Ένας τόπος που δεν στερείται μύθων, θρύλων, λαϊκών παραδόσεων και ιστορίας είναι το μαγευτικό Πήλιο. Το αντίθετο μάλιστα. Από τις επιβλητικές μορφές των μυθικών Κενταύρων ως τις απεικονίσεις των λαϊκών παραδόσεων του Θεόφιλου και από τη μαθητεία του Ρήγα στο Κρυφό Σχολειό ως τη διδασκαλία του Βάρναλη στην Αργαλαστή, μυθοπλασία και ιστορικά γεγονότα φωλιάζουν στις καταπράσινες Πηλιορείτικες πλαγιές και μοιάζουν να διατηρούνται ολοζώντανα.

38

Και φυσικά είναι οι άνθρωποι αυτού του τόπου, οι κάτοικοι μικρών ή μεγαλύτερων χωριών, αυτοί που έχουν διαμορφώσει την ιστορία του, αλλά κι εκείνοι που έχουν να διηγηθούν τις πιο ενδιαφέρουσες ιστορίες για όσους έζησαν στο Πήλιο ή πέρασαν από αυτό.

Ιστορικά παραδοσιακά καφενεία, αυθεντικά κι ανεπιτήδευτα, σε γραφικές πλατείες πανέμορφων χωριών, γίνονται το τέλειο σκηνικό για τέτοια αφηγήματα, καθώς κι αυτά τα ίδια αποτελούν ζωντανό μέρος της ιστορικής συνέχειας του μαγευτικού βουνού.

Καφενείο Θεόφιλος, Μακρινίτσα

Μπορεί η Μακρινίτσα να είναι γνωστή ως το «Μπαλκόνι του Παγασητικού», η καρτποσταλική θέα όμως που φτάνει ως το Βόλο, δεν είναι ο μοναδικός λόγος για να επισκεφθεί κανείς το γραφικό χωριό με τα εντυπωσιακά αρχοντικά. ‘Οπως πληροφορείται όποιος επισκεφθεί το Βυζαντινό Μουσείο του χωριού, μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες που άφησαν το σημάδι τους στην όμορφη Μακρινίτσα, είναι ο σπουδαίος εκφραστής των λαϊκών μας παραδόσεων, ζωγράφος Θεόφιλος Χατζημιχαήλ. Ο Θεόφιλος όπως είναι ευρέως γνωστός, ζώντας επί τριάντα χρόνια στο Βόλο και στο Πήλιο, κυρίως στις Μηλιές, τις Πινακάτες και τον Άγιο Βλάσιο, συνήθιζε να στολίζει με τις πολύχρωμες, ζωντανές σκηνές του κάθε είδους επιφάνεια. Πολλές φορές μάλιστα το να καλλωπίσει έτσι ένα χώρο, ήταν απλά το αντάλλαγμα ενός πιάτου φαγητού ή μιας διανυκτέρευσης.


Έτσι συνέβη και στην περίπτωση της μεγάλης τοιχογραφίας που κοσμεί το παραδοσιακό καφενείο-ουζερί «Θεόφιλος», που βρίσκεται πάνω στο πέτρινο καλντερίμι που ξεκινά από την εκκλησία του Αγ. Ιωάννου Προδρόμου της κεντρικής πλατείας της Μακρινίτσας. Διατηρητέο μνημείο και δημοτική επιχείρηση πλέον, υπό τη διαχείριση της Ρίας Μπενάκη και του συζύγου της, το καφενείο λειτουργεί από το 1910 το δε κτήριο όπου στεγάζεται, δώρισε στην κοινότητα Μακρινίτσας η κα Ανδρονίκη Βατσαρέα – Μαυράκη, όπως αναγράφει η μαρμάρινη πλάκα της πρόσοψής του, το 1988.

Η τοιχογραφία που έχει ως θέμα «Το γλέντι του Κατσαντώνη με τους μαχητές στην Κρύα Βρύση το 1812», είναι απευθείας ζωγραφισμένη πάνω στο σοβά του τοίχου και παρατηρώντας τις ζωντανές τις λεπτομέρειες μπορούμε εύκολα να φανταστούμε το Θεόφιλο ντυμένο με φουστανέλα, φέσι, τσαρούχια και τα σύνεργα της δουλειάς του στερεωμένα στο σελάχι του, να σχηματίζει το τοπίο και τις μορφές των αγωνιστών. Ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια, το ότι χρησιμοποιούσε φυσικές χρωστικές από κρόκους, παπαρούνες κι άλλα λουλούδια της περιοχής.

