Η θάλασσα είναι ήρεμη καθώς το θαλάσσιο ταξί μας μεταφέρει από τον Αλογόπορο στο μικρό λιμανάκι στο Παλαιό Τρίκερι. Λιγότερο από δέκα λεπτά διαδρομής και αποδεικνύονται ικανά για να μπούμε σε ένα άλλο νησιωτικό, αυτή τη φορά σύμπαν, που έχει ως γνώμονα την απλότητα και την κυριαρχία της φύσης. Ο καπετάνιος μας δίνει μερικές χρήσιμες πληροφορίες για το νησί και πολύ σύντομα μας κάνει μία γενική ξενάγηση. Μπροστά μας, το Παλαιό Τρίκερι αναδύεται από τα γαλαζοπράσινα νερά του Παγασητικού σαν μια ξεχασμένη σελίδα από κάποιο παραμύθι των Γκριμ.

24

Το νησάκι αυτό, μόλις 2,5 τετραγωνικών χιλιομέτρων, κρύβει έναν κόσμο που φαίνεται να έχει σταματήσει στον χρόνο. Εδώ, στις νότιες απολήξεις του Πηλίου, οι λιγοστοί μόνιμοι κάτοικοι, ζουν ακόμα όπως οι πρόγονοί τους -χωρίς αυτοκίνητα, χωρίς βιασύνη, με τη θάλασσα ως μοναδικό δρόμο προς τον έξω κόσμο.

Όταν η ιστορία συναντά την ήρεμη θλίψη

Καθώς πατάω για πρώτη φορά στο χώμα του νησιού, με καταλαμβάνει ένα περίεργο συναίσθημα. Τα στενά σοκάκια του μοναδικού οικισμού ψιθυρίζουν ιστορίες που κόβουν την ανάσα. Από το 1948 ως το 1953, αυτός ο ειδυλλιακός τόπος έγινε τόπος εξορίας για πάνω από 5.000 γυναίκες με αριστερές πολιτικές πεποιθήσεις. Στα κελιά του Μοναστηριού της Ευαγγελίστριας, που δεσπόζει στην ψηλότερη κορυφή των 129 μέτρων, έζησαν τα δύσκολα χρόνια του εμφυλίου πολέμου.

Σήμερα, με συνοδοιπόρο μας, την ντόπια Ελένη Ψυχούλη και με το φωτογραφικό μάτι του Κωστή Αγγελόπουλου, καθώς ανεβαίνω το μονοπάτι προς το μοναστήρι ανάμεσα σε αιωνόβια ελαιόδεντρα, σκέφτομαι αυτές τις γυναίκες που διέσχιζαν την ίδια διαδρομή κάθε μέρα. Παιδιά γεννήθηκαν εδώ, έφηβες μεγάλωσαν, μητέρες δίδαξαν. Έφτιαξαν εργαστήρια, οργάνωσαν παραστάσεις στο υπαίθριο θεατράκι που τα ερείπιά του σώζονται ακόμα. Μέσα στη δυστυχία, δημιούργησαν ζωή.

Το μοναστήρι που μοιάζει με φρούριο

Το Μοναστήρι της Ευαγγελίστριας, χτισμένο το 1837, εντυπωσιάζει από την πρώτη ματιά. Εξωτερικά μοιάζει πράγματι με φρούριο, παράταιρο σχεδόν με το πράσινο τοπίο που το περιβάλλει. Μπαίνοντας στην πλακόστρωτη αυλή του, γεμάτη γλάστρες με άγρια λουλούδια, νιώθω την ιερότητα του χώρου αλλά και τη βαριά του ιστορία.

Ο ηγούμενος δεν υπάρχει πια. Οι γυναίκες του νησιού φροντίζουν το μοναστήρι, το κρατούν καθαρό και περιποιημένο. Μερικά από τα παλιά κελιά λειτουργούν ως ξενώνας για τους λιγοστούς επισκέπτες -15 ευρώ τη βραδιά, με κοινές τουαλέτες και ένα μοναδικό πρωινό στη δροσερή αυλή. Λένε ότι κάποτε εδώ έμεινε και η Γκρέτα Γκάρμπο, στα τέλη της δεκαετίας του ’60, όταν ο θρυλικός Αυστριακός Αλφόνς Χοχάουζερ φιλοξενούσε εξέχουσες προσωπικότητες στο νησί. Μπορεί!

Παραλίες που κόβουν την ανάσα

Η συνέχεια μας βρίσκει να περπατάμε τα μονοπάτια του νησιού. Μέσα σε τρεις ώρες χαλαρής πεζοπορίας μπορείς να το γυρίσεις ολόκληρο. Σταματάμε συνεχώς γιατί όλο και κάτι ακόμη είναι αυτό που θα μας τραβήξει την προσοχή. Ο ήχος των φύλλων στα ελαιόδεντρα, το άρωμα του θυμαριού, η ησυχία που σπάζει μόνο από το κελάηδισμα των πουλιών -όλα αυτά σε κάνουν να ξεχάσεις τη βιασύνη της σύγχρονης ζωής.

