Αν στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας την ημέρα των Θεοφανείων βουτάνε να πιάσουνε το σταυρό σε θάλασσα, λίμνες ή ποτάμια, στο Μοναστηράκι της Δράμας κάνουν κάτι τελείως διαφορετικό. Εδώ, γιορτάζουν το τέλος του δωδεκαημέρου με τελείως άλλο τρόπο, με ένα δρώμενο που ονομάζεται «Αράπηδες» και είναι ένα από τα πιο ιδιαίτερα έθιμα των Θεοφανείων στη χώρα.

12

Συγκεκριμένα, αντίστοιχα δρώμενα γίνονται σε άλλα έξι χωριά της Δράμας εκτός από το Μοναστηράκι, στην Καλή Βρύση όπου το λένε «Μπαμπούγερα», στον Βώλακα, στο Παγονέρι, στην Πετρούσα, στον Ξηροπόταμο και στους Πύργους, κάποια κορυφώνονται στις 6 Ιανουαρίου άλλα στις 7 και αυτό στην Καλή Βρύση στις 8 του μήνα.

Τα έθιμα αυτά, που έχουν τις ρίζες τους πολύ βαθιά στο χρόνο, έχουν παγανιστικές αναφορές, μάλιστα για το λόγο αυτό όπως μας ενημέρωσε ο Πρόεδρος του Μορφωτικού Πολιτιστικού Συλλόγου Μοναστηρακίου, κ. Ιωάννης Παπουτσής, ο Μεταξάς τα είχε απαγορεύσει σε όλη τη Μακεδονία, ωστόσο οι κάτοικοι συνέχισαν σε κάποιες περιοχές να τα τηρούν και έτσι διατηρήθηκαν.

Το Μοναστηράκι λοιπόν, απέχει μόλις 5 χιλιόμετρα από την πόλη της Δράμας και κάθε χρόνο τα Θεοφάνεια αναβιώνει το έθιμο των «Αράπηδων», ένα διονυσιακών καταβολών έθιμο, το οποίο συνήθως ξεκινά δυο-τρεις μέρες πριν και κορυφώνεται στις 6 Γενάρη. Αυτό όμως αφορά κυρίως τους επισκέπτες γιατί όπως μας ανέφερε ο κύριος Παπουτσής «εμείς μιλάμε για αυτό όλο το χρόνο», γεγονός που σημαίνει δύο πράγματα. Πρώτον, ότι υπάρχει μια σχετική προετοιμασία που ξεκινάει αρκετά πιο νωρίς από την ημέρα του εορτασμού και δεύτερον ότι είναι βαθιά ριζωμένο έθιμο στην κουλτούρα του τόπου. Μάλιστα είναι ένα δρώμενο το οποίο έχει ενταχθεί στο «Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς» όπως και τα «Μπαμπούγερα» της Καλής Βρύσης.

Οι «Αράπηδες» λοιπόν είναι μια ομάδα ανδρών οι οποίοι είναι μεταμφιεσμένοι με μαύρες κάπες και ψηλές οξυκόρυφες μάσκες από γιδοπροβιές, κουδούνια -ή «μπατάλια» όπως τα λένε- στη μέση και ξύλινο σπαθί στα χέρια. Συνοδεύονται μάλιστα από τους «Παππούδες», τις «Γκιλίγκες» και τους «Τσολιάδες» υπό τους ήχους των τρίχορδων αχλαδόσχημων λυρών και νταϊρέδων. Το δρώμενο έχει ως στόχο την Ευετηρία, την εύφορη χρονιά και βασίζεται στο τρίπτυχο της νεκρανάστασης, της ευγονίας και της ευκαρπίας, σχετίζεται δηλαδή με την ανάσταση της φύσης μετά το χειμώνα, με τη γονιμότητα της φύσης και την ευχή για καλή σοδειά αλλά και των ανθρώπων για πολλά και γερά παιδιά.

Το έθιμο ξεκινά δυο-τρεις μέρες πριν την ημέρα των Θεοφανείων με τα κουρδίσματα των λυρών, με γλέντια και χορούς στο Πολιτιστικό Εργαστήρι Αράπηδων–Μάσκας και Κουδουνιού του χωριού. Την παραμονή στο Εργαστήρι γίνεται η προετοιμασία και η μύησης της «τσέτας» της ομάδας δηλαδή των ανδρών που συμμετέχουν στο δρώμενο καθώς επιτρέπεται να παίρνουν μέρος μόνο άνδρες από 14 έως 40 ετών. Την ίδια μέρα με τη δύση του ηλίου βγαίνουν στο δρόμο μικρά παιδιά με κουδούνες που τις χτυπάνε δυνατά και «δίνουν σήμα» ότι έρχονται οι «Αράπηδες», είναι δηλαδή οι προάγγελοι για αυτό που θα ακολουθήσει την επόμενη μέρα.