Αυτές κι άλλες ακόμη ιστορίες θα σας αφηγηθεί η Ρία, καθώς θα σας σερβίρει ελληνικό καφέ, γλυκό του κουταλιού ή υποβρύχιο, ή ακόμη καλύτερα ντόπιο τσίπουρο με γλυκάνισο. Τις μέρες με λιακάδα εκμεταλλευτείτε το φως που λούζει το καλντερίμι, πιάσετε ένα από τα λιγοστά εξωτερικά τραπέζια, απολαύστε τη θέα προς κάθε πλευρά του χωριού και τον ήχο των τρεχούμενων νερών και δοκιμάστε γευστικότατους τσιπουρομεζέδες όπως μελιτζανάκι τουρσί, μαύρους γίγαντες με άνηθο, κρεμμυδάκι και λιαστές ντομάτες, πατατοσαλάτα, αντζούγιες, τσιτσίραβλα κι ό,τι όποια άλλη νοστιμιά υπάρχει διαθέσιμη ανάλογα εποχής. Γεύσεις απλές κι αυθεντικές, ίσως όχι πολύ διαφορετικές απ΄αυτές που σέρβιρε το καφενείο έναν αιώνα πριν, όταν ο Θεόφιλος αποτύπωνε εδώ την καλλιτεχνική του έμπνευση.

Διεύθυνση: Μακρινίτσα Πηλίου
Τηλέφωνο: 24280 99154

Καφενείο Γιάννη Πολίτη «Ο Τζάνος», Ζαγορά

Ακόμη παλαιότερο, σχεδόν 200 ετών, το καφενείο Πολίτης πάνω στην κεντρική πλατεία της Ζαγοράς, έχει υπάρξει μάρτυρας εκατοντάδων μικρών και μεγάλων στιγμών της Πηλιορείτικης ιστορίας. Και θα σας τις διηγηθεί με προθυμία ο κύριος Γιάννης Πολίτης που κληρονόμησε το καφενείο από το θείο του κι εκπροσωπεί την τρίτη γενιά της οικογένειας στη διαχείρισή του. Η ειδυλλιακή τοποθεσία με θέα στα θεόρατα πλατάνια, τη βρύση και την εκκλησία της πλατείας, τον Άγιο Γεώργιο του 1765, είναι ιδανική για τα εξωτερικά τραπεζάκια όπου συγκεντρώνονται οι γηραιότεροι του χωριού για μια πρωινή παρτίδα τάβλι. Όταν ο καιρός ψυχραίνει πολύ, η δράση μεταφέρεται εντός του πέτρινου κτηρίου, που από το 1967 η Εφορία Αρχαιοτήτων έχει χαρακτηρίσει διατηρητέο. Εκεί, η σόμπα ζεσταίνει τον διακοσμημένο με μπακιρένια οικιακά σκεύη και οικογενειακά κειμήλια χώρο, και οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες στους τοίχους σε προκαλούν να ζητήσεις να μάθεις την ιστορία τους.

Πιάστε θέση σ΄ένα από τα πράσινα, στρογγυλά, σιδερένια τραπέζια κοντά σ΄ένα παράθυρο, απολαύστε ελληνικό καφέ στη χόβολη από τη σύζυγο του ιδιοκτήτη μαζί με σπιτικό γλυκό φιρίκι, βύσσινο ή κεράσι, συνταγής της μητέρας του, κι ακούστε τον να σας διηγείται πώς έμοιαζε κάποτε η πλατεία και ολόκληρη η Ζαγορά. Όπως την εποχή που δίπλα στο καφενείο υπήρχε το αρχοντικό Λαναρά και οι υπηρέτες έστρωναν χαλιά ως απέναντι στην εκκλησία, ώστε να μη λερώσουν τα παπούτσια τους οι κυρίες πηγαίνοντας στη λειτουργία. Σε μια από τις φωτογραφίες στους τοίχους εξάλλου, φαίνεται πώς ήταν η πλατεία όταν ήταν ακόμη κλειστή και υπήρχαν γύρω της περισσότερα αρχοντικά, με το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού μαζεμένο εκεί μένο λόγω πολιτικής συγκέντρωσης, ενώ στο βάθος διακρίνονται και οι υπηρέτες φορώντας φέσια.


Σε περίοπτη θέση, μια άλλη φωτογραφία και μάλιστα υπογεγραμμένη από τον ίδιο, αυτή του Ελευθέριου Βενιζέλου, αποδεικνύει γιατί το καφενείο αποκαλούνταν παλιά «καφενείο των Βενιζελικών», ενώ στην απέναντι πλευρά της πλατείας υπήρχε εκείνο «των βασιλικών». Αναλόγως πολιτικών πεποιθήσεων, οι άντρες του χωριού είχαν το στέκι τους, τούτο εδώ ήταν πάντα στέκι των φιλελεύθερων. Καθώς μάλιστα την πλατεία διέτρεχε κι ένα μεγάλο αυλάκι που χώριζε τα δύο καφενεία, για όποιον τύχαινε να το διασχίσει, έλεγαν χαριτολογώντας «πάει, πέρασε απέναντι αυτός», υπονοώντας την αλλαγή φρονημάτων.