Η Πράσινη Άμμος είναι ίσως η πιο εντυπωσιακή από τις τέσσερις παραλίες του νησιού. Το όνομά της δικαιολογείται από την πράσινη χροιά που παίρνει η άμμος από τα φύκια και τις αντανακλάσεις του πυκνού φυλλώματος. Τα νερά είναι τόσο διαφανή που μπορείς να δεις κάθε βότσαλο στον βυθό. Η πρόσβαση γίνεται μέσω ενός απαιτητικού μονοπατιού που σε επιβραβεύει με μια θέα που αξίζει κάθε κόπο.

Στην παραλία της Αγίας Σοφίας βρίσκονται τα ερείπια της παλαιοχριστιανικής εκκλησίας, μιας τρίκλιτης βασιλικής που η θάλασσα έχει αρχίσει να καταβροχθίζει. Είναι συγκινητικό να βλέπεις πώς ο χρόνος και τα στοιχεία διεκδικούν ό,τι κάποτε χτίστηκε από ανθρώπινα χέρια.

Γεύσεις από άλλη εποχή

Το απόγευμα με βρίσκει στο λιμανάκι. Εδώ η παράδοση του τσίπουρου με μεζέ αποκτά άλλη διάσταση. Κάθε σφηνάκι έρχεται με έναν διαφορετικό μεζέ: χταπόδι κρασάτο που μοσχομυρίζει βασιλικό, σαλάχι στον ατμό, τσιτσίραυλα (τα περίφημα χόρτα της Μαγνησίας) ξιδάτα, και οι μυθικές φούσκες – όστρακα που δύσκολα αλιεύονται και που εδώ σερβίρονται σαν εξωτικό νέκταρ θάλασσας.

Ο ψαράς που φέρνει το φρεσκοψαρισμένο κουλούρι εξηγεί πώς τα καΐκια βγαίνουν κάθε πρωί στα ίδια μέρη που ψάρευαν και οι πατέρες τους. Η παράδοση εδώ δεν είναι μουσειακή έκθεση -είναι ζωντανή, καθημερινή πραγματικότητα.

Ένας προορισμός για τους λίγους

Καθώς το καΐκι μας επιστρέφει στον Αλογόπορο, κοιτάζω πίσω το νησάκι που μικραίνει στον ορίζοντα. Το Παλαιό Τρίκερι δεν έχει τις ανέσεις των σύγχρονων θερέτρων, δεν προσφέρει κοσμοπολίτικη νυχτερινή ζωή, δεν υπάρχουν εκτεταμένες αμμουδιές. Αλλά για όσους αναζητούν την αυθεντικότητα, την ησυχία που επουλώνει, τη σύνδεση με μια Ελλάδα που εξαφανίζεται, αυτό το μικρό νησάκι προσφέρει κάτι ανεκτίμητο: χρόνο.

Χρόνο να αναπνεύσεις, να σκεφτείς, να συνδεθείς με τη φύση και την ιστορία. Χρόνο να θυμηθείς ότι η ομορφιά δεν είναι πάντα θεαματική, μερικές φορές είναι απλά αληθινή. Το Παλαιό Τρίκερι παραμένει ένας από τους τελευταίους κρυμμένους θησαυρούς της Ελλάδας. Ένα μέρος που δεν θέλει να σε εντυπωσιάσει, αλλά να σε αλλάξει. Και αυτή, ίσως, είναι η πιο αυθεντική ταξιδιωτική εμπειρία που μπορείς να ζήσεις στην εποχή μας.

Πρόσβαση: Από Αθήνα μέσω Βόλου (περίπου 400 χλμ), στη συνέχεια δρόμος προς Τρίκερι και Αλογόπορο. Θαλάσσιο ταξί 5 λεπτά.

Διαμονή: Μοναστήρι Ευαγγελίστριας (τηλ. 24230-55207) και λίγα ενοικιαζόμενα δωμάτια.

Καλύτερη περίοδος: Μάιος-Σεπτέμβριος

Διαβάστε ακόμα:

Ψαροφαγία στον Παγασητικό: 8 γευστικές στάσεις για εκλεκτά θαλασσινά

Αλατάς, Κίκινθος, Παλαιό Τρίκερι: Τα άγνωστα νησάκια του Παγασητικού

Oι υπέροχες παραλίες του Παγασητικού -Ήρεμα νερά σε κατάφυτους όρμους