Η Αθήνα αποτελεί το μεγαλύτερο αστικό κέντρο της χώρας μας. Δίπλα ακριβώς από τη Βουλή των Ελλήνων βρίσκεται ο Εθνικός κήπος, που μαζί με τον κήπο του Ζαπείου μεγάρου, καλύπτει 284 στρέμματα.

17

Στην αρχαιότητα μέρος του κτήματος ήταν ο ιδιωτικός κήπος του φιλόσοφου και βοτανολόγου Θεόφραστου ενός των διαδόχων του Αριστοτέλη. Αργότερα, έμεινε γνωστός ως βασιλικός κήπος ή κήπος της Αμαλίας στην οποία οφείλει τη σπάνια ύπαρξή του. Το 1924 μετανομάστηκε σε Εθνικό κήπο και έχει από τότε ανοιχτές τις 7 εισόδους του για κάθε κοινό.

Τον κήπο απαρτίζουν 7.000 δένδρα, 40.000 θάμνοι και άλλα φυτά, που ανήκουν σε 519 είδη και ποικιλίες. Από αυτά, τα 102 είναι ελληνικά με κουτσουπιές, πικροδάφνες, χαρουπιές, αλλά και φυτά που προέρχονται από διάφορες χώρες του κόσμου, όπως οι Καζουαρίνες της Αυστραλίας ή οι κινέζικοι Αείλανθοι. Εμβληματικά φυτά του κήπου, άρρηκτα συνδεδεμένα με την ιστορία του, είναι οι αιωνόβιες Αριές, τα Κυπαρίσσια και οι Κανάριοι Φοίνικες.

Η Μαρία Χριστοδούλου, δεύτερη γενιά Ελλήνων μεταναστών που από τη Μυτιλήνη βρέθηκαν στην Αμερική, αποφάσισε να επιστρέψει από τη Νέα Υόρκη στη χώρα των προγόνων της. Η σχέση της με τα βότανα ξεκίνησε με αφορμή τη συνεχή κόπωση και το στρες στην καθημερινότητα της. Όταν οι γιατροί δεν μπορούσαν να προτείνουν κάτι συγκεκριμένο για τη γενικότερη εξάντληση της, αποφάσισε να στραφεί σε φυσικούς τρόπους ενίσχυσης του οργανισμού της. Αργότερα, εκπαιδεύτηκε η ίδια ως κλινική βοτανολόγος και σήμερα προσφέρει συμβουλευτική και οργανώνει βοτανικές περιηγήσεις.

Η Μαρία στις περιηγήσεις που συντονίζει στον Εθνικό κήπο ασχολείται κυρίως με τα δέντρα, τους μύθους, την ιστορία και τις ιδιότητες τους. Έχει εκδώσει τον «Βοτανικό οδηγό για τον Εθνικό κήπο» με εκτενή αναφορά σε 15 είδη. Ανάμεσα στα δέντρα του ξεχωρίζει τη βελανιδιά, τη δάφνη, τη μουριά και τον πλάτανο. Μας εξηγεί πως η βελανιδιά (Quercus ilex) θεωρείται το πιο ιερό δέντρο της Ελλάδας από την αρχαιότητα, καθώς συνδεόταν με τον πατέρα των θεών, Δία. Πιστεύονταν πως μετέφερε μηνύματα από τον Δία μέσα από τους ήχους των κλαδιών της που μάλιστα στο μαντείο της Δοδώνης, αρχαιότερο από αυτό των Δελφών, οι ιέρειες-μάντισσες ερμήνευαν σε χρησμούς.

