Πρόκειται για το πιο εντυπωσιακό πολυκατάστημα και σίγουρα, το πιο καλαίσθητο κτήριο ενός από τους γνωστότερους εμπορικούς δρόμους του κόσμου. Κι αν το shopping στην Oxford st συχνά πέφτει στην παγίδα της χρυσής μετριότητας, το Selfridges παρά τα 113 του χρόνια, έχει καταφέρει να κρατά σταθερό την πήχη της ποιότητας, ανανεώνοντας τα εμπορικά τμήματά του και προχωρώντας με τολμηρά βήματα.

16


Η πρόσφατη πώλησή του, που ανακοινώθηκε λίγο πριν την εκπνοή του 2021, φέρνει πάλι στο προσκήνιο την ενδιαφέρουσα ιστορία αυτού του συμβόλου του λονδρέζικου shopping. Όλα ξεκίνησαν στην αυγή του 20ου αιώνα, όταν ο Αμερικανός Harry Gordon Selfridge, γιος εμπόρου από το Ουισκόνσιν, επισκέφτηκε το Λονδίνο για ταξίδι αναψυχής. Αυτοδημιούργητος και δουλεύοντας από παιδί, είχε ήδη αποκτήσει μεγάλη περιουσία στις ΗΠΑ, ύστερα από μια 25ετή θητεία ως συνέταιρος στο μεγαλύτερο πολυκατάστημα του Σικάγο. Αυτό που τράβηξε την προσοχή του στο Λονδίνο του 1906, ήταν η έλλειψη πολυκαταστημάτων ανάλογων με αυτά που ήδη είχαν καθιερωθεί όχι μόνο στην Αμερική αλλά και στο Παρίσι. Βλέποντας την τεράστια επιχειρηματική ευκαιρία, αποφάσισε να επενδύσει 400.000 λίρες για να δημιουργήσει το δικό του πολυκατάστημα, σ΄έναν όχι ιδιαίτερα δημοφιλή εκείνη την εποχή δρόμο, αλλά πολύ κοντά σε σταθμό του μετρό ώστε να διευκολύνεται η πρόσβαση των πελατών.


Για το σχεδιασμό του εμβληματικού κτηρίου, που εξακολουθεί να εντυπωσιάζει με το μέγεθος και την αρχιτεκτονική του, ο Selfridge έφερε από την Αμερική τον ίδιο τον Daniel Burnham, κορυφαίο αρχιτέκτονα πολυκαταστημάτων, που είχε επίσης σχεδιάζει το κατάστημα Marshall Field’s στο Σικάγο, όπου ο Selfridge ήταν συνέταιρος. Το εκπληκτικό κτήριο με τη μνημειώδη κιονοστοιχία, καταλαμβάνει ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο, καθιστώντας το Selfridges το δεύτερο μεγαλύτερο πολυκατάστημα στη Βρετανία μετά το Harrod’s, ενώ ανήκει και στον Κατάλογο Ιστορικών Κτηρίων της χώρας. Η εντυπωσιακή του πρόσοψη σε στυλ art nouveau θα μπορούσε άνετα να αποτελεί είσοδο μουσείου, με εντυπωσιακότερο στοιχείο το διπλό ρολόι που στηρίζει και φτερωτό άγαλμα της Θεάς του Χρόνου, έργο του Βρετανού γλύπτη Gilbert Bayes, που προστέθηκε στα 21α γενέθλια του καταστήματος. Η γυναικεία φιγούρα που στέκει όρθια πάνω σ΄ένα πέτρινο πλοίο, πλαισιωμένη από γοργόνες, με τα μπρούτζινα φτερά της ανοιχτά και το φόρεμά της από μπλε σμάλτο να φωτίζει την όλη σύνθεση, μαγνητίζει το βλέμμα των περαστικών και το κάνει να στραφεί ψηλά.