Ανήμερα των Θεοφανείων τώρα, το πρωί, η «τσέτα», ντυμένη με τις μάσκες από γιδοπροβιές, τις ποιμενικές κάπες και τα μεγάλα κουδούνια στη μέση τους, μαζί με τους μουσικούς γυρνάνε στους δρόμους του χωριού και επισκέπτονται ένα ένα τα σπίτια συμπαρασύροντας τους χωριανούς στο χορό και το γλέντι. Στη συνέχεια, κατευθύνονται προς το νεκροταφείο όπου εκεί πάνε στα μνήματα παλιών Αράπηδων και τους παίζουν τα αγαπημένα τους τραγούδια, κάνουν όπως μας αναφέρει ο κος Παπουτσής «μια συνομιλία με τους νεκρούς». Τελειώνοντας από το νεκροταφείο κατευθύνονται προς την πλατεία του χωριού για τον «τρανό χορό», το κυρίως δηλαδή μέρος του δρώμενου, σε μια ατμόσφαιρα που ορίζεται από ιαχές, μουσικές και δυνατά κουδουνίσματα. Στην πλατεία λοιπόν στήνεται μεγάλος χορός όπου συμμετέχουν οι «Γκιλίγκες» άνδρες ντυμένοι με παραδοσιακές, τοπικές γυναικείες φορεσιές οι οποίες μάλιστα είναι υπεύθυνες για την τήρηση της τάξης και του εθιμοτυπικού του χορού και οι «Παππούδες» ντυμένοι με την παλιά γιορτινή τοπική αντρική φορεσιά. Στην «τσέτα» συμμετέχουν και οι «Τσολιάδες» ή «Εύζωνοι» που φορούν φουστανέλα, μαύρο μαντήλι και κεντημένες «τσέβρες» στους ώμους και στροβιλίζονται μπροστά στον πρωτοχορευτή του κύκλου δείχνοντας τους φαλούς τους, σύμβολα της γονιμότητας.

Όσο ο χορός συνεχίζεται δύο Αράπηδες απάγουν μια «Γκιλίγκα» και τη μεταφέρουν έξω από το χορό για να τη γονιμοποιήσουν ενώ δυο Τσολιάδες την απομακρύνουν από τους Αράπηδες και τη βάζουν πρώτη στο χορό τιμητικά, μια κίνηση που συμβολίζει τη γονιμότητα του ανθρώπου και τη σημασία αυτής. Μετά από λίγο, ξεσπά καυγάς μεταξύ δύο Αράπηδων και η πάλη τους καταλήγει στο θάνατο του ενός, ωστόσο συγκεντρώνονται όλοι οι Αράπηδες γύρω από τον νεκρό και με χορό και πηδήματα τον ανασταίνουν με τον ήχο των κουδουνιών μια πράξη που συμβολίζει τη νεκρανάσταση. Τέλος, μπαίνουν στον κύκλο του χορού δύο Αράπηδες που σέρνουν ένα αλέτρι με ζευγολάτη έναν Τσολιά και έναν σπορέα, πράξη που συμβολίζει το όργωμα και τη σπορά του χωραφιού και τη γονιμότητα της γης, στη συνέχεια οι Αράπηδες πατάνε δυνατά πάνω στη γη και πετάγονται ψηλά παρακαλώντας έτσι να βρέξει για να φυτρώσει η σπορά. Με αυτή την τελευταία πράξη, έχει πια βραδιάσει και ο χορός μικραίνει και σιγά σιγά κλείνει σηματοδοτώντας το τέλος του δρώμενου και του δωδεκαημέρου. Πριν όμως σκορπίσουν τσέτα, χωριανοί και επισκέπτες δίνεται η υπόσχεση πως του χρόνου θα είναι όλοι πάλι εκεί.

Διαβάστε ακόμα:

Αποστολή στη Δράμα: Τα Χειμερινά Χρώματα της Φύσης στον Νέστο και στο δάσος της Ελατιάς

Δράμα: 9 εμπειρίες που αξίζει να ζήσετε στη δραμινή φύση

Αποστολή στη Δράμα: Η πολυσυλλεκτική πόλη της, ένα σταυροδρόμι εμπειριών