Βοτανικά, όπως μας εξηγεί, στην αρχαία Ελλάδα χρησιμοποιούσαν το μαλακό μέρος του φλοιού, βράζοντάς το και πίνοντας το αφέψημα για στομαχικά προβλήματα. Τα διάφορα μέρη βελανιδιάς έχουν την ιδιότητα να προστατεύουν την κυτταρική δομή. Είναι ένα εξαιρετικό στυπτικό που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για παράδειγμα μετά το ξύρισμα, ιδιαίτερα αν υπάρχει κόψιμο, στο πρόσωπο ή το σώμα όπου τα δερματικά κύτταρα έχουν ερεθιστεί.

Πολύ θρεπτικό και το αλεύρι από τα βελανίδια, με πολλά μέταλλα και ιχνοστοιχεία, όπως το σίδηρο. Παλιότερα το χρησιμοποιούσαν μόνο για τα ζώα, σήμερα με τα μεγάλα ποσοστά δυσανεξίας προσφέρει μια σπουδαία εναλλακτική. Η Μαρία έχει συναντήσει στην Τζιά με τις πολλές βελανιδιές, μια κάτοικο που φτιάχνει και πουλάει αλεύρι και μπισκότα αποκλειστικά από βελανιδιά και έχει μάλιστα εκδώσει ένα σχετικό βιβλίο μαγειρικής. Σε άλλες κουλτούρες χρησιμοποιείται από παλιά ένα κλαδί του δέντρου, μετά από θεραπείες ή μασάζ, για ελαφριά χτυπήματα πάνω στο δέρμα. Σήμερα, η Μαρία μας προτείνει το ίδιο, βρέχοντας φύλλα σε νερό, μουλιάζοντας μια πετσέτα και εφαρμόζοντας την στο δέρμα για μυϊκούς πόνους ή πρήξιμο.

Ένα ακόμη γνωστό δέντρο για τα φύλλα του, στο οποίο αναφερόμαστε, είναι η Δάφνη (Laurus Nobilis). Φυσικά τη χρησιμοποιούμε στο φαγητό για την βοήθεια που προσφέρει στην πέψη της τροφής. Έχει όμως και πολλές άλλες φαρμακευτικές ιδιότητες, ενισχύοντας το ανοσοποιητικό μας σύστημα. Θα μπορούσε κάποιος όταν νιώθει ότι αρρωσταίνει, να προσθέσει μια μικρή μόνο ποσότητα σε ένα μείγμα βοτάνων, καθώς το αφέψημα της σε μεγάλη δόση μπορεί να αναστατώσει το στομάχι. Ένα τέτοιο ρόφημα θα βοηθήσει ακόμη και σε περιπτώσεις πυρετού. Η Μαρία μας προτείνει να συνδυάσουμε τη δάφνη με μελισσόχορτο, αγριοτριαντάφυλλο και καρπούς ή φύλλα κράταιγου.

Σε περιπτώσεις αρθρίτιδας ή άλλων μυοσκελετικών προβλημάτων, επίσης, μπορούμε να κάνουμε μπάνιο ή απλό ποδόλουτρο χρησιμοποιώντας μια δυνατή εκχύλιση φύλλων δάφνης σε ζεστό νερό. Επίσης, θα μπορούσαν να γίνουν κατάπλασμα πάνω στο σώμα με φρέσκα φύλλα που πρώτα έχουμε χτυπήσει σε γουδί ή εάν είναι αποξηραμένα χρησιμοποιούμε τα φύλλα αφού τα βράσουμε, μαζί με το εκχύλισμα. Βοηθάει επίσης σε τσιμπήματα εντόμων και προστατεύει τα ρούχα στις ντουλάπες μας από σκόρο.

Στην κύρια είσοδο του Εθνικού κήπου θα συναντήσουμε μια υπέροχη μεγαλεπήβολη Μουριά. Στον κήπο βρίσκουμε και τα 2 είδη μουριάς, Μorus alba και Μorus nigra, που φημίζονται για τα 3 σχήματα φύλλων που αναπτύσσουν. Ισχυρά αντιοξειδωτική, με βιταμίνη C και μέταλλα, μεγάλης αξίας και στην κινέζικη ιατρική ως το καλύτερο αντιγηραντικό σε κάθε επίπεδο. Η Μαρία μας προτείνει να δοκιμάσουμε το φυτό και σε μορφή ροφήματος από φύλλα μουριάς σε συνδυασμό με δεντρολίβανο και αγριοτριαντάφυλλο.

Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν 3 μέρη του δέντρου, τους καρπούς, τα φύλλα και το φλοιό. Έφτιαχναν ένα αποτελεσματικό σιρόπι για το λαιμό και φλεγμονές των αμυγδαλών. Εφαρμόζανε σε αυτήν την περίπτωση την περίφημη «θεωρία των υπογραφών», που σήμερα επιβεβαιώνεται σε πολλές περιπτώσεις και επιστημονικά. Η θεωρία αυτή προέκυψε από την παρατήρηση ότι πολλά φυτά ή μέρη τους μοιάζουν με μέρη του ανθρώπου και ως προέκταση πως μπορούν να επιδράσουν θεραπευτικά εκεί. Χρησιμοποιούσαν, επίσης, τα φύλλα της μουριάς ως κατάπλασμα για να θεραπεύσουν εγκαύματα. Ο φλοιός μετά από βρασμό λειτουργεί ως ένα ισχυρό εμετικό, σωτήριο σε περιπτώσεις δηλητηρίασης.

Τέλος, αναφερόμαστε στον πλάτανο (Platanus orientalis), γνωστό από τον Κήπο του Ιπποκράτη στην Κω, κάτω από τον οποίο δίδασκε τους μαθητές του. Ο Πλάτανος είναι ένα επιβλητικό δέντρο ηλικίας 500-1500 χρόνων. Στα αρχαία χρόνια έχουμε αναφορές πως έβραζαν τα φύλλα του σε κρασί για μολύνσεις των ματιών, και τον φλοιό του σε ξίδι για να απαλύνουν τον πονόδοντο. Επίσης, οι καρποί του θεωρούταν ευεργετικοί για το ουροποιητικό σύστημα. Έχει ενδιαφέρον πως στα ιατρικά κείμενα της εποχής σπάνια αναφέρονται οι ακριβής δοσολογίες για τις βοτανικές συνταγές. Ίσως με μια αίσθηση υπευθυνότητας για τη δύναμη των φυτών και την γενικότερη γνώση και αντίληψη που χρειάζεται να έχει κάποιος για να τα χρησιμοποιήσει.

Κλείνοντας, η Μαρία τονίζει πως ο Εθνικός Κήπος αποτελεί τον μεγαλύτερο χώρο πρασίνου, έναν πραγματικό θησαυρό στο κέντρο της Αθήνας. Εκπροσωπεί την ελληνική ιστορία αλλά και την σύνδεση μας με τον υπόλοιπο κόσμο. Φυτά που υπάρχουν εκεί για εκατοντάδες χρόνια μας προσκαλούν να περάσουμε ποιοτικό χρόνο κοντά τους. Όπως και να τα παρατηρήσουμε καθώς μεγαλώνουν, να καταλάβουμε την «προσωπικότητα» που έχει το καθένα και να αναπτύξουμε μια πιο βαθιά σχέση με αυτά. Να αναπτύξουμε ένα βαθύτερο αίσθημα ευγνωμοσύνης για τα δώρα τους και έτσι σταδιακά να νιώσουμε πιο άνετα στο να τα συμπεριλάβουμε, μέσα από την εμπειρία μας, στην καθημερινότητα μας.

Διαβάστε ακόμα:

Μυροβόλος Χίος: Βότανα, Παράδοση και Καινοτομία

Tα βότανα της Εύβοιας -Ειδικός εξηγεί γιατί αξίζει να τα εντάξουμε στη ζωή μας

Παραδοσιακά βότανα και σύγχρονη τεχνογνωσία στο Παγγαίο Όρος