Μπορεί κανείς εύκολα να φανταστεί το δέος που θα προκαλούσε το κατάστημα όταν άνοιξε τις πόρτες του στο κοινό, στα πολυδιαφημισμένα στον τύπο εγκαίνια που έγιναν στις 15 Μαρτίου του 1909. Υιοθετώντας μια πανέξυπνη στρατηγική marketing, ο Selfridge είχε κατακλύσει την πόλη και τον τύπο με αφίσες που εξήγγειλαν το γεγονός και με διαφημιστικές καταχωρήσεις σε όχι λιγότερο από 18 εφημερίδες της εποχής. Και σίγουρα δεν ήταν μόνο το θεαματικό κτήριο που προκαλούσε το θαυμασμό, αλλά και η νέα φιλοσοφία που υιοθετούσε το κατάστημα.

Η επιβράβευση για τους καταναλωτές ήταν μια νεωτεριστική εμπειρία, όπου αντιμετωπίζονταν ως «μοναδικοί επισκέπτες» από το ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό, σε αίθουσες με χαμηλό φωτισμό, αναπαυτικά καθίσματα, ζωντανή μουσική και με προϊόντα απ΄όπου απουσίαζαν οι τιμές. Αυτό που πρωτίστως πουλούσε το Selfridge’s ήταν μια lifestyle εμπειρία, ανάγοντας το shopping από ανάγκη σε ευχαρίστηση.


Οι πρωτοποριακές ιδέες που αποτελούν γνώρισμα του καταστήματος, εμφανίζονται ήδη από εκείνα τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του και μάλιστα κάποιες οφείλονται στον ίδιο τον Selfridge. Ήταν για παράδειγμα εκείνος που καινοτόμησε μεταφέροντας στο μπροστινό μέρος του πολυκαταστήματός του το τμήμα αρωμάτων και καλλυντικών, που ως τότε συνήθως τοποθετούνταν αρκετά πίσω.

Γι’ αυτή τη διάταξη που σήμερα συναντάμε μπαίνοντας σε κάθε πολυκατάστημα ανά τον κόσμο, οι λάτρεις του shopping πρέπει να ευχαριστούν το επιχειρηματικό δαιμόνιο του Mr Selfridge. Και για όσους επιθυμούσαν ένα διάλειμμα κατά την αγοραστική τους εμπειρία, υπήρχαν κομψά εστιατόρια στους επάνω ορόφους, καθώς και βιβλιοθήκη με δωμάτιο ανάγνωσης. Όλα φυσικά αποσκοπούσαν στη μοναδικότητα του καταστήματος και στην παραμονή των πελατών στο χώρο για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο διάστημα.


Στην πορεία του χρόνου, το Selfridges δεν έπαψε ποτέ να πρωτοστατεί σε επιχειρηματικές ιδέες. Μάλιστα, ο ίδιος ο ιδιοκτήτης κατάφερε να εξασφαλίσει τον μοναδικό αριθμό 1 ως τηλεφωνικό αριθμό του καταστήματος, κάνοντας πανεύκολες τις τηλεφωνικές παραγγελίες για τον οποιονδήποτε. Στο μεταξύ η πελατεία συνεχώς αυξάνονταν στην Oxford st, φτάνοντας μάλιστα τους 150.000 επισκέπτες μέσα σε 4 μέρες, όταν τον Ιούλιο του 1909 εκτέθηκε μέσα στο πολυκατάστημα το μονοπλάνο του Γάλλου αεροπόρου Louis Blériot, που διέσχισε πρώτος το Κανάλι της Μάγχης. Χωρίς να χάνει ποτέ ευκαιρία για να προσελκύσει δημοσιότητα, ο Selfridge τοποθέτησε μέχρι κι ένα σεισμογράφο στο κατάστημά του το 1932, ο οποίος αργότερα δωρίστηκε στο Βρετανικό Μουσείο, όπου εξακολουθεί να εκτίθεται.