Πόσες ιστορίες κρύβει καθεμιά φωτογραφία, ούτε μπορεί να φανταστεί κανείς αν δεν ακούσει τον κυρ Γιάννη να τις περιγράφει. Σταθείτε σ΄ αυτή που δείχνει πώς ήταν το καφενείο το 1930 κι ύστερα παρατηρήστε μια πολύ πρωτότυπη όσο και παράξενη σκηνή. Ήταν 1 Νοεμβρίου 1934 όταν έφτασε το πρώτο αυτοκίνητο στη Ζαγορά κι η υποδοχή του κόσμου ήταν τόσο ενθουσιώδης, που οι νέοι σήκωσαν στα χέρια το αυτοκίνητο, όπως απαθανάτισε ο φακός, και το μετέφεραν πάνω στην πλατεία. Σε μια άλλη του 1945, βλέπουμε να γιορτάζεται πάλι στην πλατεία, το πρώτο Πάσχα μετά την Κατοχή. Στα χρόνια του πολέμου μάλιστα, όταν οι Ιταλοί κατακτητές είχαν το διοικητήριό τους στη Ζαγορά, το καφενείο αυτό ήταν το μόνο που παρέμεινε ανοιχτό, καθώς ο τότε ιδιοκτήτης μιλούσε Ιταλικά. Σε μια γωνιά μπορείτε να δείτε και το ραδιόφωνο γύρω απ΄το οποίο μαζεύονταν για να ακούσουν τα νέα από το μέτωπο.

Δεν έλειψαν σίγουρα κι οι φωτεινές στιγμές απ΄την ιστορία του, όπως όταν διοργανώνονταν χοροί με γραμμόφωνα, αλλά και οι διάσημοι επισκέπτες όπως ο Πορτογάλος Οτέλο Ντε Καρβάλιο, επικεφαλής της λεγόμενης επανάστασης των Γαριφάλων ή ο σπουδαίος Νομπελίστας μας Γιώργος Σεφέρης, που ως φιλοξενούμενος της οικογένειας Κασαβέτη στη Ζαγορά, μνημόνευσε το Πήλιο σ΄ένα από τα ποιήματά του, καθισμένος σ΄ένα από τα εξωτερικά τραπέζια του καφενείου. Τόσες ιστορίες κι ο κύριος Πολίτης συνεχίζει να τις αφηγείται ακούραστος, ενθουσιώδης κι όπως δικαίως δηλώνει «περήφανος που διαχειρίζομαι ένα ζωντανό κομμάτι της ιστορίας του τόπου».

Διεύθυνση: Ζαγορά Πηλίου
Τηλέφωνο: 24260 22553

Το καφενείο του Φορλίδα, Λαύκος

Η απόσταση ως τον πανέμορφο Λαύκο στο νότιο Πήλιο μπορεί να είναι μεγάλη, τα 54 χιλιόμετρα όμως που τον χωρίζουν από το Βόλο είναι μια διαδρομή πανέμορφη και το ίδιο το χωριό που επιβλέπει τον Παγασητικό από τα 310 μέτρα, αποτελεί ένα από ωραιότερα μυστικά του Πηλίου. Τα πέτρινα σπίτια και αρχοντικά με τις κόκκινες κεραμιδένιες στέγες, τα πλακόστρωτα καλντερίμια με τη θέα να φτάνει στο Τρίκερι, η μεγάλη πλατεία με τα σκιερά πλατάνια και η διατήρηση των λαογραφικών παραδόσεων στα μουσεία του χωριού, καθιστούν την επίσκεψη στο Λαύκο μια εμπειρία πλουσιότατη κάθε εποχή του χρόνου.

