζοντας μια οικογενειακή παράδοση, και η αδερφή του, η Μιράντα, που σπουδάζει ηθοποιός, μας υποδέχτηκαν με τη ζωντάνια της νεότητας. Υπάρχει κάτι όμορφο στο να βλέπεις πώς η νέα γενιά αγκαλιάζει την κληρονομιά της χωρίς να θυσιάζει τα όνειρά της.

Ο νεαρός Μανώλης εργάζεται στο καφενείο, αλλά δεν το κάνει από υποχρέωση, το κάνει από αγάπη. Η αδερφή του ακολουθεί το πάθος της για το θέατρο, αλλά παραμένει συνδεδεμένη με τις ρίζες της. Αυτό είναι το μυστικό της επιβίωσης τέτοιων τόπων: η ισορροπία ανάμεσα στη διατήρηση και την εξέλιξη.

Οι σιωπηλοί μάρτυρες της ιστορίας

Μέσα στο καφενείο, οι φιγούρες του Καραγκιόζη φαίνεται να παρακολουθούν τις συνομιλίες από τους τοίχους. Υπάρχει κάτι μαγικό σε αυτή την παρουσία –λες και οι χαρακτήρες του θεάτρου σκιών συνεχίζουν να ζουν εδώ, αναμμένοι από τις ιστορίες που ακούνε κάθε μέρα. Ο κύριος Μανώλης αφηγείται την ιστορία του χώρου με τη φυσικότητα κάποιου που έχει ζήσει μέσα σε αυτήν την ιστορία. Μας μιλά για τις γενιές που πέρασαν από εδώ, για τις αλλαγές που είδε, για τις παραδόσεις που κράτησε ζωντανές. Και, βέβαια, μας αναφέρει τις σπουδαίες προσωπικότητες που απόλαυσαν τον καφέ τους κάτω από τον ψηλό πλάτανο. Μεταξύ άλλων και ο Παπαδιαμάντης και ο Κώστας Βάρναλης.

Η παρουσία των μεγάλων

Φαντάζομαι τον μεγάλο συγγραφέα της Σκιάθου να κάθεται σε αυτή ακριβώς τη θέση, να παρατηρεί τη ζωή του χωριού, να συλλέγει εντυπώσεις που ίσως μετέτρεπε σε λογοτεχνία. Φαντάζομαι τον Βάρναλη να συζητά για την ποίηση, τη φιλοσοφία, τα οράματά του για την Ελλάδα. Αυτές οι εικόνες είναι η ζωντανή μνήμη του τόπου.

«Ο Παπαδιαμάντης», μας εξηγεί ο κύριος Μανώλης, «είχε την αγαπημένη του γωνιά στο βάθος του καφενείου. Τον ήξεραν όλοι στο χωριό ως το “καλογεροπαίδι”. Κάθε φορά που ταξίδευε για να επισκεφθεί τα αδέρφια του στην Πορταριά, έμενε στο χάνι που λειτουργούσε ακριβώς από πάνω». Ο χώρος είχε ταυτόχρονα πολλές λειτουργίες: καφενείο, χάνι για τους περαστικούς ταξιδιώτες, κουρείο, ακόμη και ταβέρνα. Ήταν η καρδιά της κοινωνικής ζωής του χωριού, ο τόπος όπου συναντιόνταν οι άνθρωποι, όπου γεννιόνταν ιδέες, όπου δημιουργούνταν μνήμες.

Ο ελληνικός καφές και η φιλοσοφία του χρόνου

Ο καφές που μας σέρβιρε ο κύριος Μανώλης ήταν αποκάλυψη. Φτιαγμένος με τον παραδοσιακό τρόπο, με υπομονή και μεράκι, είχε γεύση που θύμιζε άλλες εποχές. Συνοδεύτηκε από παραδοσιακά γλυκά του κουταλιού, απλά αλλά πλούσια σε νόημα.

«Η τέχνη του ψησίματος του καφέ, τα χαρτιά και το τάβλι, η ιεροτελεστία της ανάγνωσης της εφημερίδας, πολιτικές ζυμώσεις, μοναχικοί τύποι, έγνοιες, σκέψεις, παρέες του καλοκαιριού και ατελείωτες αφηγήσεις των ανθρώπων», μας είπε όταν τον ρωτήσαμε τι σημαίνει για εκείνον η λέξη καφενείο.

Οι προκλήσεις του σήμερα

Παρόλα αυτά, η ανησυχία φαίνεται στα μάτια του κυρίου Μανώλη. «Στο χωριό έχουν παραμείνει πλέον μόνο οι ηλικιωμένοι. Τους χειμερινούς μήνες το μέρος αριθμεί περίπου 300 κατοίκους. Νομίζω ότι πρέπει οι υπεύθυνοι να προνοήσουν ώστε τέτοια καφενεία να εξακολουθήσουν να υπάρχουν. Καφετέριες έχουμε πάρα πολλές, ιστορικά καφενεία όμως ελάχιστα».

Η Μιράντα, το εγγόνι που σπουδάζει ηθοποιός, μοιράζεται την ανησυχία αλλά και την ελπίδα: «Το θέατρο με διδάσκει ότι οι ιστορίες πρέπει να συνεχίζουν να λέγονται. Αυτό το μέρος είναι γεμάτο ιστορίες που περιμένουν να αφηγηθούν σε νέες γενιές».

Ένας τόπος εκτός χρόνου

Καθώς φεύγαμε από τον Λαύκο, κοιτάζοντας πίσω μας την πλατεία με τα μεγάλα πλατάνια και το μικρό καφενείο που έχει αντέξει σε όλες τις ιστορικές καταιγίδες, συνειδητοποιήσαμε ότι είχαμε επισκεφθεί έναν τόπο εκτός χρόνου. Ένα μέρος όπου το παρελθόν δεν αποτελεί μουσειακό αντικείμενο, αλλά ζωντανή παρουσία. Το καφενείο του Φορλίδα, πέρα από το παλαιότερο της Ελλάδας, είναι και μια «γέφυρα» ανάμεσα στους αιώνες, ένας τόπος όπου η ιστορία ακόμα γράφεται. Κάθε φορά που ο κύριος Μανώλης ανάβει τη φωτιά στην παραδοσιακή ξυλόσομπα, κάθε φορά που ετοιμάζει έναν ελληνικό καφέ με το ίδιο μεράκι που είχαν και οι πρόγονοί του, κάθε φορά που τα εγγόνια του μοιράζονται ένα χαμόγελο με έναν επισκέπτη, η μαγεία συνεχίζεται.

Και ίσως αυτό είναι το πιο σημαντικό μάθημα που μας δίδαξε αυτό το ταξίδι: ότι η αληθινή ιστορία δεν είναι κάτι που τελείωσε, αλλά κάτι που συνεχίζεται κάθε μέρα, σε μικρές και μεγάλες στιγμές, στις συναντήσεις ανθρώπων που κρατούν ζωντανές τις παραδόσεις τους.

Το καφενείο λειτουργεί καθημερινά 07:00-12:00 και 17:00-21:00

Διαβάστε ακόμα:

Ένα αναζωογονητικό Σαββατοκύριακο στον φιλόξενο Λαύκο

Ανεξερεύνητοι Τόποι: Αλατάς και Μηλίνα- Εξερευνώντας τα «κρυμμένα» διαμάντια του Νότιου Πηλίου

Αποστολή στο Νότιο Πήλιο: Χειροποίητες γεύσεις σε μία βεράντα με θέα τη θάλασσα