Στη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, κι ενώ ο ίδιος ο Selfridge είχε απομακρυνθεί από το Δ.Σ. λόγω υψηλότατων χρεών στο δημόσιο, το υπόγειο του καταστήματος που φτάνει τα 60 μέτρα αξιοποιήθηκε ως βάση του Αμερικανικού στρατού, προσφέροντας ασφαλή γραμμή επικοινωνιών αλλά και εγγύτητα στην Αμερικανική πρεσβεία στην Grosvenor Square. Μετά τον πόλεμο, το 1951, το πολυκατάστημα αγοράστηκε από τον όμιλο Lewis, ακολουθώντας η εξαγορά από την Sears Group το 1965. Κάτω από τη διοίκηση των νέων κατόχων μια νέα εποχή άνθισης ξεκίνησε για την επιχείρηση, λανσάροντας τη νεανική γραμμή γυναίκειων ενδυμάτων Miss Selfridge, που λειτουργούσε σαν shop-in-a-shop με ξεχωριστή είσοδο και καφέ μέσα στο χώρο, αλλά και το άνοιγμα δύο ακόμη πολυκαταστημάτων Selfridges στο Μπέρμπινχαμ και στο Μάντσεστερ. Η αλυσίδα πλέον των Selfridges αποκτήθηκε το 2003 από την Καναδέζικη αλυσίδα Galen Weston έναντι 598εκ. λιρών. Οι νέοι ιδιοκτήτες, με σεβασμό στην ιστορία του καταστήματος, αποκατέστησαν τους χώρους της ταράτσας που στέγαζαν τα εστιατόρια και οι οποίοι είχαν παραμείνει κλειστοί για σχεδόν 70 χρόνια. Γνωρίζοντας από εντυπωσιακά εγκαίνια, στην οροφή του Selfridges προσγειώθηκε το 2009 ο βραβευμένος με αστέρι Michelin, Γάλλος chef Pierre Koffmann, ανοίγοντας ένα pop up εστιατόριο με φαγητό υψηλών αξιώσεων και θέα στην Oxford st. Έκτοτε, ο ίδιος χώρος έχει φιλοξενήσει διάφορα θεματικά εστιατόρια και μπαρ, με πιο δημοφιλές το αλπικής έμπνευσης Forest cafe and restaurant κατά τη χριστουγεννιάτικη περίοδο.

Φτάνοντας στο σήμερα, το Selfridges, διανύοντας την 11η δεκαετία του, παραμένει ένας φάρος στο κεφάλαιο «Αγορές στο Λονδίνο» και περηφανεύεται για τη μεγαλύτερη στον κόσμο συλλογή υποδημάτων προς πώληση, που φτάνει τα 4.000 ζευγάρια. Οι πρωτοποριακές του βιτρίνες, συχνά προϊόν συνεργασίας με αιχμηρούς καλλιτέχνες και σχεδιαστές, δημιουργούν πάντα μια ενδιαφέρουσα αντίθεση με το διατηρητέο κτήριο. Οι αποκλειστικές συνεργασίες με λαμπερά ονόματα της μόδας και της showbiz γίνονται προϊόντα sold out, ενώ στα προσφάτως εκτεταμένα Luxury rooms η πολυτέλεια και οι τιμές θαμπώνουν. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι πριν το ξέσπασμα της πανδημίας Covid-19, η αύξηση των πωλήσεων άγγιζε το 80%.

Η δε πώληση που ανακοινώθηκε λίγο πριν τα Χριστούγεννα στην κοινοπραξία Central Group ( κτηματομεσιτική εταιρία που ανήκει μαζί με καταστήματα, ξενοδοχεία και εστιατόρια στον δισεκατομμυριούχο Ταϋλανδό επιχειρηματία Chirathivat ) – Signa Holding ( η μεγαλύτερη ιδιόκτητη Αυστριακή κτηματομεσιτική εταιρία ) έναντι 4 δις λιρών, δημιουργεί ανυπομονησία και ακόμη υψηλότερες προσδοκίες στους φανατικούς του shopping. Μέχρι να διαπιστώσουμε τι μας επιφυλάσσει το θρυλικό πολυκατάστημα για το μέλλον, μπορούμε να παρακολουθήσουμε για άλλη μια φορά την ιστορία του Harry Gordon Selfridge να ζωντανεύει μέσα από τη σειρά εποχής «Mr Selfridge», ελπίζοντας το πρωτοποριακό όραμά του να βρει συνέχεια στους νέους ιδιοκτήτες.