Αξιοθέατο από μόνο του αποτελεί και το παραδοσιακό καφενείο της πλατείας, γνωστό ως το «Καφενείο του Φορλίδα» ή ως το παλαιότερο της Ελλάδας, εν λειτουργία από το 1785. Όπως χαρακτηριστικά λέει κι ο τωρινός ιδιοκτήτης, Μανώλης Φορλίδας, η γενιά της οικογένειας που διαχειρίζεται αυτό το ζωντανό θρύλο, από τότε που άνοιξε ούτε οι πόλεμοι ούτε οι Γερμανοί δεν έκλεισαν αυτό εδώ το ιστορικό μαγαζί, μόνο ο κορωνοϊός στέρησε από τους κατοίκους του χωριού το αγαπημένο τους στέκι. Σίγουρα οι τοίχοι του απλού εσωτερικού, βαμμένοι σ΄ένα ασυνήθιστο λουλακί χρώμα και με μόνη διακόσμηση κάποιες παλιές φωτογραφίες και δημοσιεύματα ελληνικών και γαλλικών εφημερίδων, ακόμη και γερμανικών περιοδικών, έχουν πολλά να διηγηθούν κι η εποχή αυτή, με το κρύο να σε φέρνει κοντά στην ξυλόσομπα, γίνεται ιδανική για τέτοιου είδους αφηγήσεις.

Παρέα μ΄ελληνικό καφέ και παραδοσιακά γλυκά του κουταλιού – αυτά είναι όλα όσα σερβίρει πια το καφενείο, μαζί με ντόπια αναψυκτικά – ο κύριος Μανώλης εξιστορεί τις μέρες που πάνω από το μαγαζί λειτουργούσε χάνι, όπου έβρισκαν κατάλυμα οι περαστικοί απ΄το χωριό, όσοι ταξίδευαν από τις Σποράδες προς τη Μαγνησία ή όσοι θα έπαιρναν το καΐκι που από τον παραθαλάσσιο οικισμό της Μηλίνας θα τους πήγαινε στο Βόλο, αλλά και την εποχή που μέσα στον παλιό καφενέ υπήρχε κουρείο και ταβέρνα, η οποία μάλιστα διατηρήθηκε ως και τα χρόνια που το καφενείο ανήκε στον πατέρα του.

Σ΄αυτόν εδώ το λιτό, ιστορικό χώρο ήταν που οι Γερμανοί κράτησαν κάποιους άντρες του χωριού ομήρους για να εξασφαλίσουν την ασφαλή διέλευσή τους από το χωριό και σ΄αυτό τον ίδιο χώρο ήταν που σύχναζαν σημαντικότατοι εκπρόσωποι των ελληνικών γραμμάτων, της λογοτεχνίας και της ποίησης, που βρήκαν έμπνευση στο Πήλιο και το αγάπησαν. Ξεχωριστή θέση ανάμεσα τους στην ιστορία του καφενείου κατέχει ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης όπως υποδηλώνει και η φωτογραφία του σ΄έναν από τους τοίχους. Κάθε φορά που επρόκειτο να επισκεφθεί τ΄ αδέρφια του στην Πορταριά, το Χάνι του Φορλίδα ήταν το μέρος όπου διανυκτέρευε. Εδώ επίσης έπιναν τον καφέ τους ο Κώστας Βάρναλης όταν δίδασκε στο παλαιό Παρθεναγωγείο της Αργαλαστής και ο Αλέξανδρος Δελμούζος την εποχή που διατελούσε διευθυντής του Παρθεναγωγείου του Βόλου.


Ακόμη κι ο Γιώργος Σεφέρης με τον Ζήσιμο Λορεντζάτο έχουν περάσει απ΄το καφενείο του Φορλίδα, όταν το 1964 επισκέφτηκαν το Λαύκο με το λαογράφο Κίτσο Μακρή, τον άνθρωπο που ασχολήθηκε με πάθος με την έρευνα της πηλιορείτικης λαϊκής τέχνης. Οι μεγαλύτεροι μάλιστα του χωριού, θυμούνται τον ενθουσιασμό με τους οποίους τους υποδέχθηκαν οι κάτοικοι του Λαύκου. Οι ιστορίες ατελείωτες, οι αναμνήσεις γεμίζουν βιβλίο, αλλά ο κύριος Μανώλης που έχει ανοίξει από τις 6 το πρωί το καφενείο – τα καλοκαίρια ανοίγει από τις 5 «αφού οι εργάτες πρέπει να πιούν τον καφέ τους πριν τη δουλειά» – πρέπει να κλείσει για μεσημέρι και να ξανανοίξει στις 4 το απόγευμα. Εξάλλου τον περιμένει το μάζεμα της ελιάς στο κτήμα του, ναι, στα 81 του χρόνια ακούραστος και χαμογελαστός, ασχολείται και με τέτοιες δραστηριότητες.

Πορταριά: Φύση που μαγεύει και αρχιτεκτονική που εντυπωσιάζει μια ανάσα από τον Βόλο

Σαββατοκύριακο στη Ζαγορά: Θέα στη θάλασσα, πλατάνια και σπουδαίοι καρποί

Αποστολή στο Πήλιο: Μέσα σε 5 φιλόξενα καφέ με ζεστή ατμόσφαιρα και σπιτικά γλυκά